Τετάρτη 14 Φεβρουαρίου 2018

Η κυρία εξαφανίζεται [The Lady Vanishes - Άλφρεντ Χίτσκοκ, 1938]

Ξαναβλέποντας για τρίτη ή τέταρτη φορά το The Lady Vanishes [Η κυρία εξαφανίζεται – Άλφρεντ Χίτσκοκ, 1938], δεν μπορούσα παρά να μείνω έκθαμβος από το πώς, πρώτα απ’ όλα,  κατάφερε να γυρίσει μια τέτοια ταινία σε ένα μικρό στούντιο εκείνης της εποχής, χωρίς καν να νιώθεις ότι το τρένο στο οποίο διαδραματίζεται το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας δεν κινείται καν. Αντίθετα, ο θεατής έχει συνέχεια την αίσθηση ότι  ταξιδεύει.

Πέρα από το τεχνικό επίτευγμα της δημιουργίας αληθοφάνειας με την προσθήκη κυρίως διαφανειών και μινιατούρων, η ταινία έμεινε στην ιστορία του κινηματογράφου ως μια ιδιαίτερα επιτυχημένη αφήγηση μιας συναρπαστικής ιστορίας. Στις συζητήσεις του Τριφό με τον Χίτσκοκ, ο πρώτος ομολογεί πως όσες φορές κι αν προσπάθησε να δει την ταινία αποστασιοποιημένα και να την αναλύσει τεχνικά, ποτέ δεν κατάφερε να μην παρασυρθεί από τα δρώμενα και τους χαρακτήρες. Δεν μπορώ να φανταστώ μεγαλύτερο έπαινο.


Κάτι άλλο, βέβαια, που δεν επισημαίνει ο Τριφό, είναι ο μοναδικός τρόπος με τον οποίο ο Χίτσκοκ παρουσιάζει την πολιτική κατάσταση στην Ευρώπη τις παραμονές του πολέμου και επικρίνει την αδιαφορία των συμπατριωτών του για την απειλή του συνεχώς ισχυροποιούμενου ναζισμού. Και αυτό δεν γίνεται εκ των υστέρων, αλλά σε καιρούς που η αγγλική διπλωματία και μεγάλη μερίδα του βρετανικού λαού εθελοτυφλούσε απέναντι στον γερμανικό κίνδυνο.. Η χρονιά που κυκλοφόρησε η ταινία είναι ταυτόχρονα η χρονιά που η Αγγλία και η Γαλλία υπογράφουν με τη Γερμανία και την Ιταλία το Σύμφωνο του Μονάχου που θα επιτρέψει στον Χίτλερ να προσαρτήσει την Τσεχοσλοβακία εντελώς ανεμπόδιστα και να προχωρήσει απρόσκοπτα στις πολεμικές του προετοιμασίες.


Τέλος, σημαντικό στοιχείο, όπως σε μεγάλο μέρος του έργου του Χίτσκοκ, είναι η υπαρξιακή αγωνία του ανθρώπου που μόνος απέναντι στους γύρω του που τον θεωρούν τρελό ή ένοχο μάχεται να αποδείξει ότι έχει δίκιο. Εδώ, η νεαρή Αγγλίδα επιμένει ότι η ηλικιωμένη κυρία Φρόι [που ριμάρει με το joy=­χαρά και είναι το αντίθετο της Μαντάμ Κούμερ που παίρνει τη θέση της και στα γερμανικά σημαίνει λύπη] υπήρξε πραγματικά, αντίθετα από ό,τι ισχυρίζονται όλοι οι άλλοι πάνω στο τρένο, ο καθένας για τους δικούς του λόγους. Και σ’ αυτό το σημείο ο Χίτσκοκ βρίσκει επιπλέον την ευκαιρία να μας παρουσιάσει με χιούμορ και οξυδέρκεια ένα καταπληκτικό μοντέλο σε μικρή κλίμακα της αγγλικής κοινωνίας.

.

Όλα αυτά τα στοιχεία – η υπαρξιακή αγωνία, η οξύτατη παρατηρητικότητα, το φλεγματικό ή κυνικό χιούμορ – μαζί με τις αφηγηματικές ικανότητες, τις τεχνικές καινοτομίες και ίσως πάνω απ’ όλα η ικανότητά του να δημιουργεί σασπένς, είναι που κάνουν τον Άλφρεντ Χίτσκοκ έναν από τους σπουδαιότερους σκηνοθέτες που υπήρξαν ή θα υπάρξουν ποτέ και τις ταινίες του να βλέπονται σαν να γυρίστηκαν χθες.

Η ταινία υπάρχει στο YouTube και μπορείτε να την παρακολουθήσετε εδώ, αλλά χωρίς υπότιτλους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου