Τρίτη 7 Ιουνίου 2022

Ισπανικός Εμφύλιος Πόλεμος 1936-1939 - Ιστορία, προτάσεις για βιβλία και ταινίες

 Πριν τον Εμφύλιο

Ήττα, Δικτατορίες και Δεύτερη Ισπανική Δημοκρατία

Ισπανοί στρατιώτες στην Κούβα

Ο εικοστός αιώνας βρίσκει την άλλοτε κραταιά Ισπανική Αυτοκρατορία θανάσιμα λαβωμένη. Η εξευτελιστική ήττα στον πόλεμο με τις ΗΠΑ το 1898 της αφαιρεί τις υπερπόντιες κτήσεις [Πουέρτο Ρίκο, Κούβα, Φιλιππίνες, κλπ.]. Ακολουθεί μια περίοδος οδυνηρών συνειδητοποιήσεων και ανασυγκρότησης. Από τη μια, οι κυρίαρχες τάξεις προσπαθούν να ενισχύσουν και να αναπροσαρμόσουν τα φθαρμένα ιδανικά στα οποία στηρίχτηκαν επί αιώνες: καθολικισμός, ανωτερότητα της φυλής, οικογένεια, βασιλεία. Από την άλλη, οι λαϊκές μάζες ριζοσπαστικοποιούνται. Διαμορφώνεται ένα αντικαπιταλιστικό, αντικληρικό κίνημα, με ισχυροποίηση του αναρχοσυνδικαλισμού [CNT: Εθνική Συνομοσπονδία Εργατών].

Η Ισπανία δεν συμμετέχει στο Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το 1923 ένα στρατιωτικό πραξικόπημα φέρνει στην εξουσία τον αριστοκράτη στρατιωτικό Μιγκέλ Πρίμο δε Ριβέρα. Η αυξανόμενη λαϊκή δυσαρέσκεια εναντίον του, ωστόσο, τον οδηγεί σε παραίτηση το 1930, για να ακολουθηθεί από διάφορες βραχύβιες δικτατορικές κυβερνήσεις. Η λαϊκή πίεση οδηγεί το βασιλιά Αλφόνσο ΙΓ’ να προκηρύξει δημοτικές εκλογές την άνοιξη του 1931, όπου διάφοροι δημοκρατικοί, κεντροαριστεροί και αριστεροί συνδυασμοί καταφέρνουν να κερδίσουν τους περισσότερους μεγάλους δήμους της χώρας. Η στρατιωτική κυβέρνηση παραιτείται, ο βασιλιάς φεύγει στο εξωτερικό, ιδρύεται η Δεύτερη Ισπανική Δημοκρατία [η Πρώτη, βραχύβια, Φεβρουάριος 1873-Δεκέμβριος 1874]. Πρόεδρος της Δημοκρατίας εκλέγεται ο Αλκαλά-Θαμόρα. Στις εκλογές του Ιούνη επικρατούν Σοσιαλιστές και Ρεπουμπλικάνοι [δηλ. δημοκρατικοί του κέντρου και της κεντροαριστεράς] και τον Οκτώβριο πρωθυπουργός αναλαμβάνει ο μετριοπαθής ρεπουμπλικάνος Μανουέλ Αθάνια. Εν μέσω της Παγκόσμιας Οικονομικής Κρίσης, η κυβέρνηση δεν καταφέρνει να δώσει λύσεις απέναντι στα αντιτιθέμενα συμφέροντα, ενώ με τις προσπάθειες απαγκίστρωσης του κράτους από την Εκκλησία έρχεται σε σοβαρότατη κόντρα με τον πολύ ισχυρό στην Ισπανία Καθολικισμό. Μια αποτυχημένη απόπειρα αγροτικής μεταρρύθμισης οδηγεί σε νέες εκλογές το 1933, που τις κερδίζει η συνασπισμένη Δεξιά.

Ανακήρυξη Δημοκρατίας

Ο Αλκαλά-Θαμόρα αρνείται να ορίσει πρωθυπουργό τον αρχηγό της Δεξιάς, Χιλ Ρόμπλες, και σχηματίζεται κυβέρνηση μειοψηφίας, χωρίς συμμετοχή υπουργών της Δεξιάς αλλά με ψήφο ανοχής της, υπό τον ριζοσπάστη Αλεχάντρο Λερού. Η κατάσταση οξύνεται και η χώρα μυρίζει μπαρούτι. Ο Λερού δίνει αμνηστία στους συνεργάτες του στρατηγού Σανχούρχο για ένα αποτυχημένο πραξικόπημα του 1932. Βίαιες συγκρούσεις συμβαίνουν καθημερινά στους δρόμους ενώ η φασιστική Φάλαγγα, με ηγέτη τον Χοσέ Αντόνιο Πρίμο δε Ριβέρα, γιο του δικτάτορα, αρχίζει να αποκτά κάποια δύναμη προσεταιριζόμενη μοναρχικούς και εισχωρεί στον στρατό. Κατακτήσεις των εργαζομένων από την προηγούμενη περίοδο ανατρέπονται. Οι αριστερές οργανώσεις αντιδρούν. Τον Οκτώβρη του 1934 ξεσπούν γενικευμένες απεργιακές κινητοποιήσεις με επίκεντρο τις Αστούριες και την Καταλονία. Αυτή η Επανάσταση του 1934, όπως συνήθως αποκαλείται, πνίγηκε στο αίμα και ακολουθήθηκε από άγρια καταστολή.

Κυβέρνηση Λαϊκού Μετώπου – Πραξικόπημα – Εμφύλιος

Η ευρύτερη Αριστερά συνασπίζεται σε Λαϊκό Μέτωπο [κυρίως από Σοσιαλιστές, Κομουνιστές, Καταλανούς και Γαλικιανούς αυτονομιστές, και άλλα δημοκρατικά κόμματα] που κερδίζει τις εκλογές που γίνονται τον Φλεβάρη του 1936. Πρωθυπουργός ορίζεται πάλι ο Αθάνια που σε λίγο θα μεταπηδήσει στην Προεδρία της Δημοκρατίας.

Μανουέλ Αθάνια

Η κυβέρνηση Αθάνια προχωρά σε απελευθέρωση των δημοκρατικών πολιτικών κρατουμένων και αποκατάσταση των απολυμένων από την εργασία τους για πολιτικούς λόγους και προσπαθεί να ολοκληρώσει τις μεταρρυθμίσεις που έμειναν στη μέση το 1933. Άνεμος ελευθερίας και δημοκρατίας πνέει σε ολόκληρη την Ισπανία. Ωστόσο, η άρχουσα τάξη και οι πολιτικοί εκφραστές της, παραδοσιακή Δεξιά και φασίστες, καθώς και η Καθολική Εκκλησία, δεν δείχνουν διατεθειμένοι να παραδώσουν αμαχητί τη χώρα που θεωρούν ότι τους ανήκει δικαιωματικά.

Νίκη του Λαϊκού Μετώπου

17 Ιούλη 1936, οι δεξιοί και φασίστες στρατιωτικοί στασιάζουν ενάντια στη νόμιμη δημοκρατική κυβέρνηση. Η στάση ξεκινάει από την ισπανική αποικία στο Μαρόκο και την επόμενη μέρα μεταφέρεται στην κυρίως χώρα. Αποτυχαίνει να ανατρέψει άμεσα την κυβέρνηση αλλά ξεκινάει εμφύλιο πόλεμο. Η δημοκρατική Ισπανία στρατεύεται αυθόρμητα στη μάχη ενάντια στον φασισμό. Στην εσωτερική μάχη για την ηγεσία των στασιαστών νικητής σύντομα βγαίνει ο στρατηγός Φράνκο

Εξαρχής, το δίλημμα που τίθεται στα αριστερά κόμματα και οργανώσεις είναι αν θα προχωρήσουν σε κοινωνική επανάσταση ελπίζοντας σε περαιτέρω συσπείρωση και ενθουσιασμό των εργατικών τάξεων ή αν θα δώσουν προτεραιότητα στην εδραίωση της αστικής δημοκρατίας και στη νίκη ενάντια στον φασισμό κερδίζοντας τα μεσαία στρώματα που αμφιταλαντεύονται. Η διαχωριστική γραμμή περνάει και μέσα από τα κόμματα. Οι ισχυροποιημένοι αναρχικοί, που αρχικά δεν είχαν υποστηρίξει το Λαϊκό Μέτωπο, επιλέγουν κοινωνικοποιήσεις εργοστασίων και κτημάτων, ενώ το μικρό Κομουνιστικό Κόμμα [17 έδρες επί συνόλου 470 στη Βουλή], που δυναμώνει από τη σοβιετική ανάμειξη, διαλέγει να καθησυχάσει τις μικροαστικές τάξεις και τις ευρωπαϊκές αστικές δημοκρατίες θέτοντας ως πρώτο στόχο τη στρατιωτική νίκη και μεταθέτοντας για αργότερα την προλεταριακή δημοκρατία. Συχνά οι αντιπαραθέσεις μεταξύ αριστερών οργανώσεων παίρνουν βίαια μορφή.

Ο θάνατος του δημοκρατικού στρατιώτη

Όμως η μάχη είναι άνιση. Οι στασιαστές διαθέτουν την αμέριστη οικονομική και στρατιωτική βοήθεια της ναζιστικής Γερμανίας και της φασιστικής Ιταλίας, με υπερσύγχρονο εξοπλισμό, ενώ οι ευρωπαϊκές δημοκρατίες επιδεικνύουν ένοχη "ουδετερότητα". Είναι η εποχή της προσπάθειας εξευμενισμού του Χίτλερ και του Μουσολίνι, που κορυφώθηκε με τη Συμφωνία του Μονάχου το 1938. Η Σοβιετική Ένωση βοηθάει τη δημοκρατική Ισπανία, αλλά δεν επιθυμεί σύγκρουση με τους Αγγλογάλλους που ζητούν εγγυήσεις ουδετερότητας. Ως εκ τούτου, η σοβιετική αποστολή στρατιωτικού υλικού είναι ανεπαρκέστατη. Από την άλλη, χιλιάδες εθελοντές δημοκράτες απ' όλο τον κόσμο καταφθάνουν να πολεμήσουν στο πλευρό του ισπανικού λαού. Συνολικά γύρω στις 40 με 50 χιλιάδες ξένοι εθελοντές εντάχθηκαν στις Διεθνείς Ταξιαρχίες, αν και ο αριθμός δεν ξεπέρασε τους 20.000 σε κάθε δεδομένη στιγμή. Εκατομμύρια σ' όλο τον κόσμο συμπαραστέκονται. Σημαντικά ονόματα που παίρνουν μέρος με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στον αγώνα του ισπανικού λαού είναι ο Τζορτζ Όργουελ, ο Αντρέ Μαλρώ, ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ, ο Ίλια Έρενμπουργκ.

Στο στρατιωτικό μέτωπο, ο δημοκρατικός στρατός, παρά τον ενθουσιασμό και τη γενναιότητά του, δείχνει ανήμπορος να αντιμετωπίσει με επάρκεια τις καλύτερα οργανωμένες και εξοπλισμένες δυνάμεις των Εθνικιστών. Ο Φράνκο δεν κατορθώνει να υλοποιήσει τον πρωταρχικό του στόχο, την κατάληψη της Μαδρίτης. Όμως, οι Δημοκρατικοί δίνουν ουσιαστικά μάχες άμυνας και οπισθοφυλακής. Καμιά σημαντική πόλη δεν ανακαταλαμβάνεται άπαξ και πέσει στα χέρια των φασιστών. Η δημοκρατική υποχώρηση είναι αργή αλλά σταθερή. Όταν οι φρανκιστές εξαπολύουν σφοδρή επίθεση εναντίον της Καταλονίας στις 23 Δεκεμβρίου 1938 και στις 26 Γενάρη 1939 πέφτει η Βαρκελώνη, όπου είχε μεταφερθεί η έδρα της νόμιμης κυβέρνησης, ο πόλεμος έχει ουσιαστικά τελειώσει.

Ιούλιος 1936

Μάρτιος 1937

Φεβρουάριος 1939

Μερικούς μήνες αργότερα ξεκινάει μία από τις πιο μαύρες και αμείλικτες δικτατορίες που γνώρισε ποτέ η Ευρώπη. Το καθεστώς κυνήγησε εκδικητικά, ανελέητα και μαζικά τους ηττημένους πολιτικούς του αντιπάλους επί 40 σχεδόν χρόνια, μέχρι τον θάνατο του δικτάτορα Φράνκο. Η μεταπολίτευση του 1975 επέβαλε σιωπή για τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν στον εμφύλιο και τη δικτατορία.


Σύντομη εισαγωγική βιβλιογραφία για τον Ισπανικό Εμφύλιο

Ιστορικές μελέτες:

Χιού Τόμας, Ιστορία του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου [2 τόμοι]

Άντονι Μπίβορ, Ο Ισπανικός εμφύλιος πόλεμος 1936-1939 [Γκοβόστης]

Μαρτυρία:

Τζορτζ Όργουελ, Φόρος τιμής στην Καταλονία [Μίνωας]/ Πεθαίνοντας στην Καταλονία [Κάκτος]

Μυθιστορήματα:

Έρνεστ Χέμινγουεϊ, Για ποιον χτυπά η καμπάνα [Καστανιώτης]

Χανς Μάγκνους Έτσενμπέργκερ, Το σύντομο καλοκαίρι της αναρχίας [Οδυσσέας/ Εστία] [Για τη δολοφονία του ηγέτη των αναρχικών Ντουρούτι.]

Αντρέ Μαλρώ, Η ελπίδα [Εξάντας, μάλλον εξαντλημένο αλλά μπορεί να βρεθεί σε βιβλιοθήκες]

Χαβιέρ Θέρκας, Στρατιώτες της Σαλαμίνας [Πατάκης]


Προτεινόμενες ταινίες:

- Για ποιον χτυπά η καμπάνα [For Whom the Bell Tolls - Sam Wood, 1943]. Το πασίγνωστο μυθιστόρημα του Χέμινγουεϊ μεταφερμένο στη μεγάλη οθόνη με τους Γκάρι Κούπερ, Ίνγκριντ Μπέργκμαν και Κατίνα Παξινού.

- Πεθαίνοντας στη Μαδρίτη, [Mourir a Madrid – Frederic Rossif, 1963] Ντοκιμαντέρ με πρωτότυπο υλικό από τις μέρες του πολέμου.

- Άι Καρμέλα! [Ay Carmela – Carlos Saura, 1990]. Ένας θίασος που περιοδεύει στην Ισπανία διασκεδάζοντας τους στρατιώτες της Δημοκρατίας, αιχμαλωτίζεται όταν βρίσκεται κατά λάθος στη ζώνη που ελέγχουν οι Εθνικιστές.

- Γη και ελευθερία [Land and Freedom – Ken Loach, 1995]. Ένας νεαρός Άγγλος κομουνιστής φεύγει εθελοντής για τον Ισπανικό Εμφύλιο. Θα πολεμήσει, αλλά σύντομα θα βρεθεί μπλεγμένος στις εσωτερικές διαμάχες της Αριστεράς.

- Η γλώσσα της πεταλούδας [La lengua de las mariposas – Jose Luis Cuerda, 1999]. Ένα νεαρό αγόρι και ένας γερο-δάσκαλος που το εμπνέει με τις φιλελεύθερες ιδέες του. Όλα θα ανατραπούν όταν ξεσπάσει ο Εμφύλιος.

- Στη ράχη του διαβόλου [The Devil’s Backbone - Guillermo del Toro, 2001]. Ο 12χρονος Κάρλος, που έχει χάσει τον πατέρα του στον εμφύλιο, φτάνει σε ένα ορφανοτροφείο που μοιάζει στοιχειωμένο από τα φαντάσματα του παρελθόντος.

- Στρατιώτες της Σαλαμίνας [Soldados de Salamina – David Trueba, 2003]. Μια νεαρή συγγραφέας προσπαθεί να μάθει τι συνέβη όταν λίγες μέρες πριν το τέλος του Πολέμου ένας από τους ηγέτες της φασιστικής Φάλαγγας γλιτώνει από την εκτέλεση.

- Ο λαβύρινθος του Πάνα [Pans Labyrinth - Guillermo del Toro, 2006]. Πέντε χρόνια μετά τη λήξη του Ισπανικού εμφύλιου η κόρη ενός σαδιστή αξιωματικού δραπετεύει σε έναν κόσμο της φαντασίας της.

- Χέμινγουεϊ και Γκέλχορν [Hemingway & Gellhorn - Philip Kaufman, 2012]. Βιογραφία του Αμερικανού συγγραφέα και της τρίτης συζύγου του, δημοσιογράφου και πολεμικής ανταποκρίτριας Μάρθα Γκέλχορν. Μεγάλο μέρος της διαδραματίζεται στην Ισπανία τα χρόνια του εμφύλιου. Με τον Κλάιβ Όουεν και τη Νικόλ Κίντμαν.

- Όσο κρατάει ο πόλεμος [While at War - Alejandro Amenabar, 2019]. Ο συγγραφέας Μιγκέλ δε Ουναμούνο αρχικά υποστηρίζει τους φασίστες αλλά η στάση του αυτή οδηγείται σε σύγκρουση με τις αξίες και τις αρχές του όταν βλέπει αυτά που συμβαίνουν γύρω του.

- Το ατέλειωτο χαντάκι [The Endless Trench - Arregi, Garano, Goenaga, 2020]. Η Ρόσα κρύβει τον άντρα της, που καταζητείται από τους Φρανκιστές. Πόσο μπορεί να κρατήσει κάτι τέτοιο και πώς μπορεί να επηρεάσει τις σχέσεις του ζευγαριού;


Πέμπτη 21 Απριλίου 2022

"Οι κληρονόμοι", Γουίλιαμ Γκόλντινγκ

Μια μικρή ομάδα αντρών, γυναικών και παιδιών Νεάντερταλ φεύγει από τη θάλασσα, όπου ξεχειμωνιάζει, για πιο ψηλά όταν έρχεται η άνοιξη. Εκεί θα διασταυρωθεί για πρώτη φορά ο δρόμος της με τον πολυπληθέστερο και νεοαφιχθέντα στην περιοχή Homo sapiens. Για τους πρωτόγονους εκείνους, ο νέος είναι ο απόλυτος Άλλος – κάτι το αδιανόητο. Πώς νιώθουμε βλέποντας τον εαυτό μας μέσα από τα μάτια του έτερου Άλλου, αυτού που χάθηκε αλλά όχι χωρίς να αφήσει το ανεξίτηλο αποτύπωμά του στο DNA του σημερινού ανθρώπου - όπως έχει αποδείξει πια η επιστήμη; Ποιες θα είναι οι συνέπειες αυτής της συνάντησης;

Ο νομπελίστας Γκόλντινγκ πετυχαίνει το ακατόρθωτο: να μας βάλει στο μυαλό του μυστηριώδους αυτού είδους με την πρωτόλεια σκέψη – οι συλλογισμοί και οι αναμνήσεις γι’ αυτούς είναι εικόνες, συχνά ασύνδετες και ακατανόητες, που κάτι που δεν μπορούν να καταλάβουν τις φέρνει στον νου τους. Και ο Γκόλντινγκ το καταφέρνει μέσω της γλώσσας - ελλειπτικής και υπαινικτικής, που συχνά απαιτεί προσεκτική ανάγνωση για να αντιληφθούμε τι ακριβώς συμβαίνει. Παρόλο που γράφτηκε στη δεκαετία του 1950 – κυκλοφόρησε το 1955, ένα χρόνο μετά το ντεμπούτο του με τον «Άρχοντα των μυγών» - μοιάζει να έχει προβλέψει και να συνάδει με όλες τις θεωρίες που αναπτύχθηκαν τα τελευταία χρόνια για τον Homo sapiens neanderthalensis με βάση αρχαιολογικά ευρήματα και γενετικές αναλύσεις.

Με νωπά ακόμη τα τραύματα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και της φρικαλεότητας των στρατοπέδων συγκέντρωσης, το μυθιστόρημα αντανακλά την απογοήτευση του Βρετανού συγγραφέα από το ανθρώπινο είδος. Ωστόσο, οι προεκτάσεις του ξεπερνούν το στενό ιστορικό πλαίσιο και το καθιστούν ένα μοναδικό λογοτεχνικό επίτευγμα.

Παρότι δεν γνώρισαν ποτέ σημαντική εμπορική επιτυχία, «Οι κληρονόμοι» αναγνωρίζονται από μεγάλο μέρος της λογοτεχνικής κριτικής ως ένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Ο ίδιος ο Γκόλντινγκ θεωρούσε το βιβλίο το καλύτερο ανάμεσα στο σημαντικό του έργο, όπως μαρτυρεί η κόρη του. Δυστυχώς, δεν είχε ποτέ την αναγνώριση που του αξίζει στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό, ούτε βρίσκω κάποια κριτική ή ανάλυση του μυθιστορήματος στα ελληνικά στο διαδίκτυο.

Κυριακή 3 Απριλίου 2022

Η αναγέννηση των Νεάντερταλ

 Ο άνθρωπος του Νεάντερταλ κι εμείς

[Άρθρο – συντομευμένο - της Βρετανής Παλαιολιθικής αρχαιολόγου Rebecca Wragg Sykes]



ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ

Όταν η Δυτική επιστήμη τούς πρωτοσυνάντησε το 1856, οι Νεάντερταλ ήταν ένας ανάκατος σωρός από οστά – ένα από τα οποία ήταν ένας σπασμένος θόλος κρανίου. Μετά από την ανατίναξη ενός βράχου στο σπήλαιο Kleine Feldhofer στην Κοιλάδα Νεάντερ («Νεάντερταλ») της Γερμανίας, απέμειναν αρκετά από το παράξενα πλατύ κρανίο με τη μεγάλη προεκβολή των φρυδιών για να υπονοήσουν κάτι ολότελα άγνωστο, ωστόσο ανθρωπόμορφο. Το πάνω μέρος του προσώπου υποδήλωνε μια κολοσσιαία  μύτη ανάμεσα σε σπηλαιώδεις οφθαλμικές κόγχες. Υπήρχαν επίσης οστά των άκρων, ογκωδέστερα οποιωνδήποτε γνωστών ανθρώπινων. Εξ αρχής, οι Νεάντερταλ, που χρίστηκαν Homo Neanderthalensis, υπήρξαν βασανιστικά δελεαστικοί στην ατέλειά τους.

Λίγο αργότερα, ένα ολόκληρο κρανίο εμφανίστηκε στην άλλη άκρη της Ευρώπης: στο Γιβραλτάρ (σε βρετανικό έδαφος, ούτε λίγο ούτε πολύ, προς μεγάλη χαρά της λονδρέζικης διανόησης). Το κρανίο του Λατομείου Forbes είχε στην πραγματικότητα βρεθεί μερικά χρόνια νωρίτερα, το 1848, αλλά είχε περάσει εν πολλοίς απαρατήρητο σε μια συλλογή μουσείου. Το ίδιο το οστό ήταν κρυμμένο από ένα στρώμα σκληρυμένου ιζήματος, και η πραγματική του φύση συγχεόταν από το γεγονός πως κανείς δεν ήταν προετοιμασμένος να «δει» εξαφανισμένους Ανθρωπίδες (την ομάδα των Πρωτευόντων που περιλαμβάνει τους ανθρώπους, τους άμεσους προγόνους μας και άλλα εξαφανισμένα συγγενή ανθρώπινα είδη). Αλλά τον Δεκέμβριο του 1863, ο Τόμας Χότζκιν, ένας γιατρός με εμπειρία στην εθνογραφία και την ανατομία, αναγνώρισε τη σημασία του κρανίου. Ο Χότζκιν πρότεινε να σταλεί στον φίλο του Τζορτζ Μπασκ, ο οποίος είχε μεταφράσει την ανάλυση των οστών του Feldhofer από τα γερμανικά. Όταν το κρανίο έφτασε στο Λονδίνο τον Ιούλιο του 1864, ήρθη οποιαδήποτε αμφιβολία σχετικά με τη σύνδεση των Νεάντερταλ με μας: χωρίς την πρωτόγονη μουσούδα των πιθηκοειδών, αυτά τα φαντάσματα που έρχονταν από μια άγνωστη εποχή ήταν αναμφισβήτητα και ενοχλητικά ανθρωπόμορφα.

Στον απόηχο εκείνων των πρώτων καταιγιστικών ανακαλύψεων, ξεπήδησαν και άλλα ευρήματα των Νεάντερταλ σε διάφορα σημεία της Ευρώπης – μέχρι που το 1908 ένας σχεδόν πλήρης σκελετός ενός άντρα ξεθάφτηκε από το σπήλαιο La Chapelle-aux-Saints στη Γαλλία. Η δημοσίευση της ανακάλυψης περιλάμβανε εικονογραφήσεις φτιαγμένες με προχωρημένη Εδουαρδιανή τεχνολογία, με τη μορφή τρισδιάστατων στερεοσκοπικών φωτογραφιών. Οι αναπαραστάσεις του «Γέρου» του σπηλαίου La Chapelle κυμαίνονταν από μαλλιαρό «πιθηκάνθρωπο» μέχρι αστό με περιποιημένα γένια – αν και χωρίς πουκάμισο. Αλλά ανατομικά, τουλάχιστον, δεν ήταν πλέον δυνατό να υποστηριχτεί ότι το είδος του ήταν πιο κοντά στα ζώα παρά στον άνθρωπο. Οι μελετητές άρχισαν τώρα να κάνουν την πιο βαθιά ερώτηση: οι Νεάντερταλ ναι μεν έμοιαζαν, αλλά ήταν πραγματικά «άνθρωποι», σαν κι εμάς;

Οι επιστημονικές ανακαλύψεις δεν συμβαίνουν ποτέ σε κοινωνικό κενό. Ο Σουηδός βοτανολόγος Καρλ Λινέους [Κάρολος Λιναίος, εξελληνισμένα] επισημοποίησε τη σκάλα της ζωής το 1758, οπότε και έστεψε τους λευκούς Ευρωπαίους άρρενες ως «υπόδειγμα» του ανθρώπινου είδους. Με μια μονοκοντυλιά του, οποιοσδήποτε άλλος στον πλανήτη υποβιβάστηκε σε μη τυπικό δείγμα, κατώτερη εκδοχή του ανθρώπου, προσδιοριζόμενη από υποτιθέμενα λιγότερο εξελιγμένο σωματότυπο, χαρακτήρα και πολιτισμό. Σε ένα τέτοιο κόσμο, ήταν λογικό το κρανίο και τα οστά από την Κοιλάδα του Νεάντερ να είναι άμεσα συγκρίσιμα με εθνοτικές ομάδες που στιγματίζονταν ως πλέον «κτηνώδεις» από τους αποικιοκράτες τους.

Το 1863, ο Άγγλος βιολόγος Τόμας Χένρι Χάξλεϊ ισχυρίστηκε ότι υπήρχε εντυπωσιακή ομοιότητα ανάμεσα στην προεκβολή των φρυδιών των Νεάντερταλ και τη «σκοτεινή, απειλητική έκφραση» όπως την αντιλαμβανόταν στα κρανία των Αβορίγινων – παραβλέποντας την ξεκάθαρη διαφορά στο ανατομικό σχήμα. Η ευρωπαϊκή πνευματική ελίτ ήταν συνήθως τυφλή όσον αφορούσε την πιθανότητα οι Νεάντερταλ να αποτελούσαν ένδειξη μια κοινής κληρονομιάς για τους σημερινούς ανθρώπους. Αντίθετα, έβλεπε «επιστημονική» απόδειξη και δικαιολόγηση των ρατσιστικών ιεραρχήσεων που θεωρούσαν τους μη Ευρωπαίους λιγότερο εξελιγμένους – αν και τη μπέρδευε το γεγονός ότι οι «άγριοι» έμοιαζαν παρόλα αυτά να έχουν εγκεφάλους εξίσου μεγάλους με αυτούς που γέμιζαν τα δικά της ημίψηλα καπέλα. Μέχρι το 1960, οι επιστήμονες δημοσίευαν ακόμη θεωρίες περί ανθρώπινης εξέλιξης που πρότειναν ότι διάφορες φυλές είχαν «βλαστήσει» στο ανθρώπινο γενεαλογικό δέντρο νωρίτερα από άλλες, με τους Καυκάσιους [λευκούς] να αποτελούν την πιο πρόσφατη άφιξη και ως εκ τούτου να είναι οι λιγότερο «πρωτόγονοι».


ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΤΡΟΦΗΣ

Ενώ η επιστημονική μελέτη των Νεάντερταλ έχει προχωρήσει σημαντικά την τελευταία δεκαετία, οι λαϊκές αντιλήψεις και η κάλυψη από τα ΜΜΕ είναι ακόμη πίσω. Η ευρύτερη εικόνα δείχνει τώρα πως οι πρώιμοι Ανθρωπίδες εξελίχθηκαν στην Αφρική πριν διασκορπιστούν προς τα έξω κατά κύματα. Στην Ευρώπη, οι Νεάντερταλ εμφανίστηκαν σε αρχεία απολιθωμάτων ως διακριτός πληθυσμός περισσότερο από 400.000 χρόνια πριν και συνέχισαν να καταλαμβάνουν μια τεράστια έκταση της Ευρασίας. Έπειτα εξαφανίστηκαν 42.000 – 40.000 χρόνια πριν. Αυτή η περίοδος υπήρξε επίσης μάρτυρας της εμφάνισης στην Ευρώπη ενός άλλου είδους Ανθρωπίδων: του δικού μας, του Έμφρονα Ανθρώπου [Homo Sapiens].

Για δεκαετίες, το μεγαλύτερο μέρος της επιστημονικής κοινότητας πίστευε πως αυτή η σύνδεση υποδήλωνε αιτιώδη συνάφεια. Θεωρείτο ότι οι άνθρωποι αντικατέστησαν τους Νεάντερταλ χωρίς επιμειξίες – αυτό που υπέβοσκε ως υπαινιγμός ήταν ότι οι Νεάντερταλ δεν μπόρεσαν να ανταγωνιστούν τις «ανώτερες» ικανότητές μας. Ευρέως αποδεκτές θεωρίες τούς τυποποιούν ως πλάσματα εγγενώς αντικοινωνικά, ακόμη και μεταξύ τους. Οι Παλαιοανθρωπολόγοι πίστευαν πως τα κοινωνικά δίκτυα των Νεάντερταλ έμοιαζαν με των χιμπαντζήδων, στα οποία τα μέλη τείνουν να μεταχειρίζονται τους «εκτός-ομάδας» ομολόγους τους ως εχθρούς που θα έπρεπε να εκδιωχθούν ή να εξολοθρευτούν, όχι ως ομοίους με τους οποίους θα έπρεπε να επικοινωνήσουν ή να συνεργαστούν.

Ωστόσο, τώρα είναι πια ξεκάθαρο ότι οι Νεάντερταλ δεν ήταν καθόλου λιγότερο «εξελιγμένοι» από εμάς. Ούτε υπάρχουν καθοριστικά στοιχεία πως ήταν θεμελιωδώς λιγότερο κοινωνικοί ή έτειναν λιγότερο να συναναστρέφονται με άτομα έξω από τη φυλή τους. Απλώς ταξίδευαν στο δικό τους μονοπάτι, που ήταν λίγο-πολύ παράλληλο με το δικό μας, αν και με διαφορετικές στροφές και παρεκβάσεις στην πορεία. Ζούσαν βαθιά στην Ασία – ακόμη και προς τις ακτές του Ειρηνικού. Ήταν ικανοί κυνηγοί, καρποσυλλέκτες με γνώσεις και δεξιοτέχνες τεχνίτες με διάφορα υλικά. Αντέχοντας πολλαπλούς παγετωνικούς κύκλους, επιβίωσαν παρά τις ακραίες κλιματικές αλλαγές.

Αρχικά, οι ερευνητές θεώρησαν ότι οι Νεάντερταλ ήταν κυνηγοί. Ένα από τα πρώτα σχέδια ανασύστασης από ευρήματα περιλάμβανε ένα δόρυ και μέχρι τον ύστερο 19ο αιώνα οι αρχαιολόγοι έψαχναν για ίχνη από απομεινάρια σφαγμένων ζώων. Ως τη δεκαετία του 1960, υπήρχε η ευρέως διαδεδομένη πίστη πως οι Νεάντερταλ ήταν πρωταρχικά σαρκοφάγοι που κατοικούσαν σε παγωμένες περιοχές με ελάχιστη βλάστηση. Αντιδράσεις σε αυτή την αντίληψη, όμως, επισήμαιναν ότι ένα σημαντικό ποσοστό θερμίδων προερχόταν από το «αργό και σταθερό» δεύτερο μέρος της κυνηγετικής-καρποσυλλεκτικής εξίσωσης: όχι μόνο φυτά, αλλά και κυνήγι μικρών θηραμάτων και ψάρεμα.

Αυτές οι μετατοπίσεις οπτικής έβαλαν πίσω στο κάδρο φυτά και μικρά ζώα όπως πουλιά, αλλά η παρουσία τους ανάμεσα στους Νεάντερταλ συνέχιζε να διαφεύγει της αρχαιολογικής καταγραφής. Το ναδίρ ήρθε τη δεκαετία του 1980, όταν οι μελετητές πρότειναν ότι οι τεράστιες ποσότητες οστών και δοντιών στους χώρους των Νεάντερταλ δεν ήταν καν από κυνήγι, αλλά από πτωματοφαγία. Αυτό έφερνε τους Νεάντερταλ να παραμονεύουν γύρω από τη λεία υαινών ή λιονταριών, αρπάζοντας πού και πού κανένα κομματάκι κρέας χωρίς να προκαλούν το μένος των «αληθινών» θηρευτών.

Ωστόσο, αυτό το σενάριο ανατράπηκε επίσης καθώς η αρχαιολογία άρχισε να ωριμάζει ως επιστημονικός κλάδος κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Από τότε, στοιχεία από εκατοντάδες χώρους ανασκαφής έχουν σχολαστικά αναλυθεί και συγκεντρωθεί, αποκαλύπτοντας ότι οι Νεάντερταλ ήταν ομαδικοί κυνηγοί υψηλού επιπέδου. Μπορούσαν να αντιμετωπίσουν πανίσχυρα θηρία, όπως αρκούδες, ρινόκερους και πιθανόν μαμούθ, χρησιμοποιώντας καλοακονισμένα ξύλινα δόρατα για χτυπήματα εκ του συστάδην, ενώ άλλα πιθανότατα πετάγονταν από απόσταση σαν ακόντια. Ο μύθος ότι οι Νεάντερταλ δεν μπορούσαν να πιάσουν γρήγορα πλάσματα όπως πουλιά ή λαγούς έχει καταρριφθεί παταγωδώς, ενώ το μενού μερικές φορές περιείχε ακόμη και θαλασσινά και ίσως ψάρια.

Τα φυτά συμπλήρωναν αυτή την ποικιλία κρεατοφαγικής διατροφής. Οι Νεάντερταλ εξασφάλιζαν τα προς το ζην σε μια τεράστια περιοχή, από τη Βόρεια Ουαλία μέχρι την Παλαιστίνη, και προς ανατολάς στη μισή Σιβηρία, οπότε δεν θα πρέπει να προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι βρίσκουμε διατηρημένα κομμάτια από σύκα, ελιές, φιστίκια και χουρμάδες σε σπηλιές σε ολόκληρη τη Μεσόγειο και τη Δυτική Ασία.

ΠΟΙΟΙ ΗΤΑΝ ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ ΖΩΓΡΑΦΟΙ;

Πέρα από τη σωματική ικανοποίηση μιας γεμάτης κοιλιάς, βίωναν οι Νεάντερταλ πάθη ενός  υψηλότερου επιπέδου; Ήταν ικανοί για αυτοέκφραση και αφηρημένη σκέψη; Οι αρχαιολόγοι κινούνται τώρα όλο και περισσότερο προς θετικές απαντήσεις. Ζωγραφιές που βρέθηκαν σε τρία σπήλαια στην Ισπανία – το Μαλτραβιέσο, τη Λα Πασιέγκα και το Αρντάλες – περιλαμβάνουν σταλακτίτες πασαλειμμένους με κόκκινο χρώμα, μια καθαρή κάθετη γραμμή και, το πιο συναρπαστικό από όλα, τη στάμπα [στένσιλ] του περιγράμματος ενός χεριού. Τα αποτελέσματα των τεστ ήταν εκπληκτικά: η παλαιότερη κυμαινόταν από τα 67.000 ως τα 52.000 χρόνια, εμφανιζόμενη κάπου 20.000-7.000 χρόνια πριν την εποχή που πιστεύουμε πως ο Έμφρων Άνθρωπος έφτασε στην Ευρώπη. Για πολλούς μελετητές, αυτό αποτελεί ισχυρό στοιχείο πως οι δημιουργοί ήταν οι Νεάντερταλ. Ίσως η ζωγραφική να ήταν κάτι που το είδος μας έμαθε μάλλον παρά υπήρξε ανεξάρτητη πηγή δημιουργίας τέχνης.

Μερικά από τα δημιουργήματα των Νεάντερταλ είναι τόσο παλιά που η απόδοσή τους σε αυτούς είναι αναμφισβήτητη. Το 1990, εκατοντάδες μέτρα βαθιά μέσα στη σπηλιά Μπρουνικέλ στη νότια Γαλλία, οι ερευνητές βρήκαν σταλαγμίτες σπασμένους και τοποθετημένους έτσι ώστε να σχηματίζουν δύο κύκλους, οι οποίοι περικύκλωναν άλλες μικρότερες στοίβες. Μέχρι τώρα δεν υπάρχουν ευρήματα ούτε εξήγηση για τους κύκλους, αλλά αυτές οι κατασκευές θα πρέπει να πήραν χρόνο και σχεδιασμό για να γίνουν και θα χρειάστηκε προνοητικότητα ώστε να υπάρξει επαρκής φωτισμός σε τέτοιο βάθος. Οι έρευνες συνεχίζονται αλλά η Μπρουνικέλ έχει ήδη ανοίξει ένα παράθυρο προς ένα μυαλό (των Νεάντερταλ) εξίσου πολυσύνθετο με το δικό μας.

Είναι σημαντικό να συστήσουμε κάποια επιφύλαξη για όλα αυτά, αφού η Παλαιολιθική αρχαιολογία αγνοεί ακόμη πάρα πολλά. Είναι αλήθεια πως δεν έχουμε απολιθώματα παλαιότερα των 45.000 χρόνων που να αποδεικνύουν την παρουσία του Έμφρονα Ανθρώπου δυτικά του Δέλτα του Δούναβη, κάτι που αφήνει τους Νεάντερταλ βασικούς υπόπτους για τις ζωγραφιές. Αλλά η απουσία οστών δεν αποδεικνύει απουσία Ανθρωπίδων και γνωρίζουμε ότι οι Homo Sapiens κατευθύνονταν προς την Ανατολική Μεσόγειο πριν από τουλάχιστον 150.000 χρόνια. Οπότε η υπόθεση για την τέχνη των σπηλαίων δεν έχει κλείσει ακόμη εντελώς, έστω και αν η τρισδιάστατη ανασύνθεση στην Μπρουνικέλ μοιάζει να οδηγεί σε ασφαλή συμπεράσματα. Όμως αυτές οι αποκαλύψεις έχουν αλλάξει ριζικά την αντίληψή μας, και τις προσδοκίες μας, για το τι έκαναν οι Νεάντερταλ στην καθημερινή τους ζωή – το οποίο περιλαμβάνει τώρα την πιθανότητα πιο εσωτεριστικών δραστηριοτήτων.


ΤΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΤΟΥ DNA - ΧΑΜΕΝΑ ΑΔΕΡΦΙΑ

Παράλληλα με τα αρχαιολογικά στοιχεία, η γενετική είναι ο δεύτερος πυλώνας της πρόσφατης επανεκτίμησης των Νεάντερταλ. Συνεχώς βελτιούμενα δεδομένα υποδηλώνουν ότι οι άνθρωποι και οι Νεάντερταλ είχαν έναν κοινό πρόγονο πριν από περίπου 800.000-700.000 χρόνια, πριν χωρίσουν οι εξελικτικοί τους δρόμοι. Αυτή η διαδικασία μπορεί μάλιστα να έγινε εντός γενετικά διαφοροποιημένων αλλά στενά συνδεδεμένων πληθυσμών Ανθρωπίδων που εξελίχθηκαν στην Αφρική και έπειτα μετακινήθηκαν προς την Εγγύς Ανατολή και ακόμη πιο πέρα.

Το 2010, ερευνητές ανέλυσαν το γονιδίωμα τριών Νεάντερταλ και συνέκριναν τα στοιχεία με σύγχρονους ανθρώπους από διάφορα μέρη του κόσμου. Με βάση γενετικές σχέσεις, φαίνεται πως κάποια στιγμή μετά από 200.000 χρόνια πριν, πρώιμοι Homo Sapiens έχοντας φύγει από την Αφρική ήρθαν σε επιμειξία με γηγενείς Ανθρωπίδες που κατοικούσαν στην Ευρασία. Αυτός είναι ο λόγος που το γονιδίωμα όλων των σύγχρονων ανθρώπων – με εξαίρεση τους κατοίκους της Υποσαχάριας Αφρικής – περιέχει ένα μικρό ποσοστό DNA των Νεάντερταλ. Όπως και να συνέβη, η επιστήμη είναι ξεκάθαρη: για να παραχθεί η ποσότητα DNA που επιβιώνει και σήμερα, παίρνοντας υπόψη περίπλοκες διαδικασίες επιλογής σε σχέση με τα γονίδια των Νεάντερταλ και λιγότερο γόνιμων υβριδίων, θα πρέπει να υπήρξε ουκ ολίγο σεξ μεταξύ των υποειδών.

Το εύρημα αυτό συγκλόνισε τον επιστημονικό κόσμο και συνέτριψε το αφήγημα της «αντικατάστασης χωρίς επιμειξία» που συνόδευε την παρακμή των Νεάντερταλ. Οι σημερινοί άνθρωποι διατηρούν ένα εκπληκτικό 20%, ίσως και περισσότερο, του γονιδιώματος των Νεάντερταλ, αν και ως ένα κάπως χαλασμένο «αρχείο» ανισοκατανεμημένο σε διάφορους πληθυσμούς. Ακόμη μεγαλύτερη έκπληξη προκαλεί το ότι δεν είναι οι Δυτικοευρωπαίοι που έχουν το μεγαλύτερο μερίδιο του DNA των Νεάντερταλ: οι κάτοικοι της Ανατολικής Ασίας έχουν μέχρι και ένα πέμπτο περισσότερο. Υπήρξαν επίσης πολλές φάσεις υβριδοποίησης. Η παλαιότερη γνωστή "μοιραία" συνάντηση συνέβη περισσότερα από 220.000 χρόνια πριν, όταν μία θηλυκή πρόγονος του Homo sapiens ζευγάρωσε με έναν άρρενα Νεάντερταλ – πολύ νωρίτερα από οποιαδήποτε άλλη γνωστή διασταύρωση μεταξύ των δύο ομάδων. Στην άλλη άκρη της χρονικής κλίμακας, το σαγόνι ενός ανθρώπου που έζησε πριν από 40.000 χρόνια στη Ρουμανία αποκαλύπτει ότι μετρούσε έναν Νεάντερταλ ανάμεσα στους προγόνους του μόνο τέσσερις ως έξι γενιές νωρίτερα – ακριβώς την εποχή που επρόκειτο να εξαφανιστούν από το αρχείο απολιθωμάτων.

Την ίδια χρονιά με την ανακοίνωση του DNA των Νεάντερταλ, οι άνθρωποι συστήθηκαν σε έναν άλλο χαμένο εξάδελφο που ούτε καν γνωρίζαμε ότι υπήρχε – και με τον οποίο είχαμε επίσης αναμειχθεί. Από το 1970, Ρώσσοι επιστήμονες έκαναν ανασκαφές στο σπήλαιο Ντενίσοβα στη Δυτική Σιβηρία. Ανάμεσα στα χιλιάδες οστά που είχαν βρεθεί ήταν και η άκρη από το μικρό δαχτυλάκι ενός παιδιού. Η γενετική ανάλυση που δημοσιεύτηκε το 2010 αποκάλυψε έναν παντελώς άγνωστο πληθυσμό Ανθρωπίδων. Οι «Άνθρωποι της Ντενίσοβα» [Denisovans – ως Ντενίσοβαν αναφέρονται συχνά στα ελληνικά], όπως ονομάστηκαν, ήταν μια ομάδα «αδελφή» των Νεάντερταλ, που διαχωρίστηκε από αυτούς περίπου 600.000-430.000 χρόνια πριν. Ένα σημαντικό ποσοστό του γονιδιώματος των Ανθρώπων της Ντενίσοβα έχει επιβιώσει μέσα μας και οι επιστήμονες έχουν συνδυάσει στοιχεία που καταδεικνύουν πως υπήρξαν πολλαπλές επιμειξίες μεταξύ μας. Ωστόσο, ακόμη δεν έχουμε ιδέα για το πώς έμοιαζαν αυτοί οι άνθρωποι, πέρα από το γεγονός πως κάποιοι είχαν σκούρα μάτια και δέρμα.

Σε μια νέα ανατροπή των δεδομένων, προκύπτει ότι οι Άνθρωποι του Νεάντερταλ και της Ντενίσοβα ήταν σύγχρονοι, ζώντας στην ίδια περιοχή για χιλιάδες χρόνια. Κατά τη διάρκεια δειγματοληψίας πρωτεϊνών στην προσπάθεια εντοπισμού περισσότερων Ανθρωπίδων ανάμεσα σε αταυτοποίητα οστά από κάποιο σπήλαιο, ένα από αυτά ξεχώρισε. Οι ερευνητές είχαν πέσει κατά σύμπτωση πάνω σε ένα τμήμα οστού ενός κοριτσιού, πιθανότατα έφηβης, που ήταν υβρίδιο πρώτης γενιάς: η μητέρα Νεάντερταλ, ο πατέρας Ντενίσοβαν. Ακόμη πιο απίστευτο, η πατρική της καταγωγή αποκάλυψε ένα ακόμη παλαιότερο γενετικό ιστορικό ανάμειξης ανάμεσα σε αυτούς τους δύο πληθυσμούς, που έφτανε εκατοντάδες γενεές πίσω.

Δεν είναι σαφές το πώς ή το γιατί συνέβησαν οι συνευρέσεις αυτές που οδήγησαν σε επιμειξίες. Κατ’ αρχάς, δεν θα πρέπει να βλέπουμε τους Νεάντερταλ ή τους πρώιμους Homo Sapiens ως μονολιθικά σύνολα. Στην πραγματικότητα, η πληθυσμιακή δυναμική πρέπει να παρουσίαζε τεράστια ποικιλία, με ομάδες να εξαπλώνονται και να αναμειγνύονται με διάφορους τρόπους και σε διάφορους τόπους. Και τι γινόταν με το αποτέλεσμα όλων αυτών των ερωτικών συνευρέσεων: με ποιους και πώς μεγάλωναν τα εκατοντάδες, αν όχι χιλιάδες, αυτά υβριδικά μωρά; Η βασική ανατομία συνδυασμένη με νευρογνωστική και ψυχολογική έρευνα υποδηλώνουν ότι αυτά τα νεαρά άτομα χρειάζονταν φροντίδα, υποστήριξη και αγάπη για να επιβιώσουν και να αναπτυχθούν. Μα αυτό σημαίνει πως ολόκληρες ομάδες αναμείχθηκαν φυσικά και πολιτισμικά, ή πως ο μεικτός γενετικός μας φάκελος είναι το υποπροϊόν μιας αφθονίας «εφάπαξ», τυχαίων συνευρέσεων που συσσωρεύτηκαν στη διάρκεια 100.000 ετών; Προς το παρόν μόνο θολές εικασίες μπορούμε να κάνουμε.


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟ ΧΘΕΣ, ΤΟ ΣΗΜΕΡΑ, ΤΟ ΑΥΡΙΟ

Πέρα από την πρόοδο της επιστήμης, αυτές οι αλλαγές οπτικής σχετικά με τους Νεάντερταλ είναι ο καρπός μιας μακράς πολιτισμικής εμμονής. Από το 1856 προσπαθούμε να συλλάβουμε το πώς έμοιαζαν οι Νεάντερταλ – και ναι, πρέπει πραγματικά να έμοιαζαν όπως οι άνθρωποι, αν και ενός άλλου είδους άνθρωποι. Ωστόσο, το πορτρέτο δεν ολοκληρώνεται ποτέ. Με κάθε νέα αρχαιολογική πρόοδο, έρχονται όλο και πιο κοντά μας, ανοίγοντάς μας την όρεξη για ακόμη περισσότερες λεπτομέρειες. Κι όμως κάτι ανησυχαστικό κι αλλόκοτο μοιάζει να ελλοχεύει… Αυτή η αποστροφή μας προς την απόκλιση, τον Άλλο, παρατηρήθηκε στις αντιδράσεις απέναντι στα ρομπότ πίσω στη δεκαετία του 1970. Οι Νεάντερταλ προξενούν κάτι ανάλογο. Είναι από πολλές απόψεις ένας καθρέφτης μας, αλλά ένας κάπως λοξός καθρέφτης. Μας τρομάζουν και μας γοητεύουν ταυτόχρονα, γιατί μας αναγκάζουν να επανεξετάσουμε το ποια είναι τα όρια του ανθρώπινου

Σήμερα, η ιστορία των Νεάντερταλ είναι ακόμη ρευστή. Δεν έχουν περάσει παρά μόνο δέκα χρόνια από την ανακάλυψη-ορόσημο του DNA και την κατεδάφιση της θεωρίας ότι αποτελούσαν εξελικτική αποτυχία. Γνωρίζουμε τώρα ότι δεν υπήρξαν τελικοί κρίκοι στην ιστορία των Νεάντερταλ, δεν υπήρξαν τελευταίοι μοναχικοί επιζώντες. Πολλοί ερευνητές αμφισβητούν αν θα πρέπει καν να τους θεωρούμε διαφορετικό είδος. Όλα τα νέα στοιχεία θέτουν υπό αμφισβήτηση τις θεωρίες που διατυπώσαμε για τη ζωή τους, συχνά καταρτίζοντας λίστες κριτηρίων που πρέπει να πληρούν για να θεωρηθούν αυθεντικοί άνθρωποι. Η «μοντέρνα» συμπεριφορά υπήρξε πάντα μια πολύ ιδιαίτερη εκδοχή του πώς θέλουμε να βλέπουμε τους εαυτούς μας. Ένα κλασικό παράδειγμα – που ακόμη παίζει σε διαμάχες για την επανασκαφή του σπηλαίου La Chapelle – είναι πότε θα είμαστε έτοιμοι να αναγνωρίσουμε στους Νεάντερταλ ότι είχαν αντίληψη του θανάτου. Πολύ συχνά, δυστυχώς, ξεκάθαρα στοιχεία ιδιαίτερης μεταχείρισης των νεκρών δεν είναι αρκετά. Μόνο ένας τέλεια λαξεμένος τάφος, η επιτομή της «σωστής» Χριστιανικής ταφής, θεωρείται απόδειξη ουσιωδών κοινωνικών πρακτικών.

Γεωγραφική εξάπλωση των Νεάντερταλ: ροζ 450.000-130.000 πΧ, μπλε 130.000-40.000 πΧ.

Το επόμενο βήμα θα πρέπει να είναι να απαλλαγούμε από τη συνήθεια του ναρκισσισμού και της αυτοπροβολής μας και να προσπαθήσουμε να φωτίσουμε τους Νεάντερταλ με τους δικούς τους όρους. Πρέπει να σταματήσουμε να ταλαντευόμαστε ανάμεσα σε ένα φετίχ κι ένα φόβο εξωτισμού, από τη μια, και μια αφελή πεποίθηση ότι ήταν «ακριβώς σαν κι εμάς», από την άλλη. Η μετρημένη χρήση της αρχαιολογίας, και η παραχώρηση των ίδιων αποδεικτικών κριτηρίων που επιτρέπουμε στον πρώιμο Έμφρονα Άνθρωπο, δείχνει πως δεν υπάρχει γνωστικό χάσμα μεταξύ μας, όπως ακριβώς δεν υπήρχε αναπαραγωγικός φραγμός. Η γοητεία θα πρέπει να έγκειται στην ποικιλία του τρόπου ζωής των Νεάντερταλ και αυτό που αποκαλύπτει όχι μόνο για τη βαθιά σχέση που μας ενώνει, αλλά και για τις παράλληλες ιστορίες των Ανθρωπίδων πάνω στη Γη.

Η έρευνα των ανθρώπινων καταβολών την τελευταία δεκαετία έχει ανακαλύψει τη δική της Ζώνη του Κάιπερ [μεγάλο σύνολο μικρών σωμάτων στην περιοχή του εξωτερικού Ηλιακού συστήματος που πριν το 1951 αγνοούσαμε την ύπαρξή του], των μυστηριωδών Ανθρωπίδων. Μερικοί, όπως οι Ντενίσοβαν, έρχονται μόλις τώρα στο φως, ενώ άλλοι πιθανότατα παραμένουν αόρατοι καραδοκώντας να εμφανιστούν. Αλλά ανεξάρτητα του πόσο μεγαλώνει η οικογένεια, τους Νεάντερταλ - ως τους πρώτους ανακαλυφθέντες συγγενείς – θα τους νιώθουμε πάντα πιο κοντά: ένα σημείο αντίστιξης για αυτό που ήμασταν, είμαστε και μπορούμε να γίνουμε.

[Μετάφραση και επεξεργασία: Παναγιώτης Α. Αλεξανδρίδης]

Σάββατο 20 Νοεμβρίου 2021

Αστυνομική Λογοτεχνία: ιστορική επισκόπηση - σύγχρονες τάσεις

Α. Οι απαρχές - 19ος αιώνας

Η γέννηση της σύγχρονης αστυνομικής λογοτεχνίας τοποθετείται στις αρχές του 19ου αιώνα, στην ακμή της βιομηχανικής επανάστασης, όταν οι άνθρωποι άρχισαν να συρρέουν στα αστικά κέντρα αναζητώντας εργασία. Εκεί, στις συνθήκες συσσωρευμένης φτώχιας, άρχισε να αυξάνεται η εγκληματικότητα. Όχι ότι πριν από τότε δεν διαπράττονταν εγκλήματα, αλλά σίγουρα ήταν πολύ λιγότερα και είτε εξιχνιάζονταν εύκολα αφού οι άνθρωποι στις μικρές κοινότητες γνωρίζονταν καλά μεταξύ τους είτε οι δράστες δεν ανακαλύπτονταν ποτέ μια και η αστυνομία ήταν εντελώς ανοργάνωτη ή απλώς δεν υπήρχε – χαρακτηριστικά, η Αστυνομία του Λονδίνου ιδρύθηκε το 1829 ενώ της Νέας Υόρκης το 1845. Με την αυξημένη εγκληματικότητα άρχισε σιγά-σιγά να εμφανίζεται και η αντίστοιχη λογοτεχνία. Φυσικά, πρόδρομοι του αστυνομικού μυθιστορήματος υπήρξαν αρκετοί: από κάποιες ιστορίες από τις «Χίλιες και Μια Νύχτες» ως διάφορα κινέζικα λογοτεχνήματα με πρωταγωνιστές συνήθως δικαστές. Προσωπικά, θα θεωρούσα ως σημαντικό πρώιμο δείγμα τον «Οιδίποδα Τύραννο» του Σοφοκλή.

Επιστρέφοντας στον 19ο αιώνα, στις αρχές του θα συναντήσουμε αρκετά αστυνομικά αφηγήματα, νουβέλες και μυθιστορήματα, που ωστόσο εν πολλοίς έχουν πια ξεχαστεί. Από τις λίγες εξαιρέσεις, που συνεχίζουν να εκδίδονται, είναι η νουβέλα του Ε.Τ.Α. Χόφμαν, «Η Δεσποινίς ντε Σκιντερί» [και στα ελληνικά! Εκδόσεις Angelus Novus. Υπάρχει ακόμη σε ηλεκτρονικά βιβλιοπωλεία!].

Όμως αυτός που δημιούργησε το πλαίσιο για την ανάπτυξη του είδους ήταν ο πολύ γνωστός μας Αμερικανός Έντγκαρ Άλαν ΠόουΠόε, όπως τον συνηθίσαμε στα καθ’ ημάς] με τον πρώτο ίσως ντετέκτιβ-ήρωα, τον εκκεντρικό Ογκίστ Ντιπέν [C. Auguste Dupin]. Κλασικό δείγμα το διήγημα «Το έγκλημα της Οδού Μοργκ» [Νίκας] ή «Οι φόνοι της Οδού Μοργκ» [Οξύ] και άλλα δύο που υπάρχουν στην ίδια έκδοση. Επίσης, χωρίς τον Ντιπέν, υπάρχει και το «Βαρέλι του Αμοντιλάδο» [1846], ιστορία ιδωμένη από τη σκοπιά του δολοφόνου [Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αιγόκερως μαζί με άλλα τέσσερα παρόμοια διηγήματα].

«Οι φόνοι της Οδού Μοργκ» [1841] ήταν η αφετηρία μιας υποκατηγορίας της αστυνομικής λογοτεχνίας που ονομάστηκε «μυστήριο του κλειδωμένου δωματίου», δηλαδή εγκλήματα που έμοιαζαν ανεξήγητα ή αδύνατα και ο ντετέκτιβ καλούνταν να λύσει. Μεταγενέστερα δείγματα αυτής της υποκατηγορίας είναι κάποια έργα ενός άλλου μεγάλου συγγραφέα του 19ου αιώνα, του Άρθουρ Κόναν Ντόιλ, του δημιουργού του Σέρλοκ Χολμς και του Δρα Γουάτσον. Σίγουρα δεν θα πρέπει να λείπουν από τη βιβλιοθήκη του λάτρη του είδους τα μυθιστορήματα, «Σπουδή στο κόκκινο» [1887][Ερατώ], «Το σήμα των τεσσάρων» [1890][Άγρα], «Το σκυλί των Μπάσκερβιλ» [1901][Μεταίχμιο]. Το υποείδος αυτό συνεχίστηκε από πολλούς συγγραφείς μέσα στον 20ο αιώνα [π.χ. Γκαστόν Λερού, Τσέστερτον, Έλερι Κουίν, Τζον Ντίξον Καρ].

Πριν από τον Ντόιλ υπήρξε ο επίσης Βρετανός Γουίλκι Κόλινς με την «Φεγγαρόπετρα» [1868][Μέδουσα], που θεμελίωσε πολλά από τα χαρακτηριστικά των σύγχρονων αστυνομικών μυθιστορημάτων με τον Αρχιφύλακα Καφ ως ντετέκτιβ και πολύ ρεαλιστικούς χαρακτήρες. 

Β. 20ος αιώνας – Η Χρυσή Εποχή

Παρόλο που ο Κόναν Ντόιλ συνέχισε να γράφει μέχρι το 1927 περίπου, τα πρωτεία στο είδος ανέλαβε η «βασίλισσα της αστυνομικής λογοτεχνίας» Άγκαθα Κρίστι, η οποία δημιούργησε όχι έναν αλλά δύο δημοφιλέστατους ντετέκτιβ, τη Δεσποινίδα Μαρπλ και τον Βέλγο Ηρακλή Πουαρό. Η Κρίστι, όπως και άλλοι συγγραφείς της Χρυσής Εποχής, είδαν το μυθιστόρημα και το έγκλημα που περιγράφει σαν έναν γρίφο, ένα σταυρόλεξο, όπου ο αναγνώστης μαζί με τον ντετέκτιβ συγκεντρώνουν στοιχεία για να βρουν τη λύση. Βιβλία της στα ελληνικά θα βρείτε πολλά για να εντρυφήσετε. Γενικά, από τα καλύτερά της θεωρούνται: «Και δεν έμεινε κανένας» [1939], «Έγκλημα στο Οριάν Εξπρές» [1934][με Πουαρό], «Πρόσκληση σε φόνο» [1950][με Μαρπλ], «Η δολοφονία του Ρότζερ Άκροϊντ» [1926] - όλα από τον Ψυχογιό. Βέβαια, αν σκοπεύετε να διαβάσετε ό,τι δικό της κυκλοφορεί, καλό είναι να αφήσετε τα πιο ωραία για το τέλος.

Στη Χρυσή Εποχή της Λογοτεχνίας του Ντετέκτιβ, όπως αποκαλείται, που διήρκεσε περίπου στο διάστημα ανάμεσα στους δύο παγκόσμιους πολέμους, η κυριαρχία ανήκει στους Βρετανούς, ή μάλλον στις Βρετανίδες, που καθιέρωσαν το δικό τους ύφος στο whodunit [«ποιος το έκανε;»], μυθιστόρημα αναζήτησης του δράστη του εγκλήματος. Μιλάμε για την Μάρτζερι Άλινγκχαμ, την Ντόροθι Σέιερς και τη Νάιο Μαρς [δυστυχώς οι ελληνικές εκδόσεις των δύο τελευταίων φέρονται εξαντλημένες] , που μαζί με την Κρίστι, είναι οι κορυφαίες γυναίκες - και όχι μόνο - συγγραφείς της εποχής στο συγκεκριμένο λογοτεχνικό είδος.

Τη Μάρτζερι Άλινγκχαμ την ενδιαφέρει πρωτίστως το «γιατί» του φόνου παρά το «πώς» ή το «ποιος» και δείχνει να συμπάσχει με τους χαρακτήρες της. Το μοναδικό μυθιστόρημά της που κυκλοφορεί ακόμη στα ελληνικά είναι το «Δέκατο πέμπτο λεπτό» [1941][Μίνωας].

Δίπλα στις Βρετανίδες συγγραφείς έστεκε και ο συμπατριώτης τους Έντγκαρ Γουάλας. Παραγωγικότατος συγγραφέας, κατηγορείται ως ρατσιστής, «πρωτοφασίστας» [Όργουελ] και εκφραστής της αποικιοκρατίας. Παρόλα αυτά, από πολλούς επαινείται για την επιμονή του στη λεπτομέρεια, την αριστοτεχνική του αφήγηση και τις γνώσεις του για τις αστυνομικές μεθόδους. Από τα μυθιστορήματά του ξεχωρίζουμε: «Οι τέσσερις δίκαιοι» [1905], «Ο κόκκινος κύκλος» [1922] – από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια.

Άλλη ιδιαίτερη περίπτωση ήταν ο Γκίλμπερτ Κιθ Τσέστερτον, συγγραφέας και θεολόγος που εύλογα δημιούργησε τον ιερέα-ντετέκτιβ Πατήρ Μπράουν – πρωταγωνιστή μόνο σε διηγήματα. Μάλλον θρησκόληπτος και συντηρητικός, ο Τσέστερτον, έμεινε στην ιστορία ως ο Πρίγκιπας του Παράδοξου. Το καλύτερό του μυθιστόρημα κατά πάσα πιθανότητα είναι «Ο άνθρωπος που τον έλεγαν Πέμπτη» [1908][Αστάρτη].

Ξεχωριστή μορφή είναι ο γαλλόφωνος Βέλγος Ζορζ Σιμενόν. Πολυγραφότατος, είναι ο μοναδικός που
μπορεί να συγκριθεί με τους – ή μάλλον τις – συγγραφείς από τα βρετανικά νησιά. Πολύ ιδιαίτερος ο επιθεωρητής Μαιγκρέ του, αλλά διακρίθηκε επίσης για τα «σκληρά», ψυχολογικά του μυθιστορήματα [romans durs]. Είναι γνωστός για την απλότητα της γλώσσας του, την πλοκή, την εξαιρετική περιγραφή χώρων και καταστάσεων, καθώς και την ανθρωπιά του. Όλα τα μυθιστορήματα με τον Μαιγκρέ είναι συναρπαστικά στην απλότητά τους και δεν θα σας απογοητεύσουν. Για να ξεκινήσει κανείς, θα πρότεινα τον «Κίτρινο σκύλο» [1931] και τον «Μαιγκρέ στους Φλαμανδούς» [1932]. Από τα «ψυχολογικά» του, κορυφαία θεωρούνται τα: «Ο άνθρωπος που έβλεπε τα τρένα να περνούν» [1938] και «Το χιόνι ήταν βρόμικο» [1948]. Όλα από τις εκδόσεις Άγρα.

Τρεις Αμερικανοί που ουσιαστικά συνέχισαν τη βρετανική παράδοση της Χρυσής Εποχής, αν και συνέχισαν να γράφουν και μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ήταν ο Έλερι Κουίν, ο Ερλ Στάνλεϊ Γκάρντνερ και ο Τζον Ντίκσον Καρ. Έλερι Κουίν ήταν το λογοτεχνικό ψευδώνυμο που υιοθέτησαν το 1929 δυο ξαδέρφια από τη Νέα Υόρκη καθώς και το όνομα του ερασιτέχνη ντετέκτιβ πρωταγωνιστή των βιβλίων τους. Έγραφαν κλασικά whodunit στην παράδοση της Χρυσής Εποχής του αστυνομικού μυθιστορήματος. Το μόνο που δείχνει να κυκλοφορεί στα ελληνικά είναι το πρώτο τους, «Φόνος στο Ρωμαϊκό Θέατρο» [1929][Public Βιβλιοθήκη]. Ο δικηγόρος Ερλ Στάνλεϊ Γκάρντνερ δημιούργησε τον διάσημο μυθιστορηματικό ποινικολόγο Πέρι Μέισον. Τα έργα του δεν φημίζονται για την ανάπτυξη των χαρακτήρων τους, αλλά έχουν πλοκή με σημασία στην παραμικρή λεπτομέρεια και στηρίζονται στις προσωπικές εμπειρίες του συγγραφέα. Σύμφωνα με τα αρχεία της biblionet, εξακολουθούν να κυκλοφορούν τρία βιβλία του στα ελληνικά, αλλά η έρευνά μου στο διαδίκτυο έβγαλε μόνο μεταχειρισμένα: «Ραντεβού με το θάνατο» [1944][Ελευθεροτυπία], «Ο Νταγκ Σέλμπι αναλαμβάνει την υπόθεση» [1948][Ελευθεροτυπία], «Μονόφθαλμος μάρτυρας» [1950][Λιβάνης] – μόνο το τελευταίο με τον Μέισον. Ένας ακόμη Αμερικανός ήταν ο Τζον Ντίξον Καρ, που έγραφε σε βρετανικό στιλ. Τα μυθιστορήματά του ανήκαν στο whodunit και στο «μυστήριο του κλειδωμένου δωματίου». Το κλασικότερο όλων είναι «Ο ασώματος άνθρωπος» [1935][Motibo Εκδοτική].

Γ. Η απάντηση της Αμερικής – το «σκληρό» και το νουάρ

Το είδος που ευδοκίμησε στη Βρετανία θεωρήθηκε ότι είχε κάνει τον κύκλο του και το αναγνωστικό κοινό είχε αρχίσει να κουράζεται με το εγκεφαλικό και μάλλον αναληθοφανές περιεχόμενό του. Οι αστυνομικοί δεν ήταν, σύμφωνα με τις εμπειρίες του μέσου αναγνώστη, οι καλοί και ιδιοφυείς ήρωες όπως παρουσιάζονταν στα βρετανικά λογοτεχνήματα της εποχής. Ιδιαίτερα στην Αμερική, με την Ποτοαπαγόρευση [1920-1933], έχουμε εκτεταμένη αστυνομική διαφθορά, απαξίωση του δικαστικού και νομικού συστήματος και ανάπτυξη του οργανωμένου εγκλήματος. Από κει έρχεται λοιπόν η απάντηση στη βρετανική κυριαρχία ως αντανάκλαση των προαναφερθέντων. Μέχρι και τα χρόνια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου έχουμε σιγά-σιγά την επικράτηση αυτού που ονομάστηκε «σκληρό» αστυνομικό μυθιστόρημα [hardboiled fiction]. Ο εξιδανικευμένος αστυνομικός γίνεται ο διεφθαρμένος μπάτσος που πολλές φορές έρχεται σε σύγκρουση με τον ντετέκτιβ ήρωα ή, κάποιες φορές, αντιήρωα. Η μάχη του καλού και του κακού συνεχίζεται, αλλά δεν υπάρχουν πια εύκολες απαντήσεις. Ο καθένας πρέπει να τα βγάλει πέρα μόνος του στην αναζήτηση του νόμου και της τάξης. Πολλοί θεωρούν το hardboiled συνέχεια του γουέστερν, μεταφερμένου σε αστικό τοπίο.

Το «σκληρό» αστυνομικό παίρνει ώθηση από τα περιοδικά που κυκλοφορούν τότε και δημοσιεύουν σε σειρές τα μυθιστορήματα, από το χαμηλό κόστος των εκδόσεων, αλλά και από τον κινηματογράφο που αποφασίζει πια να ασχοληθεί με το είδος και αγοράζει δικαιώματα σε βιβλία για να τα κάνει σενάρια ενώ πολλοί συγγραφείς βρίσκουν δουλειά στο Χόλιγουντ ως σεναριογράφοι. Πολλά τα ενδιαφέροντα ονόματα της εποχής. Αυτοί που ξεχωρίζουν είναι οι εξής:

Ντάσιελ Χάμετ: Αντιφασίστας και κομουνιστής, ιδιωτικός ντετέκτιβ ο ίδιος, δεν βρήκε τον δρόμο του στρωμένο με ροδοπέταλα – μετά τον πόλεμο φυλακίστηκε για τις ιδέες του – αλλά κατάφερε να μας δώσει ίσως τα πιο χαρακτηριστικά μυθιστορήματα και διηγήματα του «σκληρού». Αριστουργήματά του «Η κατάρα των Ντέην» [1929] [Λυχνάρι], «Το γεράκι της Μάλτας» [1930][Ωκεανός]. Άλλα του πολύ αξιόλογα μυθιστορήματα που μεταφράστηκαν στα ελληνικά έχουν εξαντληθεί: «Ο κόκκινος θερισμός» [1930], «Ο αδύνατος άντρας» [1933] - ίσως κάποιοι να μπορείτε να τα διαβάσετε στο πρωτότυπο.

Τζέιμς Μ. Κέιν: Παρόλο που αρνιόταν σθεναρά να συμπεριληφθεί στους «σκληρούς» συγγραφείς, οι αναλυτές τον κατατάσσουν εκεί για τους αληθοφανείς, καθημερινούς χαρακτήρες του που από τη μια στιγμή στην άλλη βρίσκονται στο έγκλημα. Στον κόσμο του Κέιν δεν υπάρχουν καλοί και κακοί από τη φύση τους – όλα μπορούν να συμβούν στον καθένα. Κλασικά του πια «Ο ταχυδρόμος χτυπάει πάντα δυο φορές» [1934][Μεταίχμιο], «Το διπλό άλλοθι» [1943][Παρατηρητής].

Ρέιμοντ Τσάντλερ: Στα 44 του έγινε συγγραφέας, έχοντας χάσει τη θέση του ως στέλεχος εταιρίας στη Μεγάλη Κρίση και άφησε ανεξίτηλο το σημάδι του στην παγκόσμια αστυνομική λογοτεχνία με το λογοτεχνικό του ύφος – εξαιρετικοί κοφτοί διάλογοι, ιδιωματισμοί της πιάτσας, χιούμορ, ευρηματικά μεταφορική γλώσσα – και τον πρωταγωνιστή του Φίλιπ Μάρλοου, που έγινε Ο ιδιωτικός ντετέκτιβ στη σύγχρονη αστυνομική λογοτεχνία, παιγμένος μάλιστα ιδανικά στον κινηματογράφο από τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ. Θα συναντήσουμε τον Τσάντλερ και μετά τον πόλεμο. Εδώ ας αρκεστούμε σε δύο μυθιστορήματα της συγκεκριμένης περιόδου: «Ο μεγάλος ύπνος» [1939][Κέδρος] και «Αντίο, γλυκιά μου» [1942][Άγρα].

Ωστόσο, ο κόσμος βγήκε τραυματισμένος από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στην Αμερική, άρχισε μια περίοδος αστάθειας και ανασφάλειας. Τα φτωχά λαϊκά στρώματα ένιωθαν ότι οι ελπίδες που είχαν γεννηθεί ότι τον πόλεμο θα ακολουθούσε περισσότερη κοινωνική δικαιοσύνη διαψεύδονταν. Το αμερικανικό όνειρο διαλυόταν. Οι στρατιώτες γυρνούσαν στα σπίτια τους για να αντιμετωπίσουν ανεργία και κοινωνική υποβάθμιση. Παράλληλα, η μαζική είσοδος των γυναικών στην αγορά εργασίας σηματοδότησε νέα ήθη, με θετικό – περισσότερη απελευθέρωση – αλλά και αρνητικό – κοινωνική καχυποψία απέναντι στις εργαζόμενες γυναίκες - αντίκτυπο. Αυτά τα φαινόμενα και η γενικευμένη απογοήτευση ήταν πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη της «νουάρ» [= μαύρης, στα γαλλικά] λογοτεχνίας.

Παρόλο που συχνά το νουάρ συγχέεται με το «σκληρό» και τα χρονικά τους όρια δεν είναι ξεκάθαρα, οι μελετητές τα θεωρούν σαφώς διακριτά υποείδη. Τώρα, το καλό με το κακό έχουν μπερδευτεί εντελώς. Η σκοτεινή ατμόσφαιρα γενικεύεται. Κανείς δεν είναι εντελώς αθώος. Το έγκλημα δεν είναι έξω από τον καθημερινό άνθρωπο αλλά μέσα του, ως λανθάνουσα πιθανότητα. Ο αντιήρωας κυριαρχεί. Η γυναίκα στο νουάρ παύει να είναι εξημερωμένη οικοδίαιτη γατούλα και γίνεται femme fatale, η μοιραία γυναίκα που μπορεί να καταστρέψει έναν άντρα, ενδεικτικό του φόβου των ανδρών και της κοινωνίας γενικότερα απέναντι στην απελευθέρωσή της.

Κάποιοι συγγραφείς του «σκληρού» μεταπηδούν στο νουάρ γράφοντας έργα πιο σκοτεινά. Ας δούμε μερικά τυπικά μυθιστορήματα και λογοτέχνες της εποχής και του είδους:

Ο Ρέιμοντ Τσάντλερ συνεχίζει και γράφει το αριστούργημά του «Ο μεγάλος αποχαιρετισμός» [1952][Κέδρος] αλλά και το απόλυτο δοκίμιο για το νουάρ, «Η απλή τέχνη του φόνου» [1944][εξαντλημένο].

Άλλα χαρακτηριστικά έργα: Ντέιβιντ Γκούντις, «Σκοτεινό πέρασμα» [1946][Μέδουσα]. Ντόροθι Χιουζ, «Σ’ ένα έρημο τόπο»[1947][Μίνωας]. Μίκι Σπιλέιν, «Η εκδίκηση είναι δική μου» [1950][Κέδρος].

Δ. Περνώντας τη Θάλασσα της Μάγχης – το polar

Παρόλο που η αστυνομική λογοτεχνία θεωρείται συχνά αγγλοσαξονική υπόθεση, θα λέγαμε ότι και σε πολλές άλλες χώρες και γλώσσες έχουμε εξαιρετικά δείγματα του είδους. Πρώτα και κύρια στη Γαλλία, όπου θα διαπιστώσουμε ότι οι συγγραφείς διέγραψαν μία πορεία παράλληλη με των υπερπόντιων ομοτέχνων τους και είχαν μια συχνά αμφίδρομη σχέση μαζί τους.

Η μορφή που σημάδεψε την αφετηρία του γαλλικού αστυνομικού μυθιστορήματος ήταν ο Eugène François Vidocq, ένας καταδικασμένος πλαστογράφος και κλέφτης, κατ’ επανάληψη δραπέτης, που κατέληξε με σχεδόν μαγικό τρόπο να γίνει διευθυντής της γαλλικής αστυνομίας την εποχή του Ναπολέοντα. Ο Βιντόκ έγραψε τα απομνημονεύματά του, που είχαν τεράστια επιτυχία και επηρέασαν συγγραφείς όπως ο Ουγκό, ο Μπαλζάκ και ο Πόε. Ο τελευταίος επέστρεψε τα δανεικά επιδρώντας σαφώς στην εξέλιξη του γαλλικού polar [roman policier] όταν το αφήγημά του «Οι φόνοι της Οδού Μοργκ» μεταφράστηκε στα γαλλικά από τον Μποντλέρ.

Οι πρώτες αξιοσημείωτες μυθοπλαστικές προσπάθειες του είδους στη Γαλλία θεωρούνται τα έργα του Εμίλ Γκαμποριό με τον νεαρό αστυνομικό Λεκόκ, ο οποίος αναζητά την αλήθεια και έρχεται συχνά αντιμέτωπος με τους προϊσταμένους του που βιάζονται ως συνήθως να κλείσουν τις υποθέσεις. Στα ελληνικά μπορείτε να βρείτε δύο μυθιστορήματα του πρωτοπόρου αυτού Γάλλου, το «Υπόθεση Λερούζ» [1866][Gutenberg] και «Έγκλημα στο Ορσιβάλ» [1867][Εξάντας].

Οι επόμενες σημαντικές γαλλικές συμβολές στο είδος μάλλον θα αργήσουν να έρθουν. Δεν είναι παρά στις αρχές του 20ου αιώνα που συναντάμε τον Γκαστόν Λερού και τον Μορίς Λεμπλάν. Ο Λερού – τον αναφέραμε στο πρώτο μέρος της συνοπτικής ιστορίας μας και είναι ίσως περισσότερο γνωστός από το «Φάντασμα της όπερας» που έγραψε – δημιουργεί τον δικό του ερευνητή, τον δημοσιογράφο Ζοζέφ Ρουλεταμπίλ, ο οποίος λύνει τα μυστήρια βασιζόμενος περισσότερο στη διαίσθησή του παρά στα στοιχεία που συγκεντρώνει η αστυνομία. Ευτυχώς βρίσκουμε δύο σημαντικά βιβλία του στη γλώσσα μας: «Το μυστήριο του κίτρινου δωματίου» [1907] και «Το άρωμα της γυναίκας με τα μαύρα» [1908] – και τα δύο από τις εκδόσεις Διόπτρα. Την ίδια εποχή, ο Λεμπλάν μάς έδωσε τον πολύ γνωστό Αρσέν Λουπέν, τον αριστοκράτη κλέφτη, έναν σύγχρονο Ρομπέν των Δασών, που πάντα καταφέρνει να ξεγλιστράει από την αστυνομία. Ο Λεμπλάν εξόργισε τους Άγγλους με το «Αρσέν Λουπέν εναντίον Σέρλοκ Χολμς» - εξαντλημένο στα ελληνικά -, όπου παρωδούσε τον φημισμένο Άγγλο ντετέκτιβ. Θα πρότεινα τα διηγήματα όπου πρωτοπαρουσιάζεται ο Αρσέν Λουπέν, «Αρσέν Λουπέν, αριστοκράτης λωποδύτης» [1907][Ερατώ].

Θα προσπεράσουμε την περίοδο του μεσοπολέμου, όπου κυριαρχεί η φιγούρα του Σιμενόν που εξετάσαμε στο δεύτερο μέρος της ιστορίας μας, και θα πάμε στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το 1943 ο Λεό Μαλέ εκδίδει το εμβληματικό 120 rue de la gare [μάλλον δεν υπάρχει στα ελληνικά] όπου παρουσιάζει τον ιδιόρρυθμο και αντισυμβατικό ντετέκτιβ του Nestor Burma και ουσιαστικά ξεκινάει το νουάρ στο γαλλικό έδαφος με σαφείς επιρροές από τον Χάμετ και την υπόλοιπη «σκληρή» σχολή.

Μετά από μια σχετική σιγή τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, έχουμε μερικούς αξιόλογους Γάλλους συγγραφείς, όπως το δίδυμο Μπουαλό-Νερσεζάκ που έγραψαν σε συνεργασία, συχνά φέρνοντας στο προσκήνιο το θύμα και δημιουργώντας σασπένς σχετικά με το πότε θα συμβεί το μοιραίο. Έγιναν ιδιαίτερα γνωστοί μετά την πετυχημένη μεταφορά του μυθιστορήματος «Οι διαβόλισσες» [1952][Άγρα] από τον Κλουζό και του «Δεσμώτη του Ιλίγγου» [1954][εξαντλημένο] από τον Χίτσκοκ. Λίγο αργότερα εμφανίζεται ο πειραματιστής Σεμπαστιάν Ζαπριζό, κυρίως με την «Παγίδα για τη Σταχτοπούτα» [1963][Κέδρος].

Ε. Το αγγλόφωνο αστυνομικό μυθιστόρημα μετά το νουάρ

Παρόλο που το νουάρ ως κατηγορία του αστυνομικού μυθιστορήματος με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά άρχισε σιγά-σιγά να υποχωρεί στα τέλη της δεκαετίας του ’50, ως ατμόσφαιρα συνέχισε και συνεχίζει να υπάρχει στα έργα κάποιων συγγραφέων. Θα μπορούσαμε με αρκετή βεβαιότητα να πούμε ότι ήταν το υποείδος με την ισχυρότερη επίδραση στην ιστορία της σύγχρονης αστυνομικής λογοτεχνίας.

Στη Βρετανία, η αγορά του αστυνομικού κυριαρχείται πια από τις αμερικάνικες εισαγωγές αλλά και από κάποιους μιμητές. Ίσως αυτό να έχει να κάνει και με την υποχώρηση της πρώην αυτοκρατορίας σε περιφερειακή θέση. Ωστόσο, κάποιοι συγγραφείς της εποχής δεν πέρασαν απαρατήρητοι. Πιθανότατα, η πιο ιδιάζουσα περίπτωση ήταν ο πολύς Γκράχαμ Γκριν, που αν και καθιερώθηκε ως συγγραφέας «γενικής» λογοτεχνίας, συχνά φλερτάριζε με το αστυνομικό. Έχουμε το σενάριό του για τον σπουδαίο «Τρίτο άνθρωπο» [1949] του Κάρολ Ριντ που κυκλοφόρησε αργότερα σε βιβλίο [στα ελληνικά, εκδόσεις Αιγόκερως] αλλά και ένα ενδιαφέρον κράμα αστυνομικού, κατασκοπικού, ερωτικού θρίλερ για τις αρχές της αμερικάνικης επέμβασης στο Βιετνάμ, το «Ο ήσυχος Αμερικάνος» [1955][Πόλις] – μετά από αυτό ο Γκριν ήταν persona non grata στις ΗΠΑ και του απαγορεύτηκε η είσοδος με τη δικαιολογία ότι στα φοιτητικά του χρόνια υπήρξε κομουνιστής.

Η μεγαλύτερη, όμως, μορφή της εποχής στον χώρο είναι η κυρία Τζόζεφιν Τέι, η οποία είναι σχεδόν άγνωστη στην Ελλάδα αν και το μυθιστόρημά της «Η κόρη του χρόνου» [1951][Gutenberg] – ένα υβρίδιο αστυνομικής εξιχνίασης και ιστορικού δράματος, με δεξιοτεχνική πλοκή και δυνατούς χαρακτήρες - ψηφίστηκε ως το καλύτερο αστυνομικό μυθιστόρημα όλων των εποχών από Βρετανούς κριτικούς και συγγραφείς του είδους.

Στις αμέσως επόμενες δεκαετίες, συναντάμε πρώτα την Π.Ντ. Τζέιμς με τη ραφινάτη και μεταφορική γλώσσα, τις πολλές λογοτεχνικές αναφορές, την καλοδουλεμένη πλοκή και την εξαιρετική μελέτη της ανθρώπινης φύσης. Μας δίνει το 1962 τον αστυνόμο-ποιητή Άνταμ Νταλγκλίς και το 1972, μία από τις πρώτες γυναίκες ιδιωτικές ντετέκτιβ στην ιστορία του είδους, την Κορντίλια Γκρέι. Δυστυχώς, θα την προσπεράσουμε βιαστικά γιατί πολλά από τα βιβλία της που θα ήθελα να προτείνω φαίνεται ότι δεν υπάρχουν πια στα ελληνικά. Λίγο-πολύ την ίδια μοίρα έχουν άλλοι τρεις σημαντικοί μυθιστοριογράφοι της εποχής, ο Κόλιν Ντέξτερ, ο Τεντ Λιούις [“Get Carter”] και η Ρουθ Ρέντελ, της οποίας η «Τυφλή ετυμηγορία» [1977][Ωκεανίδα] ίσως είναι το μόνο που κυκλοφορεί.

Πριν περάσω στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, θέλω να μιλήσω για τον άνθρωπο που ουσιαστικά με εισήγαγε στην αστυνομική λογοτεχνία στα χρόνια της εφηβείας μου, μέσα από την αστυνομική σειρά των βίπερ, τον Βρετανό Τζέιμς Χάντλεϊ Τσέις [1906-1985]. Τότε νόμιζα πως ήταν Αμερικάνος λόγω του «σκληρού» λογοτεχνικού του ύφους και της θεματολογίας του. Στο λογοτεχνικό του σύμπαν ο κόσμος του εγκλήματος ενώνεται με τον κόσμο των καθημερινών ανθρώπων, ο ίδιος δεν κρίνει, δεν παίρνει θέση, δεν αποκαλύπτει πολλά-πολλά παρά μόνο κυρίως όσα μαθαίνουμε μέσα από τους κοφτούς διαλόγους. Χαρακτήρες συχνά κυνικοί, διάχυτος ερωτισμός, καταιγιστική πλοκή σε κάνουν να μην μπορείς να αφήσεις το βιβλίο από τα χέρια σου. Ό,τι δικό του διαβάσετε συναρπαστικό. Ίσως τα πιο γνωστά του: No Orchids for Miss Blandish [1939], I'll Bury My Dead [1953], A Coffin from Hong Kong [1962], The Vulture is a Patient Bird [1969], An Ace Up My Sleeve [1971] – χρησιμοποιώ τους πρωτότυπους τίτλους γιατί οι ευφάνταστοι Έλληνες εκδότες τούς έχουν αλλάξει συχνά εντελώς. Αν δεν έχετε πρόσβαση σε καμιά παλιά συλλογή βίπερ, σήμερα μπορείτε να βρείτε μόνο: «Όχι λουλούδια για τη Μις Μπλάντις», «Το κοροϊδάκι της κοκκινομάλλας» [He won’t Need it Now, 1941], «Το θηλυκό του διαβόλου» [Eve, 1945], όλα από τις εκδόσεις Λυχνάρι.

Στις ΗΠΑ, το νουάρ ωριμάζει με συγγραφείς όπως η Πατρίσια Χάισμιθ, που προσφέρει ψυχολογική ανάλυση, υπαρξισμό και ακόμη περισσότερο σασπένς στο είδος. Μαζί της μοιάζουν να γκρεμίζονται εντελώς τα τείχη ανάμεσα στο καλό και το κακό, με αποκορύφωμα τα μυθιστορήματα με πρωταγωνιστή τον δολοφόνο Ρίπλεϊ. Η Χάισμιθ ευτυχεί να δει το πρώτο της μυθιστόρημα, Strangers on a Train [1950][εξαντλημένο στα ελληνικά], να γίνεται μεγάλη επιτυχία και να γυρίζεται ταινία από τον Χίτσκοκ. Μπορείτε – ευτυχώς – να βρείτε στα ελληνικά τα περισσότερα από τη σειρά με τον Ρίπλεϊ στην Άγρα: «Ο ταλαντούχος κύριος Ρίπλεϋ» [1955], «Ο Ρίπλεϋ κάτω από το χώμα» [1970], «Το αγόρι που ακολουθούσε τον Ρίπλεϋ» [1980], Ο Ρίπλεϋ σε βαθιά νερά» [1991] – λείπει μόνο το «Παιχνίδι του Ρίπλεϋ» [1974], άλλος τίτλος «Ο Αμερικανός φίλος», που φέρεται εξαντλημένο. Ενδιαφέρον έχει και το «Τα δύο πρόσωπα του Ιανουαρίου» [1964][Άγρα], που διαδραματίζεται στην Ελλάδα.

Ένας άλλος σημαντικότατος συγγραφέας είναι ο Τζιμ Τόμσον [1906-1977] με μυθιστορήματα που άφησαν εποχή, αλλά αυτό δεν μοιάζει να συγκινεί τους Έλληνες εκδότες, που δεν τα επανεκδίδουν, ακόμη και όταν γίνονται κινηματογραφικές επιτυχίες. Ο Τόμσον θεωρείται ότι έφερε λογοτεχνικότητα στο αστυνομικό μυθιστόρημα, δημιούργησε ιδιάζουσα πλοκή με αναξιόπιστους αφηγητές και σχεδόν σουρεαλιστική ατμόσφαιρα. Τα καλύτερά του: The Killer Inside Me [1952], Savage Night [1953], A Hell of a Woman [1954], Getaway [1958], The Grifters [1963], Pop. 1280 [1964]. Δυστυχώς, μόνο το τελευταίο υπάρχει στα ελληνικά, από τις εκδόσεις Οξύ.

Ένα μυθιστόρημα που άφησε εποχή αλλά παραμένει αμετάφραστο στα ελληνικά είναι το Last Seen Wearing… [1952] του Χίλαρι Γουό, που εξελίσσει το υποείδος police procedural – τον τρόπο που διεξάγει η αστυνομία τις έρευνές της – με την ενδελεχή περιγραφή της εξιχνίασης του μυστηρίου της εξαφάνισης μιας νεαρής φοιτήτριας.

Η δεκαετία του 1960 υπήρξε εποχή δραματικών αλλαγών. Ήταν η κορύφωση του ψυχρού πολέμου με την κουβανική κρίση, η δεκαετία των πολιτικών δολοφονιών, των αντιπολεμικών διαδηλώσεων, του αγώνα υπέρ των πολιτικών δικαιωμάτων, του ροκ και του Γούντστοκ, των χίπις, των λουλουδιών και της σεξουαλικής απελευθέρωσης, των κινημάτων αμφισβήτησης και του Μάη του ’68. Όλα αυτά δεν θα μπορούσαν να αφήσουν ανεπηρέαστη την αστυνομική λογοτεχνία που από τα χρόνια εκείνα και ύστερα γίνεται συχνά πιο πολιτικοποιημένη, με περισσότερη κοινωνική κριτική, με ευρύτερη γκάμα ντετέκτιβ αλλά και υπόλοιπων χαρακτήρων. Το νουάρ, όπως προείπαμε, παραμένει σε πολλούς συγγραφείς ως ύφος – πολλοί χαρακτηρίζουν το στιλ αυτό νέο-νουάρ.

Ο Ρος ΜακΝτόναλντ έδωσε ψυχολογικό βάθος και φιλοσοφικό προβληματισμό στο αστυνομικό μυθιστόρημα. Παρόλο που το καλύτερό του μυθιστόρημα – The Chill [1964] – δεν υπάρχει στα ελληνικά, θα ικανοποιηθεί κανείς με τον «Κινούμενο στόχο» [1949, το πρώτο από τα 18 με τον ντετέκτιβ Λιού Άρτσερ][Μεταίχμιο], τη «Νεκροφόρα με τις ρίγες» [1963][Αλεξάνδρεια] και τη «Γαλάζια φλέβα» [1976][Μεταίχμιο]. Ο πολιτικοποιημένος και αμφιλεγόμενος Ρεξ Στάουτ υποστήριζε τα δημοκρατικά δικαιώματα και αντιμαχόταν τη λογοκρισία. Ήταν στις λίστες των βασικών υπόπτων του FBI για κομουνισμό ή τουλάχιστον για φιλοκομουνιστικές τάσεις την εποχή του Μακαρθισμού, αλλά δήλωνε ότι μισούσε τους κομουνιστές. Στη διάρκεια του πολέμου του Βιετνάμ απογοήτευσε πολλούς με τη φιλοπόλεμη στάση του. Δημιούργησε τον ευτραφή εκκεντρικό ντετέκτιβ Νίρο Γουλφ, γκουρμέ και μοναχικό, και στα ελληνικά μπορείτε να βρείτε μόνο τη «Σαμπάνια για τη Φέιθ Άσερ» [1958][Καστανιώτης] αν και τα μεταγενέστερα έργα του θεωρούνται καλύτερα. Ο Άιρα Λέβιν έγραψε το «Μωρό της Ρόζμαρι» και τις «Γυναίκες του Στέπφορντ», που ωστόσο δεν θα τα ενέτασσα στην αστυνομική λογοτεχνία. Πολύ γνωστό είναι το «Ένα φιλί πριν πεθάνεις» [1953] – δεν υπάρχει πια στα ελληνικά – και το «Τα παιδιά από τη Βραζιλία» [1976][Anubis]. Ο Στίβεν Κινγκ χαρακτήρισε τον Λέβιν «Ελβετό ωρολογοποιό του σασπένς» για τη θαυμαστή ακρίβεια της πλοκής των βιβλίων του. Τέλος, πρέπει να αναφέρουμε το «Εν ψυχρώ» [Τρούμαν Καπότε, 1966][Πατάκης], που, αν και δεν θεωρείται ακριβώς αστυνομικό με τη στενή έννοια, επηρέασε την εξέλιξη του είδους, και τη μεμονωμένη επιτυχία του Μάριο Πούτζο με τον «Νονό» [1969][Λιβάνης].

Στη δεκαετία του 1970, έχουμε τον καταδικασμένο για κλοπές και άλλα εγκλήματα, ηθοποιό και σεναριογράφο, Έντουαρντ Μπάνκερ και το μυθιστόρημα που έγραψε στη φυλακή και έγινε μεγάλη επιτυχία No Beast So Fierce [1972], όπως και το Animal Factory [1977] - μάταια θα τα ψάξετε στα ελληνικά. Ο στιλίστας Τζορτζ Χίγκινς φημίζεται για τους ρεαλιστικούς του διαλόγους και την περιγραφή του κύκλου των γκάνγκστερ της Βοστόνης στο – φυσικά – αμετάφραστο βιβλίο του The Friends of Eddie Coyle [1970]. Ο Εντ ΜακΜπέιν περιγράφει με μεγάλη ακρίβεια την αστυνομική έρευνα – υποείδος: police procedural – και μας έδωσε το μάλλον αμετάφραστο Sadie When She Died [1972]. O Ντόναλντ Γουέστλεϊκ έκανε αίσθηση με την ευρηματική πλοκή των μυθιστορημάτων του και τους ζωντανούς διαλόγους του. Κυκλοφορεί στα ελληνικά το «Πώς να κλέψετε μια τράπεζα» [1972][Άγρα]. Άφησα τελευταία τη δόκτορα Αιγυπτιολογίας και φεμινίστρια Ελίζαμπεθ Πίτερς και την αρχαιολόγο-ντετέκτιβ της Αμέλια Πίμποντι που πρωτοεμφανίζεται στο «Τρόμος στις όχθες του Νείλου» [1975][Ενάλιος] – στα ελληνικά μπορείτε να βρείτε μερικά ακόμη βιβλία με την Πίμποντι που εκδόθηκαν στον 21ο αιώνα.

ΣΤ. Κάτω από τον ήλιο της Μεσογείου

Στην Ιταλία, το αστυνομικό μυθιστόρημα [giallo] ξεκίνησε καθυστερημένα και χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία το 1929 από τις Εκδόσεις Mondadori. Το φασιστικό καθεστώς σταμάτησε τις εκδόσεις giallo με την πρόφαση ότι ευθύνονταν για την αύξηση της εγκληματικότητας. Πατέρες του είδους θεωρούνται ο Κάρλο-Εμίλιο Γκάντα και ο Λεονάρντο Σάσα, με τα « Ο φριχτός κυκεώνας της Οδού Μερουλάνα» [1946][εξαντλημένο] και «Στον καθένα αυτό που του αξίζει» [1966][Εικοστός Αιώνας] - ή «Ο καθένας με τον νόμο του» [Ζαχαρόπουλος] -, αντίστοιχα, με σαφείς επιρροές από τον Κάφκα. Ο Μιλανέζος Γκάντα σπούδασε μηχανικός και αργότερα φιλοσοφία, αλλά μετά τον πόλεμο αφοσιώθηκε στο γράψιμο δίνοντάς μας δυνατά, δυσκολομετάφραστα κείμενα. Χρησιμοποιώντας διάφορες ιταλικές διαλέκτους, τεχνικές πληροφορίες και λογοπαίγνια, προσπάθησε να κάνει «υψηλή» λογοτεχνία αλά Τζόις. Στα ελληνικά υπάρχει ένα μεταγενέστερο μυθιστόρημά του, «Η γνώση του πόνου» [1963][Άγρα]. Ο Σικελός Σάσα εισήγαγε πολιτικά θέματα στα μυθιστορήματά του, συνδέοντας τη Μαφία με πολιτικούς παράγοντες και γράφοντας για διάφορες άλλες ίντριγκες. Όπως και ο Γκάντα, ο Σάσα συνήθως αρνείται να δώσει λύση στα μυστήρια των μυθιστορημάτων του, διακωμωδώντας τη χρήση της λογικής. Συνεργάστηκε με το ΚΚΙ στις τοπικές εκλογές και αργότερα, το 1979, εκλέχτηκε βουλευτής με το Ριζοσπαστικό Κόμμα.

Ο καθηγητής Σημειωτικής Ουμπέρτο Έκο κάνει πάταγο με το πρώτο μυθιστόρημά του, το «Όνομα του ρόδου» [1980][Ψυχογιός], ανανεώνοντας την αστυνομική λογοτεχνία και εμποτίζοντάς την με φιλοσοφικά στοιχεία και σημειολογική ερμηνευτική, σε έναν ιστορικό χώρο, τον Μεσαίωνα, που γνωρίζει πολύ καλά. Το μυθιστόρημα θυμίζει «μυστήριο κλειδωμένου δωματίου» - βλ. Α’ μέρος της επισκόπησής μας – αλλά και τις λογικές συνεπαγωγές του Σέρλοκ Χολμς. Άλλωστε, δεν μπορεί να είναι τυχαίο το όνομα του Άγγλου ιερωμένου-ερευνητή Γουλιέλμου της Μπάσκερβιλ, ο οποίος λέει στο βιβλίο: «Όταν συλλογιζόμαστε ένα βιβλίο, δεν πρέπει να αναρωτιόμαστε τι λέει αλλά τι σημαίνει.» Μερικά χρόνια αργότερα εκδίδεται το επίσης εξαιρετικό «Εκκρεμές του Φουκώ» [1988][Ψυχογιός], όπου διακωμωδούνται οι θεωρίες συνωμοσίας.

Λίγο πριν το τέλος του αιώνα, εμφανίζεται ένα ιστορικό-αστυνομικό μυθιστόρημα που πιθανότατα είναι εμπνευσμένο από το «Όνομα του Ρόδου». Ο συγγραφέας του ονομάζεται Λούθερ Μπλίσετ, αλλά αμέσως γίνεται αντιληπτό ότι πρόκειται για ψευδώνυμο. Πολλοί λένε ότι πρόκειται για τον ίδιο τον Έκο, σύντομα όμως αποκαλύπτεται ότι πίσω από την ιστορία κρύβεται μια ομάδα πολιτιστικών ακτιβιστών από το πανεπιστήμιο της Μπολόνια – όπου διδάσκει ο Έκο. Βέβαια πέρα από το ότι διαδραματίζεται στα τέλη του Μεσαίωνα, ελάχιστη σχέση έχει με το έργο του καθηγητή. Πρόκειται για τον συναρπαστικό «Εκκλησιαστή» [1999][Τραυλός] που αφηγείται το κυνηγητό σε όλη την Ευρώπη ανάμεσα σε έναν ήρωα-αιρετικό και έναν προδότη της επανάστασης των χωρικών στη Γερμανία.

[Ίσως αρκετοί να διαφωνήσουν με την επιλογή μου να κατατάξω τα τρία τελευταία βιβλία που ανέφερα στην αστυνομική λογοτεχνία, αλλά είναι προσωπικό ζήτημα – έτσι τα είχα πάντα στο μυαλό μου.]

Ο Αντρέα Καμιλέρι, Σικελός – και το αναφέρω γιατί στην Ιταλία η τοπική παράδοση παίζει μεγάλο ρόλο - σαν τον μέντορά του Λεονάρντο Σάσα, αρχίζει να γράφει τα αστυνομικά του με τον καλοφαγά Επιθεωρητή Μονταλμπάνο – επέλεξε το όνομα προς τιμή του Ισπανού ομότεχνού του Μονταλμπάν – στην ηλικία των 69! Γνήσιος λαϊκός αφηγητής, χρησιμοποιεί αρκετά στοιχεία διαλέκτου στη γλώσσα του και δυνατή πλοκή με συχνά έντονη κοινωνική κριτική. Θα σύστηνα ανεπιφύλακτα το πρώτο της σειράς Μονταλμπάνο «Το σχήμα του νερού» [1994][Πατάκης] και μετά μπορείτε να συνεχίσετε άφοβα – κυκλοφορούν κάμποσα στα ελληνικά.

Η Ισπανία μοιάζει να μην έχει ιστορία στην αστυνομική λογοτεχνία. Εν μέρει, αυτό δικαιολογείται από το γεγονός ότι η χώρα βγήκε το 1975 από μια σχεδόν 40χρονη βάναυση δικτατορία και, όπως είδαμε στην Ιταλία, οι δικτατορίες είναι καχύποπτες απέναντι στο αστυνομικό μυθιστόρημα. Έτσι, έχουμε αρκετές αξιόλογες προσωπικότητες στο είδος, αλλά δεν είναι εύκολο να διακρίνουμε ενοποιητικά στοιχεία. Πιθανότατα, όπως και στην υπόλοιπη εθνική λογοτεχνία, σημαντικό ρόλο παίζει η διαχείριση της μνήμης και του παρελθόντος, του ισπανικού εμφύλιου και του φρανκικού καθεστώτος που ακολούθησε.

Χαρακτηριστικότατη περίπτωση ο Καταλανός Μανουέλ Βάσκεθ Μονταλμπάν, ο οποίος υπέφερε από το καθεστώς Φράνκο. Γεννημένος τη χρονιά της ήττας, γιος αναρχοσυνδικαλίστριας, φυλακίστηκε 4 χρόνια για τη συμμετοχή του σε διαδήλωση για την υποστήριξη απεργίας ανθρακωρύχων και μπήκε στις μαύρες λίστες της δικτατορίας. Δημιουργεί τον 50άρη γαστρονόμο ντετέκτιβ Πέπε Καρβάλιο – οποιαδήποτε ομοιότητα με τον ήρωα του Καμιλέρι δεν είναι τυχαία – ο οποίος είναι κοινωνικά και πολιτικά ευαισθητοποιημένος. Τον Μονταλμπάν τον απασχολεί ιδιαίτερα «η κουλτούρα της λήθης» - το πέπλο που έπεσε πάνω στα εγκλήματα της δικτατορίας χάριν μιας ομαλής μετάβασης στη δημοκρατία. Προτεινόμενα μυθιστορήματα: «Οι θάλασσες του νότου» [1979][Ζαχαρόπουλος] και «Ο σέντερ φορ δολοφονήθηκε το σούρουπο» [1989][Μεταίχμιο].

Θα συνεχίσω με το «Ο πίνακας της Φλάνδρας» [1990][Πατάκης] του Αρτούρο Πέρεθ-Ρεβέρτε, που συνήθως γράφει ιστορικά μυθιστορήματα. Εδώ μια νεαρή συντηρήτρια έργων τέχνης προσπαθεί να λύσει το αίνιγμα μιας σειράς φόνων του μακρινού παρελθόντος με κλειδί μια σκακιστική παρτίδα που απεικονίζεται σε έναν ζωγραφικό πίνακα. Όμως, κάποιοι που μπορούν να δώσουν απαντήσεις αρχίζουν επίσης να δολοφονούνται.

Ελληνικό ενδιαφέρον έχει και το μυθιστόρημα του κουβανικής καταγωγής Ισπανού Κάρλος Χοσέ Σομόθα, «Το σπήλαιο των ιδεών» [2000][Πατάκης], με εκτενείς αναφορές στην πλατωνική φιλοσοφία και τον «αποκρυπτογράφο αινιγμάτων» Ηρακλή Πόντορ να προσπαθεί να εξιχνιάσει μια σειρά φόνων.

Θα κλείσω το κεφάλαιο «Ισπανία» με μια περίπτωση που έκανε αίσθηση. Η Κάρμεν Μόλα υποτίθεται πως ήταν μία καθηγήτρια, μητέρα τριών παιδιών, που έγραφε επιτυχημένα αστυνομικά στον ελεύθερο χρόνο της, μέχρι που πριν από λίγους μήνες – με αφορμή μια βράβευση - αποκαλύφτηκε ότι πίσω από το ψευδώνυμο κρύβονταν τρεις άντρες! Μπορείτε να βρείτε τα εξής βιβλία της/τους: «Κόκκινη Μαδρίτη» [2018] – πρωτότυπος τίτλος La novia gitana, Η τσιγγάνα νύφη [!] – και «Πορφυρό δίκτυο» [2019] – και τα δύο από τον Κλειδάριθμο.

Μένοντας στη Μεσόγειο, κάνουμε ένα ταξίδι μέχρι τη Μασσαλία και την καταπληκτική τριλογία της από τον πρόωρα χαμένο Ζαν-Κλοντ Ιζό. Ο γιος Ιταλού μετανάστη αστυνομικός Φαμπιό Μοντάλ απεχθάνεται τη βία, ακούει ό,τι μουσική μπορείτε να φανταστείτε, πίνει Λαγκαβούλιν, διαβάζει Τζόζεφ Κόνραντ και ερωτεύεται με μεσογειακό πάθος. Ταυτόχρονα προσπαθεί να λύσει το μυστήριο της δολοφονίας ενός παλιού του φίλου κόντρα σε θεούς και δαίμονες. Αποκλείεται να μην το αγαπήσετε: «Η τριλογία της Μασσαλίας» [1995-1998][Πόλις] – ενιαία έκδοση, τα τρία ξεχωριστά μέρη της τριλογίας φέρονται εξαντλημένα.

Μία άλλη τριλογία - αργότερα προστέθηκαν κάποια ακόμη - μάς πάει από το Αλγέρι στη Μασσαλία και από κει στο Παρίσι. Πρόκειται για «Το μαύρο Αλγέρι» [2006], την «Κόκκινη Μασσαλία» [2007] και το «Παρίσι μπλουζ» [2009] [όλα εκδόσεις Πόλις] του ψυχίατρου-ψυχαναλυτή Μορίς Ατιά. Ο ήρωάς του αστυνομικός Πάκο Μαρτίνεθ, με πατέρα αγωνιστή του Ισπανικού Εμφύλιου, γεννήθηκε στο Αλγέρι – όπως και ο συγγραφέας – αλλά η ανεξαρτησία της χώρας τον αναγκάζει να φύγει για τη Γαλλία, όπου λύνει υποθέσεις, νιώθοντας ωστόσο πάντα ξένος. Βιβλία – ιδίως τα δύο πρώτα – γεμάτα Μεσόγειο, όπως και αυτά του Ιζό.

Ζ. Περιδιαβάζοντας στον κόσμο

Γαλλία

Όπως ίσως έχει φανεί μέχρι τώρα στην επισκόπησή μας, μετά τον αγγλόφωνο χώρο η Γαλλία είναι η χώρα που διαχρονικά παρουσιάζει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον και συμβάλλει περισσότερο στην ανάπτυξη του είδους. Εύκολα διακρίνεται εδώ, ιδιαίτερα στα τέλη του 20ου αιώνα και μετά τον Μάη του ‘68, η διάθεση για πειραματισμό και για παιχνίδι με τα όρια των λογοτεχνικών ειδών. Η μορφή που κυριαρχεί αυτή την περίοδο είναι ο Ζαν-Πατρίκ Μανσέτ, ο οποίος θεωρείται ο ανανεωτής του αστυνομικού μυθιστορήματος με το λιτό ύφος του, τον πεσιμισμό, την ανάλυση της ανθρώπινης συνθήκης και την από αριστερή σκοπιά κοινωνικοπολιτική κριτική του. Αυτό το ριζοσπαστικοποιημένο αστυνομικό συχνά αναφέρεται ως néo-polar. Τα μυθιστορήματά του που φαίνεται να υπάρχουν ακόμη στα ελληνικά είναι τα «Νεκροτομείο πλήρες» [1973], «Το μελαγχολικό κομμάτι της Δυτικής Ακτής» [1976] και «Η πρηνής θέση του σκοπευτή» [1981], όλα από την Άγρα.

Ένας από τους συνεχιστές του néo-polar είναι ο Βέλγος αριστερός Ντιντιέ Ντενένξ, του οποίου στη γλώσσα μας μπορείτε να βρείτε το «Έγκλημα και μνήμη» [1983][Πόλις] και κάνα δυο άλλα που μάλλον δεν ανήκουν στο είδος. Ένας άλλος, περισσότερο μεταφρασμένος στα ελληνικά παρά στα αγγλικά, συγγραφέας είναι ο Ζαν-Μπερνάρ Πουί με το «Εθνική 86» [1992][Άγρα] και τη συνέχεια του εξαντλημένου πρώτου του μυθιστορήματος [1983], «Στεγνά! Ο Σπινόζα γαμάει τον Χέγκελ ξανά» [1998][Oposito]. Στη συνέχεια, μπορούμε να δούμε τον Τιερί Ζονκέ με το «Μυγάλη, η δηλητηριώδης αράχνη» [α’ έκδοση 1984, αναθεωρημένη 1995], στο οποίο στηρίχτηκε η ταινία του Αλμοδόβαρ «Το δέρμα που κατοικώ», και «Ο γέρος μου» [2005], και τα δύο από Καστανιώτη. Η ιστορικός και αρχαιολόγος Φρεντ Βαργκάς έχει γράψει βραβευμένα στον αγγλόφωνο κόσμο αστυνομικά, με τον Επιθεωρητή Άνταμσμπεργκ και έκδηλο ενδιαφέρον για τα ζητήματα της Μέσης Ανατολής. Θα βρείτε δύο από τα πιο πρόσφατα βιβλία της στον Πατάκη: «Ο καιρός των παγετώνων» [2015] και «Όταν βγαίνει η αράχνη» [2017]. Μια ακόμη γυναίκα, η καθηγήτρια οικονομικής ιστορίας Ντομινίκ Μανοτί, γράφει αστυνομική λογοτεχνία με πολιτικό ενδιαφέρον: «Η απόδραση» [2015] και «Μασσαλία 73» [2020], από τις Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου. Βραβευμένος στην Αγγλία για τα αστυνομικά του, ο Πιερ Λεμέτρ έχει επίσης κερδίσει το Βραβείο Γκονκούρ - το σημαντικότερο βραβείο λογοτεχνίας στη Γαλλία. Από τις εκδόσεις Μίνωας κυκλοφορούν τα «Ιρέν» [2006] και «Ανν» [2012]. Σίγουρα αξίζει να διαβάσετε το επίσης βραβευμένο με Γκονκούρ της Γαλλομαροκινής Λειλά Σλιμανί «Γλυκό τραγούδι» [2016][Ψυχογιός]. Για το τέλος, άφησα τον αξιολογότατο και πολυταξιδεμένο Καρίλ Φερέ, που συχνά γράφει με γλώσσα λυρική αστυνομικά με αρκετή βία που διαδραματίζονται σε χώρες οι οποίες στο σχετικά πρόσφατο παρελθόν επλήγησαν από διάφορα δεινά - αποικιοκρατία, απαρτχάιντ, δικτατορία – με φανερή αγάπη για φυλές και πολιτισμούς που κινδυνεύουν με εξαφάνιση. Συστήνουμε τα «Χάκα» [1998][Άγρα], «Ούτου» [2004][Άγρα], «Ζουλού» [2008][Λιβάνης], «Μαπούτσε» [2012][Άγρα].

Ρόμπερτ βαν Γκούλιγκ

Ο Ολλανδός διπλωμάτης Ρόμπερτ βαν Γκούλιγκ μετέφρασε από το 1941 ως το 1949 τις κινέζικες ιστορίες του δικαστή Ντι, που γράφτηκαν τον 18ο αιώνα αλλά διαδραματίζονται την εποχή της δυναστείας των Τανγκ [600-900 μ.Χ.] αν και υπάρχουν και μεταγενέστερα στοιχεία. Ενθουσιασμένος, προσπάθησε να γράψει ο ίδιος κάποιες ιστορίες στο ίδιο στιλ και έτσι γεννήθηκε η αστυνομική σειρά με τον Δικαστή Ντι, που πρωτοεκδόθηκε με επιτυχία στα Ιαπωνικά το 1950 και μετά στα αγγλικά, για να ακολουθήσουν άλλα 18 βιβλία μέχρι το 1968. Θα σας πρότεινα να ξεκινήσετε χρονολογικά, αλλά οι ελληνικές εκδόσεις δεν ακολουθούν ακριβώς τη διεθνή σειρά, οπότε μπορείτε να διαλέξετε μόνοι σας από πού θα κάνετε την αρχή.

Γερμανία

Για κάποιο λόγο, η Γερμανία δεν κατάφερε ποτέ να αποκτήσει σημαντική δική της σχολή στο αστυνομικό μυθιστόρημα παρόλο που οι Γερμανοί αγαπούν πολύ την (κυρίως εισαγόμενη) αστυνομική λογοτεχνία, την krimi. Υπάρχουν φυσικά μεμονωμένες περιπτώσεις με πρώτον και καλύτερο τον Φόλκερ Κούτσερ που το 2008 ξεκίνησε τη σειρά με τον αστυνομικό Γκέρεον Ρατ, που έγινε αμέσως μεγάλη επιτυχία και μεταφέρθηκε στη μικρή οθόνη από τον Τόμας Τίκβερ ως Babylon Berlin. Τα συγκεκριμένα βιβλία του Κούτσερ διαδραματίζονται στον Μεσοπόλεμο, πριν και μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, και στηρίζονται σε ευρύτατη έρευνα. Στα ελληνικά βλέπω ότι υπάρχουν μεταφρασμένα από τις εκδόσεις Διόπτρα τρία μυθιστορήματα από τα οκτώ της σειράς, οπότε μπορούμε να αρχίσουμε από το πρώτο: «Βρεγμένο ψάρι» [2008], και να συνεχίσουμε.

O Γιάκομπ Αργιούνι πέθανε πριν κλείσει τα 50 του. Πρόλαβε να μας δώσει το «Happy Birthday, Τούρκε!"»[1985][Καστανιώτης], με τον τουρκικής καταγωγής Γερμανό ντετέκτιβ του Κεμάλ Καγιανκάγια. Είναι προφανές ότι τον ενδιαφέρει το ζήτημα της ταυτότητας και της πολυπολιτισμικότητας. Στο «Μάτζικ Χόφμαν» [1996][Καστανιώτης] καταπιάνεται με τον ανερχόμενο εθνικισμό και ρατσισμό στη σύγχρονη Γερμανία.

Ένας άλλος πολυδιαφημισμένος Γερμανός είναι ο Σεμπάστιαν Φίτζεκ, ο οποίος κάνει θραύση στη χώρα του. Γράφει ψυχολογικά θρίλερ. Δηλώνει ότι ως παιδί μεταξύ των επιρροών του ήταν η Ένιντ Μπλάιτον και ο Μίκαελ Έντε – συγγραφείς και οι δύο παιδικών μυθιστορημάτων – ενώ ως ενήλικας διαβάζει πολύ Στίβεν Κινγκ, Μάικλ Κράιτον και Τζον Γκρίσαμ. Κυκλοφορούν αρκετά μυθιστορήματά του στη χώρα μας. Διαβάστε το πρώτο του, «Η θεραπεία» [2006][Διόπτρα], και προχωρήστε κατά το δοκούν.

Ρωσία

Στη Σοβιετική Ένωση δύσκολα θα μπορούσε να τύχει κρατικής αποδοχής ένα είδος που εξετάζει τη σκοτεινή πλευρά του ανθρώπου, αν και υπήρξαν κάποιες τολμηρές εξαιρέσεις. Μετά την πτώση του σοβιετικού καθεστώτος, αναπτύχθηκε σημαντικό ενδιαφέρον για μεταφρασμένη αστυνομική λογοτεχνία και σύντομα εμφανίστηκαν και εγχώριοι θεράποντες του είδους. Ένας από τους πρώτους πετυχημένους συγγραφείς στον χώρο και αδιαμφισβήτητος πρωταγωνιστής του είναι ο Ρωσογεωργιανός Μπόρις Ακούνιν που γράφει γοητευτικά αστυνομικά μυθιστορήματα που διαδραματίζονται στην τσαρική Ρωσία του 19ου αιώνα. Στα ελληνικά κυκλοφορούν: «Αζαζέλ» [1998][Σύγχρονοι Ορίζοντες], «Ο θάνατος του Αχιλλέα» [1998][Κλειδάριθμος], «Η στέψη» [1999][Κλειδάριθμος]. Ενδιαφέρουσα συγγραφέας θεωρείται και η Αλεξάντρα Μαρίνινα [γενν. 1957] με τη νεαρή υπαστυνόμο Νάστια Καμένσκαγια που μόνο ένα της βιβλίο μπορείτε να βρείτε στα ελληνικά: «Αντρικά παιχνίδια» [Κέδρος].

Ιαπωνία

Η Ιαπωνία έχει έναν περίπου αιώνα που μπήκε στον χάρτη της παγκόσμιας αστυνομικής λογοτεχνίας με τον ιδρυτή της «ορθόδοξης σχολής», τον Edogawa Ranpo. Το όνομά του είναι πραφθορά του Έντγκαρ Άλαν Πόε και ήταν θαυμαστής των Δυτικών συγγραφέων του είδους, ιδίως του whodunit το οποίο υπηρέτησε, διανθίζοντάς το όμως με ερωτισμό, γκροτέσκο και παραδοξολογία, καθώς και στοιχεία φανταστικού. Στα ελληνικά μπορεί να βρεθούν τα διηγήματα του «Το θύμα και η σκιά του» [1925][Ηριδανός]. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η προσωπικότητα που κυριαρχεί είναι ο Σέιτσο Μασουμότο, στα έργα του οποίου βλέπουμε μια εικόνα της μεταπολεμικής ιαπωνικής κοινωνίας και του μηδενισμού που επικράτησε μετά την ήττα. Το πρώτο του μυθιστόρημα [1958] κυκλοφόρησε στα ελληνικά ως «Τόκιο Εξπρές» [Άγρα] αλλά μάλλον είναι εξαντλημένο. Ένας νεότερος συγγραφέας, ο Keigo Higashino [γεν. 1958], ευτύχησε να δει πολλά έργα του να μεταφράζονται – στα ελληνικά βρίσκουμε τα «Η αφοσίωση του υπόπτου Χ» [2011] και «Η λύτρωση μιας αγίας» [2012], από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος. Ονόματα που εμφανίζονται συχνά στη σχετική διεθνή βιβλιογραφία αλλά είναι αμετάφραστα ή εξαντλημένα στη χώρα μας είναι τα εξής: Seishi Yokomizo, Soji Shimada, Masako Togawa, Kitakata Kenzo, Miyabe Miyuki – μόνο μη με ρωτήσετε πιο είναι το μικρό όνομα και ποιο το επίθετο, γιατί έχω μπερδευτεί τελείως.

Λατινική Αμερική

Η λατινόφωνη Αμερική είναι μια ασταθής και βίαιη ήπειρος και αυτό αντανακλάται στο έργο πολλών συγγραφέων αστυνομικών μυθιστορημάτων. Δεν γνωρίζω αν μπορούμε να μιλήσουμε για σχολή αναφερόμενοι σε λογοτέχνες που γράφουν σε χώρες τόσο απομακρυσμένες μεταξύ τους – πολύ αμφιβάλλω. Μπορούμε, ωστόσο, να δούμε αρκετά ενοποιητικά στοιχεία και μερικά πολύ αξιόλογα ονόματα. Κάνοντας αρχή από τον Βορρά, συναντάμε στο Μεξικό τον πολυγραφότατο Πάκο Ιγνάσιο Τάιμπο ΙΙ, που τα μυθιστορήματά του έχουν έντονο το στοιχείο της πολιτικής και κοινωνικής κριτικής, όπως και της βίας. Πολύ γνωστά και στην Ελλάδα τα «Η σκιά της σκιάς» [1986] και «Το ποδήλατο του Λεονάρντο» [1994], από την Άγρα. Πιο ανατολικά, στην Κούβα, υπάρχει ένας από τους πιο γνωστούς συγγραφείς του ισπανόφωνου κόσμου, ο Λεονάρδο Παδούρα, ο οποίος εκτός των άλλων γράφει και αστυνομικά μυθιστορήματα με τον αστυνομικό Μάριο Κόντε, που θα προτιμούσε να είναι διανοούμενος και δηλώνει «αλληλέγγυος με συγγραφείς, τρελούς και μεθύστακες». Έγινε γνωστός στον χώρο του αστυνομικού με την «Τετραλογία της Αβάνας», όπως ονομάζεται άτυπα, από την οποία στη γλώσσα μας μπορεί κανείς να βρει το τρίτο μέρος, «Μάσκες» [2005]. Πιο πρόσφατο είναι «Η διαφάνεια του χρόνου» [2018]. Και τα δύο από Καστανιώτη. Τέλος, στην Αργεντινή, υπάρχει η πολυβραβευμένη Κλαούντια Πινιέιρο. Ωστόσο, στα ελληνικά βρίσκουμε μόνο το «Η Έλενα ξέρει» [2007][Carnivora]. Γενικά, οι Έλληνες εκδότες δεν δείχνουν να πολυενδιαφέρονται για το αστυνομικό μυθιστόρημα νότια των ΗΠΑ, εκτός από τις εγγυημένες εξαιρέσεις που αναφέραμε.

Η. Σκανδιναβικό νουάρ

Από τα τέλη του προηγούμενου αιώνα και μετά, έχουμε μια άνθιση του Σκανδιναβικού νουάρ που διεκδικεί πια ένα μεγάλο κομμάτι της διεθνούς αγοράς αστυνομικής λογοτεχνίας. Συνήθως πρόκειται για μυθιστορήματα με ήρωες δύσθυμους και μελαγχολικούς αστυνομικούς που διαδραματίζονται σε γυμνά, παγωμένα βόρεια τοπία. Η ατμόσφαιρα είναι σκοτεινή και συχνά στενάχωρη. Η γλώσσα λιτή, αποφεύγει τις μεταφορές, και ο ρυθμός σχετικά αργός. Σε πολλά αντιπροσωπευτικά δείγματα του είδους, η πλοκή αφορά την αστυνομική έρευνα για την εξιχνίαση ενός εγκλήματος και ο συγγραφέας προσπαθεί να αναδείξει τον ρατσισμό, τον μισογυνισμό και τη βία που κρύβονται κάτω από το ήπιο προσωπείο των σκανδιναβικών κοινωνιών.

Πατέρας του είδους θεωρείται από πολλούς ο Σουηδός Henning Mankell [1948-2015] [θα κρατήσω τους λατινικούς χαρακτήρες των ονομάτων γιατί δεν είμαι βέβαιος για την προφορά τους], ενώ ο ίδιος σημείωνε ότι πρόδρομοι του νέου αυτού στιλ ήταν οι συμπατριώτες του Maj Sjöwall και Per Wahlöö με τις ιστορίες του αστυνομικού Μάρτιν Μπεργκ που εξέδωσαν από το 1965 ως το 1975 – εξαντλημένες όσες εκδόθηκαν στη χώρα μας. Ο ίδιος ο Mankell, αριστερός ακτιβιστής και σφοδρός επικριτής της Σουηδικής κοινωνίας, έγινε διάσημος με τα πολυβραβευμένα μυθιστορήματά του με πρωταγωνιστή τον Κουρτ Βαλάντερ. Στα ελληνικά θα βρείτε: «Εκτελεστές δίχως πρόσωπο» [1991 – το πρώτο της σειράς Βαλάντερ], «Τα σκυλιά της Ρίγα» [1992], «Εντολές θανάτου» [1995], «Η Πέμπτη γυναίκα» [1996], «Ένα βήμα πίσω» [1997], «Ο κόσμος του Κουρτ Βαλάντερ» [2004] – όλα από τον Ψυχογιό. Γενικά, όπως θα δούμε, υπάρχει πληθώρα σκανδιναβικών μυθιστορημάτων νουάρ στα ελληνικά.

Σουηδία

Ένας από τους πιο γνωστούς εκπροσώπους του σκανδιναβικού νουάρ στη Σουηδία είναι ο πρόωρα χαμένος αριστερός δημοσιογράφος Stieg Larsson με την τριλογία του Millenium που κυκλοφόρησε μετά τον θάνατό του, όπου μας παρουσιάζει τη συνεργασία δύο ετερόκλητων ανθρώπων, του δημοσιογράφου Μίκαελ Μπλόμκβιστ και της χάκερ Λίζμπεθ Σαλάντερ: «Το κορίτσι με το τατουάζ» [2005], «Το κορίτσι που έπαιζε με τη φωτιά» [2006], «Το κορίτσι στη φωλιά της σφήγκας» [2007] – Ψυχογιός. Ένα κλειδί για την ερμηνεία της τριλογίας είναι το ότι στα 15 του ο Larsson υπήρξε αδρανής μάρτυρας του ομαδικού βιασμού ενός κοριτσιού ονόματι Λίζμπεθ, κάτι που δεν ξεπέρασε ποτέ. Η βία που υφίστανται οι γυναίκες και ο νεοναζισμός είναι από τα κεντρικά θέματα του.

Η γεννημένη το 1974 Camilla Läckberg φαίνεται να χαίρει μεγάλης εκτίμησης στον αγγλοσαξονικό κόσμο. Την αποκαλούν συχνά «βασίλισσα του αστυνομικού», «η νέα Κρίστι», «η ροκ σταρ του σκανδιναβικού νουάρ». Πέρα από αυτές τις υπερβολές, η Läckberg είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα συγγραφέας με μάτι για λεπτομέρεια, ζωντανούς χαρακτήρες, εκπληκτικές περιγραφές της παραθαλάσσιας Σουηδίας – όπου γεννήθηκε άλλωστε – και καλοδουλεμένη, πολυσύνθετη πλοκή. Από τα αρκετά βιβλία της που κυκλοφορούν στα ελληνικά θα ξεχώριζα το πρώτο της, «Η παγωμένη πριγκίπισσα» [2007] [Μεταίχμιο] και μετά μπορείτε να συνεχίσετε με τα υπόλοιπα.

Lars Kepler είναι το ψευδώνυμο ενός ζευγαριού από τη Στοκχόλμη που γράφει με επιτυχία ψυχολογικά θρίλερ με αστυνομικό μυστήριο , κάποιες φορές στα όρια του παραφυσικού, με τον επιθεωρητή Γιούνα Λίνα. Θα ξεχώριζα τρία μυθιστορήματά τους για αρχή: «Ο υπνωτιστής» [2009], «Άμμος στα μάτια» [2012], «Ο διώκτης» [2014] – όλα Πατάκης.

Άλλα ονόματα για αναζήτηση: Arne Dahl, Jens Lapidus, Åsa Larsson.

Νορβηγία

Ιδιαίτερα πετυχημένος και στην Ελλάδα, ο πολυπράγμων Jo Nesbo – πρώην ποδοσφαιριστής, οικονομολόγος, δημοσιογράφος και μουσικός  – γράφει «σκληρά» αστυνομικά με τον ιδιόρρυθμο επιθεωρητή Χάρι Χόλε. Με σύντομα κεφάλαια και γρήγορη πλοκή, μοιάζει να έχει βρει το μυστικό της επιτυχίας. Προτεινόμενα: «Ο κοκκινολαίμης» [2006][Μεταίχμιο], «Ο χιονάνθρωπος» [2010] και εκτός σειράς Χόλε «Κυνηγοί κεφαλών» [2011] – όλα Μεταίχμιο.

Ο πρώην αστυνομικός Jørn Lier Horst γράφει μυθιστορήματα με βαθιά γνώση της αστυνομικής μεθοδολογίας, με εξαιρετική πλοκή και κοινωνικοπολιτικό σχολιασμό. Μπορείτε να βρείτε αρκετά βιβλία της πολυβραβευμένης σειράς με τον επιθεωρητή Βίλιαμ Βίστιν από τις εκδόσεις Διόπτρα: «Ο άνθρωπος της νύχτας» [2009], «Απομεινάρια θανάτου» [2010], «Έγκλημα στα φιορδ» [2011], μετά υπάρχουν αρκετά για να συνεχίσετε.

Δανία

Από τους πρωτοπόρους του είδους υπήρξε ο Peter Hoeg, ο οποίος γράφει και διάφορα άλλα είδη λογοτεχνίας, με το μοναδικό του οριακά αστυνομικό μυθιστόρημα, το εξαιρετικό «Η δεσποινίς Σμίλλα διαβάζει το χιόνι» [1992][Ψυχογιός], να θέτει ζητήματα ανθρωπίνων σχέσεων και αφομοίωσης μειονοτήτων από την κοινωνία της Δανίας, εκτός από το σασπένς της πλοκής του.

Η Sara Blaedel γράφει αστυνομικά μυθιστορήματα με τη ντετέκτιβ Λουίσε Ρικ [ένα άρθρο των New York Times τη χαρακτηρίζει «εξημερωμένη» Λίζμπεθ Σαλάντερ!], που συχνά αναλαμβάνει να φέρει σε πέρας υποθέσεις περιθωριοποιημένων γυναικών. Βιβλία της από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος: «Ξεχασμένα κορίτσια» [2011], «Φονικό δάσος» [2013], «Αγνοούμενη» [2014].

Τα μυθιστορήματα του Jussi Adler-Olsen διαθέτουν χιούμορ, σκοτεινή ατμόσφαιρα, σκληρότητα και κοινωνικό σχολιασμό. Ιδιαίτερη επιτυχία είχε «Ο φύλακας των χαμένων υποθέσεων» [2007], ακολουθούν «Βεβήλωση» [2008] και «Ματωμένο μήνυμα» [2009] για αρχή – όλα από τις εκδόσεις Λιβάνης.

Φινλανδία

Η Leena Lehtolainen, με την όμορφη μα αψίθυμη νεαρή δόκιμη υπαστυνόμο της Μάρια Κάλιο, έχει ένα μόνο βιβλίο της μεταφρασμένο στα ελληνικά: «Πικρά πάθη» [1993]. Το ίδιο και ο συμπατριώτης της Antti Tuomainen που γράφει σχεδόν ποιητικά μυθιστορήματα με ζοφερή ατμόσφαιρα, σασπένς και με συχνό πρωταγωνιστή την πόλη του Ελσίνκι: «Ο θεραπευτής» [2010]. Και τα δύο μεταφράστηκαν από τον Λιβάνη.

Ισλανδία

Η επιτυχία του ισλανδικού νουάρ είναι τεράστια αν αναλογιστούμε το μέγεθος της χώρας. Η Yrsa Sigurdardottir και ο Arnaldur Indridason συγκαταλέγονται ανάμεσα στα μεγαλύτερα ονόματα του σκανδιναβικού νουάρ [ή βόρειου νουάρ – Nordic noir – όπως αποκαλείται μερικές φορές]. Η πρώτη θεωρείται από πολλούς η "βασίλισσα" του ισλανδικού σασπένς και τα βιβλία της με την δικηγόρο-ερευνήτρια με το δύσκολο όνομα – Θόρα κάτι - κάνουν θραύση αλλά δεν φαίνεται να υπάρχουν στα ελληνικά. Αντίθετα υπάρχουν αρκετά από τη σειρά με την ψυχολόγο Φρέιγια και τον ντετέκτιβ Χούλνταρ στις εκδόσεις Μεταίχμιο: «DNA» [2014], «Το μήνυμα» [2015], «Λύτρωση» [2016]. Το στιλ του δεύτερου είναι λιτό και συχνά το ενδιαφέρον του εστιάζεται σε οικογενειακά μυστικά και φιλικές σχέσεις. Προτείνουμε: «Ο άνθρωπος της λίμνης» [2004][Μεταίχμιο]. Ο Steinar Bragi γράφει στα όρια αστυνομικού και μυθιστορήματος τρόμου με σαφείς επιρροές από Λάβκραφτ, «Παγωμένη γη» [2011][Κλειδάριθμος]. Τέλος, έχουμε τον ανερχόμενο Ragnar Jonasson και την πρότασή μας για «Το νησί» [2016][Καστανιώτης].

Θ. Οι σύγχρονες εξελίξεις στο αγγλόφωνο αστυνομικό

Τις τελευταίες δεκαετίες, η αστυνομική λογοτεχνία γνωρίζει τεράστια εμπορική άνθιση. Ωστόσο, δεν φαίνεται να δημιουργούνται νέες σχολές, όπως στο παρελθόν, στον αγγλοσαξονικό τουλάχιστον κόσμο. Οι περισσότεροι συγγραφείς θα μπορούσαν να ενταχθούν ίσως σε κάποιο υποείδος, που όμως δημιουργήθηκε στα περασμένα χρόνια – whodunit, «σκληρό», νέο-νουάρ, θρίλερ αγωνίας, κλπ – χωρίς να έχει φανεί ακόμη στον ορίζοντα κάτι σημαντικά καινούργιο. Ίσως είναι νωρίς ακόμη για την ιστορία του είδους να καταλήξει σε κάτι τέτοιο μια και όλα μοιάζουν να είναι υπό διαμόρφωση. Φυσικά, έχουμε αρκετά διακριτά νέα στοιχεία στην εποχή της παγκοσμιοποίησης. Πρώτα απ’ όλα, μια περιφερειακή λογοτεχνία όπως η σκανδιναβική μπόρεσε να έρθει στο προσκήνιο. Και από την άλλη, οι συγγραφείς του κέντρου βλέπουν να ανοίγουν γι’ αυτούς μεγάλες περιφερειακές αγορές. Επιπλέον, πολλοί συγγραφείς γράφουν ιστορίες που διαδραματίζονται σε χώρες εκτός μεγάλων μητροπολιτικών κέντρων [πχ, Καρίλ Φερέ] και κάποιοι μάλιστα ζουν εκεί [πχ, Ντόνα Λεόν]. Τώρα πια, οι λογοτέχνες δεν αρκούνται να στήσουν μια ιστορία με καλοδουλεμένη πλοκή και ρεαλιστικούς χαρακτήρες. Το ιστορικό, κοινωνικό, πολιτικό και πολιτιστικό πλαίσιο αναλύεται συχνά διεξοδικότατα. Ένα άλλο καινούργιο στοιχείο που εισβάλλει στο αστυνομικό μυθιστόρημα είναι η νέα επιστημονικότητα – δεν είναι δυνατό να γράψει κανείς με στοιχειώδη αληθοφάνεια για κάποια αστυνομική έρευνα χωρίς να γνωρίζει τουλάχιστον τα βασικά για τις νέες μεθόδους, όπως ανάλυση DNA, χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών, ηλεκτρονική παρακολούθηση, κλπ. – σε κάποιους συγγραφείς μάλιστα παίζουν κεντρικό ρόλο. Επίσης, το ενδιαφέρον πολλών αστυνομικών συγγραφέων στρέφεται συχνά στα ζητήματα ταυτότητας: εθνικής, φυλετικής, φύλου, κλπ. Κάτι άλλο που υπήρχε και στο παρελθόν, αλλά συνεχίζεται σε μεγαλύτερο βαθμό τώρα είναι η ύπαρξη σειρών με αυτοτελή μυθιστορήματα με τους ίδιους πρωταγωνιστές, με προφανή διάθεση να αναπτυχθεί καλύτερα ο χαρακτήρας τους και να έρθει στο προσκήνιο ο τρόπος ζωής τους - σε αυτό θα παίζει ρόλο και η ανάγκη για παραγωγή σειρών και ταινιών.

Στον 21ο αιώνα έχουμε αρκετούς καθιερωμένους συγγραφείς που συνεχίζουν να εκδίδουν και ακόμη περισσότερα νέα πρόσωπα που ίσως θα πρέπει να περιμένουμε πριν φτάσουμε σε κάποια οριστική κρίση. Το πιο πετυχημένα εμπορικά είδος φαίνεται να είναι το μυθιστόρημα με ήρωα ντετέκτιβ.

Μια καθιερωμένη συγγραφέας που βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του είδους είναι η Σάρα Παρέτσκι με την ηρωίδα της, ιδιωτική ντετέκτιβ Βαρσάβσκι από το Σικάγο, η οποία συχνά γίνεται η ίδια στόχος βίαιων επιθέσεων στη μάχη της ενάντια στο έγκλημα, ιδιαίτερα το οργανωμένο. Η Παρέτσκι μαζί με την άγνωστη στην Ελλάδα Σου Γκράφτον θεωρούνται ότι έσπασαν τα φράγματα του ανδροκρατούμενου αστυνομικού της δεκαετίας του 1980. Σύμφωνα με το αρχείο της biblionet, κυκλοφορούν αρκετά βιβλία της Παρέτσκι, αλλά η έρευνά μου σε ηλεκτρονικά βιβλιοπωλεία έδειξε μόνο ένα: «Η συνωμοσία του σταυρού» [1985][Μοντέρνοι Καιροί]. Αναζητήστε και τα υπόλοιπα - το καλύτερό της θεωρείται από πολλούς το «Λουλούδι του βάλτου» [1988].

Ένας άλλος σπουδαίος συγγραφέας της εποχής ήταν ο Τόνι Χίλερμαν, που έφερε στο προσκήνιο τους Αμερικανούς Ινδιάνους Νάβαχο και την κουλτούρα τους, μια και τα μυθιστορήματά του διαδραματίζονται στους καταυλισμούς τους με ντόπιους ντετέκτιβ. Δεν είναι ξεκάθαρο αν κυκλοφορούν ακόμη τα βιβλία του στα ελληνικά: αναζητήστε «Ο κλέφτης του χρόνου» [1988], «Ο ομιλών θεός» [1989][Στρατηγικές Εκδόσεις].

Ο Λόρενς Μπλοκ έκανε αίσθηση με τον ιδιωτικό του ντετέκτιβ Μάθιου Σκάντερ, πρώην Νεοϋορκέζο αστυνομικό που εργάζεται χωρίς επίσημη άδεια, κάνοντας «χάρες σε φίλους», προσπαθώντας να ξεπεράσει τον αλκοολισμό του και τις ενοχές του για τον θάνατο ενός νεαρού κοριτσιού. Στα ελληνικά θα βρείτε το «Οκτώ εκατομμύρια τρόποι να πεθάνεις» [1986][Πατάκης].

Ο πολύ γνωστός Σκοτσέζος Ίαν Ράνκιν δημιούργησε τον ιδιότροπο επιθεωρητή Ρέμπους [το 1987] και χρησιμοποιεί τη σκοτσέζικη λογοτεχνική παράδοση ενώ είναι διακριτή και η επιρροή του Αμερικάνικου «σκληρού» αστυνομικού μυθιστορήματος στο έργο του. Έχουν κυκλοφορήσει 23 βιβλία του που διαδραματίζονται στο υποβλητικό Εδιμβούργο με πρωταγωνιστή τον Ρέμπους, αλλά δύσκολα θα μπορούσαμε να βρούμε στα ελληνικά τα πρώτα του ώστε να παρακολουθήσουμε την εξέλιξή του. Θα πρότεινα για αρχή τα «Αναστημένοι» [2002], «Σκοτεινή πλευρά» [2009], όπου εισάγει έναν δεύτερο πρωταγωνιστή, τον Μάλκολμ Φοξ, από την αντιπαθητική υπηρεσία εσωτερικών υποθέσεων της αστυνομίας, «Ακόμη και τα άγρια σκυλιά» [2015] – όλα από το Μεταίχμιο.

Ο Τζόναθαν Λέθεμ μάς δίνει το 1999 το εξαιρετικό «Οι σκιές του Μπρούκλιν» [Κέδρος] με τον ιδιωτικό ντετέκτιβ Λάιονελ Έσρογκ να έχει Σύνδρομο Τουρέτ – κινητικά και φωνητικά τικ – και πάθος με τη γλώσσα. Το πρόβλημά του θα τον βοηθήσει ίσως με κάποιο τρόπο να λύσει το μυστήριο της δολοφονίας του αφεντικού του.

Ο πολυγραφότατος Μάικλ Κόνελι γράφει ιστορίες με τον ντετέκτιβ της Αστυνομίας του Λος Άντζελες Ιερώνυμο «Χάρι» Μπος [!] και τον δικηγόρο Μίκι Χάλερ. Στα βιβλία του υπάρχουν συχνά εκτενείς αναφορές σε σημαντικά γεγονότα, όπως οι ταραχές που ξέσπασαν το 1992 στο Λος Άντζελες ως αντίδραση στη ρατσιστική βία της αστυνομίας ή η πτώση των Δίδυμων Πύργων. Αρχίστε με το «Ο ποιητής» [1996][Λιβάνης], το δικαστικό θρίλερ «Ο δικηγόρος με τη Λίνκολν» [2005][Διόπτρα] και «Η άλλη πλευρά του νόμου» [2010][Bell].

Ο Βρετανός Λι Τσάιλντ έχει ως πρωταγωνιστή τον Αμερικανό πρώην στρατιωτικό αστυνομικό Τζακ Ρίτσερ και αποκαλεί τα μυθιστορήματα του «ιστορίες εκδίκησης». Το στιλ του θεωρείται «σκληρό» αλλά και εμπορικό. Από τα πολλά βιβλία του που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Bell, διαλέγουμε «Προαναγγελία εγκλήματος» [2002], «Ένας θάνατος δεν είναι αρκετός» [[2003], «Η γραμμή του μεσονυκτίου» [2015].

Από την άλλη άκρη του κόσμου έρχεται ο Αυστραλός Πίτερ Τεμπλ, γεννημένος στη Ν. Αφρική, με τον ασυνήθιστο πρωταγωνιστή του, δικηγόρο και τζογαδόρο Τζακ Άιρις, Στα ελληνικά βρίσκουμε ένα μυθιστόρημά του, χωρίς τον Άιρις, το «Αλήθεια» [2007][Μοτίβο Εκδοτική].

Η Αμερικανίδα Ντόνα Λεόν έζησε για 30 χρόνια στη Βενετία, όπου λίγο-πολύ διαδραματίζονται τα μυθιστορήματα της σειράς με τον Ιταλό ντετέκτιβ επιθεωρητή Γκουίντο Μπρουνέτι. Βλέπουμε να κυκλοφορεί στα ελληνικά η «Αριστοκρατική λάμψη» [1997][Σύγχρονοι Ορίζοντες] και ίσως κάνα-δυο ακόμη για τον επίμονο αναζητητή. 

Άλλα βιβλία με πρωταγωνιστές ντετέκτιβ που θα άξιζε ίσως να αναζητήσετε: «Ο θάνατος σου πάει» [2006, Πίτερ Τζέιμς][Χάρτινη Πόλη], «Ο ξυλοκόπος» [2010, Ρέτζιναλντ Χιλ][Εξάντας], «Μαριονέτες» [2018, M.W. Craven][Bell], «Η τιμωρία» [2018, Ελίζαμπεθ Τζορτζ][Ελληνικά Γράμματα].

Τέλος, ένας Αμερικανός ελληνικής καταγωγής, ο Τζορτζ Πελεκάνος, γράφει μυθιστορήματα που διαδραματίζονται στην πρωτεύουσα Ουάσιγκτον, τέσσερα με τον ντετέκτιβ Νικ Στέφανος αλλά δεν τα βρίσκω στα ελληνικά. Γενικά, ο Πελεκάνος έχει έντονη πολιτική χροιά στα βιβλία του και ενδιαφέρον για τις μειονότητες. Στη γλώσσα μας θα βρείτε το «Γλυκιά αιωνιότητα» [1998][Οξύ] και «Ο άνθρωπος που επέστρεψε» [2018][Πατάκης].

Το υποείδος του δικαστικού θρίλερ υπηρετούν ο Σκοτ Τάροου και ο πολύς Τζον Γκρίσαμ. Πιθανό να μπορείτε να βρείτε μόνο το «Έγκλημα πολέμου» [2017][Ωκεανίδα] του Σκοτ Τάροου, αλλά μπορείτε να ικανοποιηθείτε από τα έστω λίγα μυθιστορήματα του Γκρίσαμ που εξακολουθούν να κυκλοφορούν. Το θεωρούμενο ως καλύτερό του «Ετυμηγορία» [1989] υπάρχει στα Ελληνικά Γράμματα, ενώ υπάρχουν και τα αξιόλογα «Σκοτεινό βουνό» [2014][Bell], «Οι συνήγοροι» [2019][Ελληνικά Γράμματα]. Άλλα γνωστά του μάλλον είναι εξαντλημένα.

Με το ιστορικό αστυνομικό ασχολήθηκαν η Αγγλίδα Έλις Πίτερς [1913-1995] και ο Σκοτσέζος Φίλιπ Κερ [1956-2018]. Η Πίτερς έγραψε μια πετυχημένη σειρά μυθιστορημάτων που διαδραματίζονται στον Μεσαίωνα. Από τα κάμποσα της σειράς που έχουν μεταφραστεί από τις εκδόσεις Κανάκη, θα πρότεινα: «Η κουκούλα του μοναχού» [1980] και «Ο αιρετικός» [1989]. Τα γνωστότερα ιστορικά του Κερ έχουν πρωταγωνιστή τον αστυνόμο Μπέρνι Γκούντερ – κάποιοι τον συγκρίνουν με τον Μάρλοου του Τσάντλερ - και διαδραματίζονται στη Γερμανία στη διάρκεια του Μεσοπολέμου αλλά και μετά τον πόλεμο. Σίγουρα προτεινόμενη είναι η καταπληκτική «Τριλογία του Βερολίνου» [1989 -1990-1991] και το «Φοβού τους Δαναούς» [2018] με ελληνικό ενδιαφέρον – και τα δύο από τον Κέδρο.

Ένα άλλο πολύ ενδιαφέρον και πολύ σύγχρονο υποείδος είναι το εγκληματολογικό/ ιατρικό θρίλερ. Η δικαίως ευπώλητη Πατρίσια Κόρνγουελ μάς δίνει εξαιρετικά τεκμηριωμένες πλοκές με την ηρωίδα της ιατροδικαστή Κέι Σκαρπέτα από το Ρίτσμοντ της Βιρτζίνια να προσπαθεί να λύσει μυστήρια χρησιμοποιώντας την ιατρική και την κορύφωση να έρχεται όταν βρίσκεται αντιμέτωπη με τους ενόχους. Δύο μόνο από τα συναρπαστικά μυθιστορήματα φαίνεται να υπάρχουν ακόμη στις εκδόσεις Μεταίχμιο: το πρώτο της σειράς, «Postmortem» [1990] και το «Κυνηγός οστών» [2012]. Κάποια ιατρικά εγκληματολογικά, εκτός των άλλων, θρίλερ έχει γράψει και ο Μπέντζαμιν Μπλακ [ψευδώνυμο ενός από τους σπουδαιότερους συγγραφείς της εποχής μας, του Τζον Μπάνβιλ] με τον παθολόγο από το Δουβλίνο Κουίρκ: στα ελληνικά δείτε το «Ο ασημένιος κύκνος» [2008][Καστανιώτης]. Τρεις ακόμη ικανότατοι συγγραφείς στο υποείδος αυτό είναι ο πάλαι ποτέ ευπώλητος των Jurassic Park Μάικλ Κράιτον [Michael Crichton], ο Ρόμπιν Κουκ [«Κώμα»] και η ιατροδικαστική ανθρωπολόγος Κάθι Ράικς [Kathy ή Kathleen Reichs], όμως πιθανότατα θα δυσκολευτείτε να τους βρείτε μεταφρασμένους.

 Στον χώρο του ψυχολογικού θρίλερ ξανασυναντάμε τη Ρουθ Ρέντελ με το ψευδώνυμο Μπάρμπαρα Βάιν, με το οποίο γράφει ακόμη πιο σκοτεινές ιστορίες. Ένα μόνο βρίσκουμε στα ελληνικά: «Ο Μινώταυρος» [2005][Μεταίχμιο]. Νέες και ανερχόμενες είναι οι Βρετανίδα Ρουθ Γουέαρ, που κατοικεί στο Μπράιτον, και η Αμερικανο-Ιρλανδέζα Τάνα Φρεντς, που ζει στο Δουβλίνο. Η Γουέαρ δηλώνει επηρεασμένη από την Άγκαθα Κρίστι και οι ηρωίδες της είναι συνηθισμένες γυναίκες που βρίσκονται απροσδόκητα σε κίνδυνο. Τα βιβλία της στις εκδόσεις Κλειδάριθμος: «Βαθιά στο σκοτεινό δάσος» [2015], «Η γυναίκα στην καμπίνα 10» [2016], «Το παιχνίδι των ψεμάτων» [2017], «Ο θάνατος της κυρίας Γουέσταγουεϊ» [2018]. Η Φρεντς, από την άλλη, μάς προσφέρει ένα ενδιαφέρον χαρμάνι από ψυχολογικό θρίλερ, αστυνομική έρευνα [police procedural] και σασπένς. Δηλώνει πως μία από τις επιρροές της ήταν η Ντόνα Ταρτ [δεν την περιλαμβάνω στα αστυνομικά]. Όλα όσα κυκλοφορούν στο Μεταίχμιο προτείνονται: «Στο δάσος» [2007], «Ξένο δέρμα» [2008], «Ζώνη σιωπής» [2012], «Ο τόπος των μυστικών» [2014], «Σκοτεινός κήπος» [2018].

Ας δούμε στο τέλος τα αστυνομικά που δεν έχουν ντετέκτιβ για πρωταγωνιστή, αλλά διαθέτουν σασπένς και μυστήριο.

Ένας από τους κλασικούς πια είναι ο Ντικ Φράνσις που έγραψε μυθιστορήματα που διαδραματίζονται στους ιππόδρομους της Αγγλίας και αναδεικνύουν τη διαφθορά στον συγκεκριμένο χώρο. Ο Φράνσις γνωρίζει τα πράγματα από πρώτο χέρι μια και υπήρξε ο ίδιος τζόκεϊ. Ίσως να μπορεί να βρεθεί στα ελληνικά «Η τιμή των Κίνλοχ» [1996][Πατάκης].

Από την απέναντι μεριά του Ατλαντικού, ένας άλλος σύγχρονος και μάλλον σπουδαιότερος κλασικός είναι ο Έλμορ Λέοναρντ με τον γρήγορο ρυθμό, τον ρεαλισμό, την επιμονή του στην ανάπτυξη των χαρακτήρων και τους κοφτούς διαλόγους α λα Χέμινγουεϊ. Στα ελληνικά μάλλον δεν κυκλοφορούν τα καλύτερά του [Get Shorty, Out of Sight, Swag, Hombre, Mr. Majestyk, Rum Punch] οπότε ας αρκεστούμε με τα λίγα που μπορούν να βρεθούν – ξεκινήστε από τα πρώτα χρονικά: «Κυνηγητό στην Καραϊβική» [1982][Πατάκης], «Τισομίνγκο Μπλουζ» [2002][Άγρα].

Σπουδαίος συγγραφέας είναι επίσης ο Τζέιμς Ελρόι από το Λος Άντζελες. Όταν ήταν 10 χρονών, η μάνα του βιάστηκε και δολοφονήθηκε, κάτι φυσικά που τον στιγμάτισε. Γράφει σύντομες, «τηλεγραφικές» προτάσεις, χρησιμοποιώντας αργκό λεξιλόγιο διάφορων κοινωνικών ομάδων. Τα βιβλία του διαθέτουν πυκνή πλοκή, πεσιμισμό αλλά και μια ηθική στάση. Για άλλη μια φορά θεωρώ εξοργιστικό το ότι εκδοτικοί οίκοι που θέλουν να υπερηφανεύονται για τις αστυνομικές σειρές τους δεν επανεκδίδουν αριστουργήματα του είδους. Από τα πολλά βιβλία του Ελρόι μπόρεσα να εντοπίσω να κυκλοφορούν: «Perfidia» [2012], «Θύελλα» [2014] και από τo Κουαρτέτο του Λος Άντζελες το «Λος Άντζελες εμπιστευτικό» [1990] και τη «Λευκή τζαζ» [1992] - όλα από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος .

Η Αγγλίδα Μινέτ Γουόλτερς γράφει για την απομόνωση και την περιθωριοποίηση, για δυσλειτουργικές οικογένειες, για δικαιοσύνη και εκδίκηση, με τα μυθιστορήματά της να διαδραματίζονται σε διάφορα μέρη στην Αγγλία και συχνά να αναφέρονται σε συγκεκριμένα ιστορικά γεγονότα. Ένα μόνο βιβλίο της φαίνεται να κυκλοφορεί στα ελληνικά: «Η σκιά του χαμαιλέοντα» [2007][Ψυχογιός].

Ο Αμερικανός Τόμας Χάρις έγινε διάσημος με την τετραλογία του όπου πρωταγωνιστεί ο περιβόητος κατά συρροή δολοφόνος και κανίβαλος Χάνιμπαλ Λέκτερ. Θα βρείτε και τα τέσσερα βιβλία στις εκδόσεις Bell. Η σειρά είναι: «Κόκκινος δράκος» [1981], «Η σιωπή των αμνών» [1988], «Χάνιμπαλ» [1999], «Χάνιμπαλ – Το ξύπνημα του κακού» [2006].

Δυναμική εμφάνιση κάνει η Αμερικανίδα Τζίλιαν Φλιν με τρία μυθιστορήματα που μεταφέρθηκαν στην οθόνη με επιτυχία. Έχει κατηγορηθεί για μισογυνισμό επειδή οι γυναικείοι χαρακτήρες της είναι αρνητικοί, αλλά η ίδια δηλώνει φεμινίστρια και θεωρεί σημαντικό να υπάρχουν και «κακές» γυναίκες στη λογοτεχνία. Βρείτε τα βιβλία της στο Μεταίχμιο: «Αιχμηρά αντικείμενα» [2006], «Σκοτεινός τόπος» [2009], «Το κορίτσι που εξαφανίστηκε» [2012].

Ο επίσης Αμερικανός Χάρλαν Κόμπεν γράφει θρίλερ με άλυτα μυστήρια του παρελθόντος – συνήθως φόνους - που βγαίνουν στην επιφάνεια και οι πλοκές του είναι γεμάτες αναπάντεχες εξελίξεις. Στη γλώσσα μας υπάρχουν: «Ο ξένος» [2015][Μεταίχμιο], «Φυγή» [2019][Bell].

Τέλος, αξίζει τον κόπο να αναζητήσετε τα «Μαύρα Φτερά» [2006][Κλειδάριθμος] της Βρετανίδας Αν Κλιβς και την «Ξηρασία» [2016][Μεταίχμιο] της Τζέιν Χάρπερ από την Αυστραλία. Επίσης, τώρα τελευταία, αστυνομικά θρίλερ έχει γράψει και ο βασιλιάς του τρόμου Στίβεν Κινγκ: «Τέλος βάρδιας» [2016] και «Ο ξένος» [2018] – και τα δύο εκδόσεις Κλειδάριθμος.

Παναγιώτης Αλεξανδρίδης