Τετάρτη 27 Δεκεμβρίου 2023

Οι καλύτερες ταινίες του 2023

Oppenheimer [Chris Nolan]

Μια σπουδαία ταινία για τα ηθικά διλήμματα του πατέρα της ατομικής βόμβας. Ο Οπενχάιμερ, αριστερός Εβραίος, πείθεται να εργαστεί για την κατασκευή του υπερόπλου που θα νικήσει τον Χίτλερ, αλλά αργότερα παίρνει έναν δρόμο χωρίς επιστροφή, προς μια αμφίβολη δόξα. Ο Νόλαν δείχνει να ενηλικιώνεται σκηνοθετικά και μας προσφέρει μερικές σκηνές που θα μείνουν στην ιστορία του κινηματογράφου.


Living/ Αισθάνομαι ζωντανός [Oliver Hermanus]

Στο Λονδίνο του 1953, ένας προϊστάμενος δημόσιας υπηρεσίας διευθύνει το χαρτοβασίλειό του με αδιαφορία για τους υφισταμένους του και αναλγησία για τους πολίτες. Όταν μαθαίνει ότι του απομένει ελάχιστος χρόνος να ζήσει, όλα παίρνουν αναπάντεχη τροπή. Εμπνευσμένη από μια νουβέλα του Τολστόι και το Ikuru του Κουροσάβα, σε σενάριο Κάζουο Ισιγκούρο, η ταινία καταφέρνει να γεννήσει αισιοδοξία από ένα θέμα που μοιάζει βαρύ.


Killers of the Flower Moon/ Οι δολοφόνοι του ανθισμένου φεγγαριού [Martin Scorsese]

Ένα έπος για το πώς η γενοκτονία των Ινδιάνων με στρατιωτικά κυρίως μέσα στον 19ο αιώνα, ολοκληρώνεται μέσω της απληστίας στον 20ο. Ένας αδύναμος άνθρωπος αφήνεται να παρασυρθεί από τον ισχυρό άνδρα του τόπου σε εγκλήματα που συχνά μοιάζουν να στρέφονται ενάντια στον ίδιο τον εαυτό του. Παρά την αξιόλογη εικονογραφία, ο Σκορσέζε μένει στο ψυχολογικό επίπεδο χωρίς να πολυαγγίζει το πολιτικό.


How to Blow Up a Pipeline [Daniel Goldhaber]

Οκτώ νεαρά άτομα αποφασίζουν να ανατινάξουν έναν αγωγό πετρελαίου για να προτρέψουν τους Αμερικανούς να αντιδράσουν στην εντεινόμενη περιβαλλοντική καταστροφή. Αν και περίμενα ένα μάλλον βαρετό οιονεί ντοκιμαντέρ, ξαφνιάστηκα πολύ ευχάριστα παρακολουθώντας ένα οικολογικό θρίλερ με σασπένς, ενδιαφέρουσα ανάπτυξη χαρακτήρων και αναπάντεχη εξέλιξη.


Argentina 1985 [Santiago Mitre]


Ταινία για τη δίκη που καταδίκασε σε ισόβια τον δικτάτορα Βιντέλα και έστειλε στη φυλακή αρκετούς συνεργάτες του, για τα χιλιάδες εγκλήματα που διέπραξαν κατά τη διάρκεια της τελευταίας δικτατορίας της Αργεντινής [1976-1983]. Αντί να επικεντρωθεί σε μια ντοκιμαντερίστικη ανάπλαση των γεγονότων, ο σκηνοθέτης επέλεξε να δώσει κάποια ελαφράδα, προσθέτοντας χιούμορ, μικρές οικογενειακές σκηνές, και συγκίνηση.


Reality [Tina Satter]


Η Ριάλιτι Γουίνερ εργάζεται ως μεταφράστρια σε μια κυβερνητική υπηρεσία. Μια μέρα, επιστρέφοντας από το μάρκετ, έρχεται αντιμέτωπη με πράκτορες που την ανακρίνουν για διαρροή κρατικών μυστικών. Γυρισμένο με ντοκιμαντερίστικο τρόπο, το πολιτικό αυτό θρίλερ καταφέρνει να μεταδώσει όλη την αγωνία ενός ανθρώπου πιασμένου στα δίκτυα των μυστικών υπηρεσιών.


Anatomy of a Fall/ Anatomie d’une chute/ Ανατομία μιας πτώσης [Justine Triet]


Το γαλλικό αυτό δικαστικό θρίλερ μάς έρχεται βραβευμένο με τον Χρυσό Φοίνικα του 2023. Μια συγγραφέας είναι ύποπτη για τον θάνατο του συζύγου της. Η όλη προσωπικότητά της στρέφεται εναντίον της αθωότητάς της. Η Triet δημιουργεί ιδιαίτερη ψυχολογική ένταση και ταυτόχρονα αναλύει τη σχέση του ζευγαριού, ενώ η παρουσία του τυφλού γιού προσθέτει βάθος στο δράμα.


Corsage/ Κορσές [Marie Kreutzer]


Γυναικεία ματιά και εξαιρετική ανάπλαση της εποχής και της ζωής της Ελισσάβετ της Αυστρίας, της γνωστής Σίσσυ, συζύγου του Αυτοκράτορα Φραγκίσκου-Ιωσήφ. Όταν φτάνει στην ηλικία των 40, η Ελισσάβετ συνειδητοποιεί πόσο στενός «κορσές» είναι η αυτοκρατορική της ιδιότητα. Γεμάτη λαχτάρα για ζωή, αγνοημένη από έναν αδιάφορο απέναντί της σύζυγο, βυθίζεται όλο και πιο πολύ στα αδιέξοδά της.


Prison 77/ Modelo 77/ Η απόδραση του ‘77 [Alberto Rodriguez]


O σκηνοθέτης του συγκλονιστικού θρίλερ La isla minima δίνει εδώ μια ιστορία για τον αγώνα για αμνηστία, αξιοπρέπεια και δικαιοσύνη των κρατουμένων στις ισπανικές φυλακές κατά τη διάρκεια της υποτιθέμενης μεταπολίτευσης μετά τον Φράνκο, που ουσιαστικά δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Με εξαιρετικό ρυθμό και ανάπτυξη χαρακτήρων, η ταινία κρατάει τον θεατή μέχρι την τελευταία σκηνή.


Master Gardener [Paul Schrader]


Ο αρχικηπουρός του τίτλου εργάζεται για μια πλούσια χήρα, η οποία του ζητάει να προσλάβει την ανιψιά της. Η νεαρή κοπέλα θα λειτουργήσει ως καταλύτης στις σχέσεις του κηπουρού με την εργοδότριά του, στην αποκάλυψη του παρελθόντος του και στην αγωνιώδη προσπάθειά του για γαλήνη. Βραδυφλεγές θρίλερ του σεναριογράφου του Ταξιτζή με το μόνιμο θέμα του: την αντιφατική πορεία του ήρωα προς τη λύτρωση.


Barbie [Greta Gerwig]

Όταν η Μπάρμπι αντιλαμβάνεται κάποια ψεγάδια πάνω της, ξεκινάει (μαζί με τον Κεν) ένα ταξίδι από τον κουκλίστικο παράδεισό της στον αληθινό κόσμο, σε αναζήτηση ταυτότητας. Αυτό θα οδηγήσει σε επανεξέταση των ρόλων στον κόσμο της Μπάρμπι. Η Αμερικανίδα σκηνοθέτιδα δημιουργεί μια ταινία καθόλου αφελή, όπως άδικα έχει κατηγορηθεί, αλλά που αντίθετα δίνει τροφή για προβληματισμό για τον ρόλο των φύλων σήμερα.


Afire/ Roter Himmel/ Κόκκινος ουρανός [Christian Petzold]


Ο Λεόν και ο Φέλιξ πηγαίνουν για διακοπές στο εξοχικό του δεύτερου στη Βαλτική. Η αναπάντεχη παρουσία της Νάντια στο σπίτι και οι έρωτές της προκαλούν διαφορετικές αντιδράσεις στους δύο φίλους. Καταλυτικό ρόλο θα παίξουν οι φωτιές στα δάση της περιοχής. Ο Petzold επανασυνδέεται με τις πρώτες του ταινίες, προσθέτοντας ωστόσο νέα στοιχεία – περιβαλλοντολογικά - στη θεματολογία του.


May December [Todd Haynes]


Η Γκρέισι, μια 36χρονη παντρεμένη γυναίκα, φυλακίζεται για αποπλάνηση του 13χρονου συμμαθητή του γιου της. Το αταίριαστο ζευγάρι παντρεύεται και αποκτά τρία παιδιά. Χρόνια αργότερα, μια νεαρή ηθοποιός πηγαίνει στο σπίτι της κατά τα φαινόμενα ευτυχισμένης οικογένειας για να μελετήσει τον χαρακτήρα της Γκρέισι στο πλαίσιο μιας ταινίας. Η ταινία εξετάζει τις προκαταλήψεις μας, αλλά και το τι σημαίνει ηθοποιία. 


Άλλες πολύ αξιόλογες ταινίες που θα πρότεινα: Babylon [Damien Chazelle], The Whale [Darren Aronofsky], Rheingold [Fatih Akin], The Old Oak [Ken Loach], The Killer [David Fincher] - όλες από αγαπημένους σκηνοθέτες. Όμως, κάπου έπρεπε να τραβηχτεί μία γραμμή, πάντα με βάση το προσωπικό μου γούστο. 

Αναμένονται με μεγάλο ενδιαφέρον οι: Poor Things [Γιώργος Λάνθιμος]. Napoleon [Ridley Scott], Il sol dell'avvenire [Ninno Moretti], Coup de Chance [Woody Allen], The Zone of Interest [Jonathan Glazer], και άλλες, που δεν έχουμε δει ακόμη.

 

Κυριακή 3 Δεκεμβρίου 2023

Τάνγκο: η γέννηση - τα πρώτα βήματα - η εξέλιξη ως το 1960.

«Το τάνγκο δεν γεννιέται από τον συνδυασμό διαφόρων μουσικών ειδών, αλλά από τον τρόπο με τον οποίο το δημιουργικό πνεύμα και η υπαρξιακή διάθεση του πορτένιο* πλάθει αυτά τα μουσικά είδη. Άλλο πράγμα ο ζωγράφος κι άλλο η παλέτα.» [Οράσιο Φερέρ, Το τάνγκο, η ιστορία και η εξέλιξή του]

[*πορτένιο = άνθρωπος του λιμανιού - ο κάτοικος του Μπουένος Άιρες]


Οι ρίζες

Το τάνγκο [όπως και το λαϊκό θέατρο, που έχει στενή σχέση μαζί του] είναι τέχνη των λαϊκών τάξεων και γεννήθηκε στις πόλεις του κόλπου του Ρίο ντε λα Πλάτα [Μπουένος Άιρες, Μοντεβιδέο] από τα μεγάλα μεταναστευτικά ρεύματα του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα. Η εξωτερική μετανάστευση αφορά κυρίως Ισπανούς, Ιταλούς και Γερμανούς, ενώ η εσωτερική τούς εξαθλιωμένους γκάουτσο [ανθρώπους της υπαίθρου] και αυτόχθονες πληθυσμούς που στρέφονται στην πόλη για να επιβιώσουν. Η μετανάστευση στην Αργεντινή μετά τη δεκαετία του 1880 – δεύτερη σε αριθμούς μετά από αυτή στις ΗΠΑ – βοήθησε ώστε το 1908 η χώρα να είναι η 7η πιο αναπτυγμένη χώρα στον κόσμο. Η μετανάστευση οδήγησε στην επανασύσταση της αργεντίνικης κοινωνίας.

Το τάνγκο λοιπόν γεννιέται στα περίχωρα της μεγαλούπολης. Στα κονβεντίγιος, τις φτωχικές αυλές που σε μικρά δωμάτια γύρω τους στριμώχνονται πολυπληθείς οικογένειες, κοντά στα λιμάνια – εικόνα οικεία και σε όσους μεγάλωσαν σε προσφυγικές συνοικίες στην Ελλάδα. Εκεί βράζει η ψυχή του φτωχού μετανάστη και του περιθωριοποιημένου Αργεντίνου – του ξεπεσμένου γκάουτσο, του κομπάδρε [καπέλο, μαντίλι, μαχαίρι] και της πόρνης. Των στρωμάτων εκείνων που αρνιούνται τους κανόνες της αστικής κοινωνίας. Είναι η μουσική των κακόφημων καφενείων και των οίκων ανοχής. Των οίκων ανοχής, όπου οι μάγκες και οι κουτσαβάκηδες της περιφέρειας πηγαίνουν, εκτός των άλλων, να ακούσουν μουσική και να χορέψουν - με πρόδηλο το ερωτικό στοιχείο.


Αυτό το γοητευτικό και άθλιο χαρμάνι – ανάλογα από ποια σκοπιά το βλέπεις – που ζούσε σε μόνιμη κατάσταση  άγχους, πόνου και περιθωριοποίησης, δημιούργησε νέες συνθέσεις. Ο Φερέρ θεωρεί το τάνγκο υβριδική σύνθεση τριών μουσικών ειδών: του τάνγκο ανδαλούς, της χαμπανέρα [που έφεραν οι Κουβανοί ναύτες του λιμανιού της Μπόκα] και της μιλόνγκα. Ταυτόχρονα, θεωρεί σημαντική τη συμβολή της αφρικάνικης μουσικής και τις επιρροές από την αυτόχθονη  μουσική των Ινδιάνων, χωρίς όμως να τις αναλύει, λέγοντας πως υπερβαίνουν τα όρια της μελέτης του. Αντίθετα, αναλύει επιμελώς τον ρόλο που έπαιξε το λαϊκό θέατρο στην ανάμειξη αυτών των ειδών και στην αποδοχή του τάνγκο από ευρύτερες λαϊκές μάζες. Αυτό έγινε κυρίως με την εισαγωγή του στις ισπανικής προέλευσης σαϊνέτε – μονόπρακτα με κωμική διάθεση και λαϊκό χαρακτήρα που παιζόταν στο τέλος ή ανάμεσα σε μεγαλύτερες παραστάσεις. Η συμμετοχή αυτή του τάνγκο στις λαϊκές θεατρικές παραστάσεις με τον καιρό γενικεύτηκε συμβάλλοντας στη δημιουργία του «εθνικού θεάτρου».

Το πνεύμα του τάνγκο υπήρχε στις πόλεις του Ρίο ντε λα Πλάτα πριν εμφανιστεί το ίδιο το τάνγκο. Οι λαϊκές τάξεις ασχολούνται με το θέατρο και το τάνγκο ως καλλιτεχνικά μέσα έκφρασης γιατί οι απαιτούμενες τεχνικές δεξιότητες δεν υπερβαίνουν τις δυνατότητές τους – οποιοσδήποτε παίζει ένα μουσικό όργανο μπαίνει σε έναν κύκλο και παίζει. Η έκφραση μέσα από ένα τάνγκο δεν χρειάζεται ιδιαίτερες μουσικές γνώσεις, σε εκείνο το πρώτο στάδιο τουλάχιστον. Το σφύριγμα ενός σκοπού, ένα προφορικό ποίημα, είναι και μπορεί να είναι ένα τάνγκο.

Όλοι αυτοί οι ανώνυμοι αναλφάβητοι μουσικοί βάζουν το λιθαράκι τους στην αυθεντική φυσιογνωμία του τάνγκο. Τα πρόσωπα-κλειδιά και τα έργα-ορόσημα στην ιστορία του τάνγκο δεν είναι περισσότερο από το 10% μιας τεράστιας καλλιτεχνικής παραγωγής.

Άντρες παίζουν και χορεύουν τάνγκο [Μπουένος Άιρες, περ. 1900]

Παλιά και Νέα Φρουρά

Χοντρικά η εξέλιξη του τάνγκο χωρίζεται σε Παλιά και Νέα Φρουρά [Guardia ViejaGuardia Nueva] με μορφολογικά κυρίως κριτήρια.

Η Παλιά Φρουρά – περίπου 1880-1920 – χαρακτηρίζεται από την οριστικοποίηση του ηχοχρώματος.Οι πρώτες ορχήστρες είχαν άναρχη σύνθεση. Αρχικά, φεύγουν τα χάλκινα και στις ορχήστρες καθιερώνεται η άρπα, το βιολί και το φλάουτο. Στις αρχές του 20ου αιώνα η άρπα αντικαθίσταται από την κιθάρα. Λίγο αργότερα κυριαρχούν το πιάνο, το βιολί και το μπαντονεόν – όργανο με γερμανικές ρίζες.

Επίσης οριστικοποιείται ο χορός του τάνγκο.

Κοινωνικά, σιγά-σιγά περνά από τα χέρια των περιθωριακών ομάδων στα φτωχά και τα μικροαστικά στρώματα της πόλης. Η μπουρζουαζία απορρίπτει συστηματικά το τάνγκο. Όμως, «με απορρίπτουν άρα υπάρχω».

Με τη Νέα Φρουρά – περίπου 1920-1960 – σταθεροποιείται η δομή του τάνγκο σε 2-3 16μετρα. Η γλώσσα των τραγουδιών είναι ένα αμάλγαμα ισπανικών με ιταλικά, γερμανικά και αυτόχθονα στοιχεία. Οι φιγούρες του χορού απλοποιούνται. Τώρα πια, ακόμη και τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα διασκεδάζουν ακούγοντας και χορεύοντας τάνγκο.

Εκεί που αρχικά παιζόταν σε κακόφημα καφενεία των περιχώρων, σε παράνομα μαγαζιά και σε οίκους ανοχής, τώρα το βρίσκει κανείς σε καφέ, καμπαρέ, ανοιχτούς χώρους αναψυχής, σινεμά, θέατρα, ζαχαροπλαστεία, αίθουσες χορούς, κλπ.

Η μουσική βιομηχανία ασχολείται συστηματικά πια με την οικονομική του εκμετάλλευση και αυτό συνακόλουθα φέρνει αναγνώριση πνευματικών δικαιωμάτων αλλά και οργάνωση των καλλιτεχνών σε επαγγελματικά σωματεία.

Το Κουαρτέτο του Εδουάρδο Αρόλας (δεύτερος από αριστερά)
  

Ονόματα καλλιτεχνών που εμφανίζονται την πρώτη εποχή είναι ο «τίγρης» Εδουάρδο Αρόλας, ο «Γερμανός» Αρτούρο Μπερνστάιν, ο Πέδρο Μάφια, ο Ρομπέρτο Φίρπο και η ορχήστρα του, ο Χουάν Κάρλος Κομπιάν [La casita de mis viejos], ο Πασκουάλ Κοντούρσι που μας δίνει το πρώτο τάνγκο με στίχους, το Mi noche triste [1916-1917]. Χωρίς βέβαια οι παλιοί να εξαφανιστούν, νέα ονόματα βγαίνουν στην επιφάνεια λίγο πριν ή μετά το 1920: Αγκουστίν Μπαρντί [Que Noche!, El Abrojo], ο Χούλιο ντε Κάρο, ο Οσβάλντο Πουλιέσε, που το τραγούδι του Recuerdo θεωρείται σταθμός στη διάκριση των περιόδων, και φυσικά ο μεγάλος Κάρλος Γκαρδέλ, σταθμός στην ερμηνεία των τραγουδιών του τάνγκο.

Κάρλος Γκαρδέλ

Η εξέλιξη των μουσικών σχημάτων περνάει από το απλό τρίο [βιολί, πιάνο, μπαντονεόν] στο σεξτέτο [2 βιολιά, 2 μπαντονεόν, κοντραμπάσο, πιάνο], που δίνει ηχητική βαρύτητα, και τέλος στην Orquesta tipica [1915-20] που συνήθως αποτελείται από μια ομάδα εγχόρδων [βιολιά, βιόλα, βιολοντσέλο], μια ομάδα μπαντονεόν [3+] και μια ομάδα ρυθμού [πιάνο, κοντραμπάσο].

Μπαντονεόν


[Το σύντομο αυτό άρθρο βασίστηκε στο βιβλίο του Οράσιο ΦερέρΤο τάνγκο, η ιστορία και η εξέλιξή του [1959], στα ελληνικά: εκδόσεις Κοντύλι.]