εποχής μας – έφυγε από τη ζωή στις 11 Σεπτέμβρη του 2022, λίγες μέρες πριν συμπληρώσει τα 71 του χρόνια. Ένα μέρος από το έργο του παραμένει ακόμη αμετάφραστο στα ελληνικά ή είναι εξαντλημένο.Με συγκίνηση είδα πως πριν από δύο μήνες κυκλοφόρησε στη γλώσσα μας το προτελευταίο του μυθιστόρημα, Μπέρτα Ίσλα [2017], από τις εκδόσεις Πατάκη. Η συγκίνηση δεν αφορούσε τη δυνατότητα ανάγνωσης εκ μέρους μου, μια και η ανυπομονησία μου με είχε οδηγήσει να προμηθευτώ την αγγλική μετάφραση τόσο αυτού όσο και κάποιων άλλων έργων του, αλλά την επιβεβαίωση ότι υπήρχε ακόμη εκδοτικό ενδιαφέρον όπως και αναγνωστικό κοινό στην Ελλάδα που αναμένει την ολοκλήρωση του έργου του Μαρίας.
Ας είναι η δική μου συμβολή στην παρουσία του συγγραφέα στα καθ’ ημάς η μετάφραση από τα αγγλικά των πρώτων δύο σελίδων του μυθιστορήματος Negra espalda del tiempo [1998] [Η μαύρη ράχη του χρόνου] που δεν υπάρχει στα ελληνικά. Στο απόσπασμα αυτό ο Μαρίας μιλάει για τους περιορισμούς της γλώσσας στην αφήγηση της πραγματικότητας.
"Πιστεύω πως ποτέ δεν έχω περάσει τη μυθοπλασία για πραγματικότητα, αν και τις έχω ανακατέψει περισσότερο από μια φορά, όπως όλοι, όχι μόνο οι μυθιστοριογράφοι ή οι συγγραφείς αλλά όλοι όσοι έχουν αφηγηθεί οτιδήποτε από τότε που άρχισε ο χρόνος που ξέρουμε, και κανείς σε όλον αυτό τον γνωστό χρόνο δεν έχει κάνει κάτι άλλο παρά να λέει και να ξαναλέει, ή να προετοιμάζει και να συλλογίζεται, ή να σκαρώνει μια ιστορία. Οποιοσδήποτε μπορεί να διηγηθεί μια προσωπική ιστορία για κάτι που συνέβη και το απλό γεγονός της διήγησης ήδη την παραμορφώνει και τη διαστρεβλώνει, η γλώσσα δεν μπορεί να ανασυστήσει κάτι που συνέβη ούτε πρέπει να αποπειράται κάτι τέτοιο, και αυτός είναι ο λόγος, φαντάζομαι, που σε κάποιες δίκες – στις κινηματογραφικές δίκες, τουλάχιστον, που τις γνωρίζω καλύτερα – τα εμπλεκόμενα μέρη καλούνται να εκτελέσουν μια υλική ή σωματική αναπαράσταση αυτού που συνέβη, επαναλαμβάνοντας τις χειρονομίες, τις κινήσεις, τα δηλητηριώδη βήματα, τον τρόπο που έχωσαν το μαχαίρι και έγιναν κατηγορούμενοι. τους ζητάνε να μιμηθούν πώς άρπαξαν το όπλο του φόνου έπληξαν κάποιον που, εξαιτίας αυτής της πράξης, έπαψε να υπάρχει, ή μάλλον τον κενό αέρα, γιατί δεν είναι αρκετό να το πουν, να διηγηθούν την ιστορία με απάθεια και με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια, πρέπει να γίνει ορατή, απαιτείται μια μίμηση, μια αναπαράσταση, μια σκηνοθεσία της, τώρα όμως χωρίς το μαχαίρι στο χέρι και χωρίς το σώμα – σακί με αλεύρι, σακί με σάρκα – να το χώσουν μέσα, αυτή τη φορά με ψυχρή αποστασιοποίηση, χωρίς να προσθέσουν στη λίστα άλλο ένα έγκλημα ή άλλο ένα θύμα, αλλά μόνο ως προσποίηση και ανάμνηση, γιατί δεν μπορούν ποτέ να αναπαραστήσουν τον χρόνο που πέρασε ή χάθηκε, ούτε μπορούν να ξαναζωντανέψουν τους νεκρούς που είναι για πάντα χαμένοι μέσα σε εκείνο τον χρόνο.
Αυτό δείχνει μια απόλυτη δυσπιστία απέναντι στις λέξεις, ανάμεσα σε άλλους λόγους επειδή οι λέξεις – ακόμη κι όταν μιλιούνται, ακόμη και στην πιο πρόχειρη μορφή τους – είναι αυτές καθαυτές μεταφορικές και ως εκ τούτου ανακριβείς και δεν μπορούμε να τις φανταστούμε χωρίς διάκοσμο, αν και συχνά αθέλητο. διάκοσμος υπάρχει ακόμη και στην πιο στεγνή εκφορά του λόγου και συχνά σε επιφωνηματικές και σε προσβλητικές κουβέντες. Το μόνο που χρειάζεται να κάνει κανείς είναι να εισαγάγει ένα «σαν να» στην ιστορία, ή ούτε καν αυτό, το μόνο που χρειάζεται να κάνεις είναι να χρησιμοποιήσεις μια παρομοίωση, σύγκριση ή σχήμα λόγου («φερόταν σαν βλάκας», «την κυρίευσε η οργή» - το είδος της έκφρασης της καθομιλουμένης που ανήκει περισσότερο στη γλώσσα παρά στον ομιλητή που την επιλέγει, αυτό και μόνο αρκεί) και η μυθοπλασία παρεισφρέει στην αφήγηση του τι συνέβη, αλλάζοντάς το ή παραποιώντας το. Η σεβαστή προσδοκία οποιουδήποτε χρονικογράφου ή επιζώντα – να πει τι συνέβη, να περιγράψει ό,τι έγινε, να αφήσει μια καταγραφή των γεγονότων, των εγκλημάτων και των κατορθωμάτων – είναι στην πραγματικότητα μια ψευδαίσθηση ή μια χίμαιρα, ή μάλλον η ίδια η φράση και η ίδια η έννοια είναι ήδη μεταφορικές και συγγενεύουν με τη μυθοπλασία. Το «να πεις τι συνέβη» είναι αδιανόητο και μάταιο, ή δυνατό μόνο ως επινόηση. Η ιδέα της μαρτυρίας είναι επίσης μάταιη και δεν υπήρξε ποτέ μάρτυρας που να εκπλήρωσε πραγματικά το καθήκον του. Όπως και να ‘ναι, πάντα ξεχνάμε υπερβολικά πολλές στιγμές και ώρες και μήνες και χρόνια, ακόμη και την ουλή πάνω στον μηρό που έβλεπα και φιλούσα κάθε μέρα για χρόνια κατά τη διάρκεια του γνωστού και χαμένου της χρόνου. Ξεχνάμε χρόνια ολόκληρα, και όχι απαραίτητα τα λιγότερο σημαντικά."
[Μετάφραση από τα αγγλικά: Παναγιώτης Α. Αλεξανδρίδης]
Εργογραφία του Χαβιέρ Μαρίας στα ελληνικά – με τη χρονολογική σειρά των πρωτότυπων εκδόσεων:
Μυθιστορήματα
Τα λημέρια του λύκου [Καστανιώτης, 2002][Los dominios del lobo, 1971]
Ο αιώνας [Λιβάνης, 1998][El siglo, 1983]
Ο αισθηματικός άντρας [Ζαχαρόπουλος, 1991][El hombre sentimental, 1986]
Όλες οι ψυχές [Κέδρος, 1997][Todas las almas, 1989] Εξαντλημένο;
Καρδιά τόσο άσπρη [Μέδουσα-Σέλας, 1995][Corazón tan blanco, 1992]
Αύριο στη μάχη να με σκεφτείς [Μέδουσα-Σέλας, 1997][Mañana en la batalla piensa en mí, 1998]
Το πρόσωπό σου αύριο 1. Πυρετός και λόγχη [Μέδουσα-Σέλας, 2008][Tu rostro mañana 1. Fiebre y lanza, 2002] – Πρόκειται για τριλογία που ολοκληρώνεται με τα (αμετάφραστα) 2. Baile y sueño [2004] και 3. Veneno y sombra y adiós [2007]
Ερωτοτροπίες [Πατάκης, 2015][Los enamoramientos, 2011]
Έτσι αρχίζει το κακό [Πατάκης, 2021][Así empieza lo malo, 2014]
Μπέρτα Ίσλα [Πατάκης 2025][Berta Isla, 2017]
Διηγήματα
Όταν ήμουν θνητός [Μέδουσα-Σέλας, 2000][Quando fui mortal, 1996]
Δοκίμια
Γράφοντας τις ζωές των άλλων [Πατάκης, 2014][Vidas escritas, 1992]
Ευελπιστούμε ότι η μεταφραστική προσπάθεια θα συνεχιστεί με την ολοκλήρωση της τριλογίας Το πρόσωπό σου αύριο και την έκδοση του τελευταίου μυθιστορήματος του Μαρίας, Tomás Nevinson [2021].