Ο σκανδιναβικός κινηματογράφος συχνά παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον, αρκεί να έχει κανείς τη διάθεση και τη δυνατότητα να ψάξει και να βρει ταινίες που έρχονται από εκεί. Οι παλιότερες γενιές κινηματογραφόφιλων (και μη) θυμούνται βέβαια σκηνοθέτες πρώτης γραμμής όπως ο Καρλ Ντράγιερ ή ο Ίνγκμαρ Μπέργκμαν, αλλά και οι νεότεροι γνωρίζουν ίσως τον Λαρς φον Τρίερ, τον Τόμας Βίντερμπεργκ, τον Άκι Καουρισμάκι, και - πιο πρόσφατα - τους Νίκολας Γουίντινγκ Ρεφν (Drive) και Τόμας Άλφρεντσον (Κι ο κλήρος έπεσε στον Σμάιλι), που γυρίζουν πλέον και αγγλόφωνες ταινίες για ευκολότερη πρόσβαση σε ένα διεθνές κοινό. Κατά καιρούς πέφτει στα χέρια μας κάποιο ξεχωριστό φιλμάκι - άγνωστου σκηνοθέτη - με συνήθως σκοτεινή ατμόσφαιρα και ιδιαίτερο ύφος. Υπάρχει επίσης μια έξαρση του αστυνομικού θρίλερ (πιθανότατα λόγω και της άνθισης της αντίστοιχης λογοτεχνικής παραγωγής) με μεταφορά στο σινεμά αξιόλογων μυθιστορημάτων, όπως η τριλογία του Στιγκ Λάρσον Μιλένιουμ ή οι Κυνηγοί κεφαλών του Γιο Νέσμπο.
Το Βασιλιάς σε μια κόλαση (διεθνής τίτλος: King of Devil's Island) του Νορβηγού Μάριους Χολστ διαδραματίζεται σε ένα αναμορφωτήριο ανηλίκων στο νησί Μπαστόι (Bastøy), 75 χλμ νότια του Όσλο. Η ιστορία ξεκινάει το 1915 με τον νεαρό Έρλινγκ (Μπένγιαμιν Χέλσταντ) να στέλνεται, δεμένος με χειροπέδες, στο νησί μαζί με τον μικρότερο Ίβαρ. Ο δεσμοφύλακας Μπράτεν (Κρίστοφερ Γιόνερ), ο αυτοαποκαλούμενος "Πατέρας του Αναμορφωτηρίου", τους κάνει εξ αρχής σαφές ότι στο ίδρυμα αυτό δεν έχουν σχεδόν κανένα δικαίωμα. Από δω και στο εξής θα είναι αντίστοιχα ο C19 και ο C5. Ο Έρλινγκ παραείναι σκληρός για να αφήσει να του πάρουν τον αέρα οι υπόλοιποι νεαροί τρόφιμοι. Σιγά-σιγά αναπτύσσεται μια φιλία ανάμεσα σ' αυτόν και τον κοιτωνάρχη Όλαφ (C1) (Τροντ Νίλσεν), που σε μερικές εβδομάδες πρόκειται να επιστρέψει στην κοινωνία μετά από 6 χρόνια εγκλεισμού. Ο Έρλινγκ έχει συνέχεια κατά νου να δραπετεύσει - μολονότι όλοι του λένε πως είναι αδύνατο - και δεν δείχνει καθόλου πρόθυμος να συμβιβαστεί. Από την άλλη, ο Ίβαρ είναι ένας αδύναμος και αμφιλεγόμενος χαρακτήρας και τον εκμεταλλεύεται ο Μπράτεν για να ικανοποιήσει το κρυφό παιδοφιλικό του πάθος. Όταν ο Όλαφ ανακαλύπτει τι συμβαίνει με τον Ίβαρ, μπαίνει σε δίλημμα αν θα πρέπει να μιλήσει στον διευθυντή Χάκον (Στέλαν Σκάρσγκαρντ) γι' αυτό, θέτοντας πιθανότατα σε κίνδυνο την αποφυλάκισή του. Πώς θα αντιδράσει ο κατά τα φαινόμενα αδέκαστος διευθυντής; Θα καταφέρει ο Έρλινγκ να γίνει ο πρώτος που θα αποδράσει από το νησί; Τα πράγματα οδηγούνται με μαθηματική ακρίβεια στην έκρηξη.
Η μουντή φωτογραφία της ταινίας είναι απολύτως κατάλληλη για την αναπαράσταση του κολαστηρίου του Μπαστόι. Τα γκριζογάλαζα τοπία μοιάζουν να παγώνουν τις ψυχές των εφήβων. Ακόμη κι ο θεατής νιώθει την γενικευμένη παγωνιά που επικρατεί στο νησί. Ο έξω κόσμος δεν υπάρχει. Η σύγκριση του Μπαστόι με καράβι που ταξιδεύει με επηρμένο αλλά άνανδρο καπετάνιο και η μεταφορά της πληγωμένης φάλαινας που παλεύει ασταμάτητα μέχρι τον τελικό της θάνατο είναι σαφείς και εύγλωττες. Όταν έρχεται η εξέγερση, όλα δείχνουν πως είναι καταδικασμένη. Αυτό που μένει είναι ο αγώνας, η φιλία, η αλληλεγγύη, η συνέπεια προς τις προσωπικές αρχές και αξίες του καθένα. Από την άλλη, η εξουσία ξέρει να χρησιμοποιεί και το καρότο (σπάνια) και το μαστίγιο (κατά κόρον). Τα κηρύγματά της περί δικαιοσύνης αποδεικνύονται κούφια λόγια. Όταν διακυβεύεται η αυτοσυντήρησή της, η επιλογή είναι μονόδρομος. Η έξωθεν επέμβαση θα κληθεί να επαναφέρει τη διασαλευμένη νομιμότητα.
Η ταινία του Μάριους Χολστ καταφέρνει να δημιουργήσει σημασίες που ξεπερνούν το πλαίσιο της. Οι σχεδόν ασπρόμαυρες συγκλονιστικές επικές σκηνές του τέλους πάνω στο χιονισμένο νησί, κινηματογραφημένες με ένταση και επενδυμένες με εξαιρετική μουσική, είναι μια ελεγεία για την καταδικασμένη εξέγερση των απανταχού καταπιεσμένων. Ωστόσο, κάθε αγώνας σπέρνει τον σπόρο του. Ούτε η εξουσία κρατάει για πάντα. . Η συγκεκριμένη κράτησε μέχρι το 1953, οπότε και έκλεισε το αναμορφωτήριο (που υπήρξε πραγματικά) για να γίνει αργότερα πρότυπη φυλακή.
Το Βασιλιάς σε μια κόλαση (διεθνής τίτλος: King of Devil's Island) του Νορβηγού Μάριους Χολστ διαδραματίζεται σε ένα αναμορφωτήριο ανηλίκων στο νησί Μπαστόι (Bastøy), 75 χλμ νότια του Όσλο. Η ιστορία ξεκινάει το 1915 με τον νεαρό Έρλινγκ (Μπένγιαμιν Χέλσταντ) να στέλνεται, δεμένος με χειροπέδες, στο νησί μαζί με τον μικρότερο Ίβαρ. Ο δεσμοφύλακας Μπράτεν (Κρίστοφερ Γιόνερ), ο αυτοαποκαλούμενος "Πατέρας του Αναμορφωτηρίου", τους κάνει εξ αρχής σαφές ότι στο ίδρυμα αυτό δεν έχουν σχεδόν κανένα δικαίωμα. Από δω και στο εξής θα είναι αντίστοιχα ο C19 και ο C5. Ο Έρλινγκ παραείναι σκληρός για να αφήσει να του πάρουν τον αέρα οι υπόλοιποι νεαροί τρόφιμοι. Σιγά-σιγά αναπτύσσεται μια φιλία ανάμεσα σ' αυτόν και τον κοιτωνάρχη Όλαφ (C1) (Τροντ Νίλσεν), που σε μερικές εβδομάδες πρόκειται να επιστρέψει στην κοινωνία μετά από 6 χρόνια εγκλεισμού. Ο Έρλινγκ έχει συνέχεια κατά νου να δραπετεύσει - μολονότι όλοι του λένε πως είναι αδύνατο - και δεν δείχνει καθόλου πρόθυμος να συμβιβαστεί. Από την άλλη, ο Ίβαρ είναι ένας αδύναμος και αμφιλεγόμενος χαρακτήρας και τον εκμεταλλεύεται ο Μπράτεν για να ικανοποιήσει το κρυφό παιδοφιλικό του πάθος. Όταν ο Όλαφ ανακαλύπτει τι συμβαίνει με τον Ίβαρ, μπαίνει σε δίλημμα αν θα πρέπει να μιλήσει στον διευθυντή Χάκον (Στέλαν Σκάρσγκαρντ) γι' αυτό, θέτοντας πιθανότατα σε κίνδυνο την αποφυλάκισή του. Πώς θα αντιδράσει ο κατά τα φαινόμενα αδέκαστος διευθυντής; Θα καταφέρει ο Έρλινγκ να γίνει ο πρώτος που θα αποδράσει από το νησί; Τα πράγματα οδηγούνται με μαθηματική ακρίβεια στην έκρηξη.
Η μουντή φωτογραφία της ταινίας είναι απολύτως κατάλληλη για την αναπαράσταση του κολαστηρίου του Μπαστόι. Τα γκριζογάλαζα τοπία μοιάζουν να παγώνουν τις ψυχές των εφήβων. Ακόμη κι ο θεατής νιώθει την γενικευμένη παγωνιά που επικρατεί στο νησί. Ο έξω κόσμος δεν υπάρχει. Η σύγκριση του Μπαστόι με καράβι που ταξιδεύει με επηρμένο αλλά άνανδρο καπετάνιο και η μεταφορά της πληγωμένης φάλαινας που παλεύει ασταμάτητα μέχρι τον τελικό της θάνατο είναι σαφείς και εύγλωττες. Όταν έρχεται η εξέγερση, όλα δείχνουν πως είναι καταδικασμένη. Αυτό που μένει είναι ο αγώνας, η φιλία, η αλληλεγγύη, η συνέπεια προς τις προσωπικές αρχές και αξίες του καθένα. Από την άλλη, η εξουσία ξέρει να χρησιμοποιεί και το καρότο (σπάνια) και το μαστίγιο (κατά κόρον). Τα κηρύγματά της περί δικαιοσύνης αποδεικνύονται κούφια λόγια. Όταν διακυβεύεται η αυτοσυντήρησή της, η επιλογή είναι μονόδρομος. Η έξωθεν επέμβαση θα κληθεί να επαναφέρει τη διασαλευμένη νομιμότητα.
Η ταινία του Μάριους Χολστ καταφέρνει να δημιουργήσει σημασίες που ξεπερνούν το πλαίσιο της. Οι σχεδόν ασπρόμαυρες συγκλονιστικές επικές σκηνές του τέλους πάνω στο χιονισμένο νησί, κινηματογραφημένες με ένταση και επενδυμένες με εξαιρετική μουσική, είναι μια ελεγεία για την καταδικασμένη εξέγερση των απανταχού καταπιεσμένων. Ωστόσο, κάθε αγώνας σπέρνει τον σπόρο του. Ούτε η εξουσία κρατάει για πάντα. . Η συγκεκριμένη κράτησε μέχρι το 1953, οπότε και έκλεισε το αναμορφωτήριο (που υπήρξε πραγματικά) για να γίνει αργότερα πρότυπη φυλακή.
[Δείτε τρέιλερ του Βασιλιάς σε μια κόλαση με αγγλικούς υπότιτλους από το YouTube]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου