Μπορεί ο αμερικανικός κινηματογράφος να διαθέτει τεχνική αρτιότητα και ζηλευτή λαϊκότητα, αλλά ο ευρωπαϊκός συχνά έχει αμεσότητα και εστιάζει περισσότερο σε καθημερινές καταστάσεις και καθημερινούς ανθρώπους. Το ιστολόγιο αυτό έχει ασχοληθεί κατ' επανάληψη με τον γαλλικό κινηματογράφο, που είναι από τις λίγες πλέον ευρωπαϊκές εθνικές κινηματογραφίες που έχουν μέχρι στιγμής αντέξει - με απώλειες, φυσικά - στον ανταγωνισμό του Χόλιγουντ. Στο μέτρο του δυνατού [η πρόσβαση σε ευρωπαϊκές ταινίες δεν είναι πάντα εύκολη] θα συνεχίσουμε να στηρίζουμε τις αξιόλογες ευρωπαϊκές ταινίες, χωρίς βέβαια να αγνοούμε τις (εμπορικότερες) αμερικανικές.
Τα χιόνια του Κιλιμάντζαρο του Ρομπέρ Γκεντιγκιάν [γεννήθηκε στη Μασσαλία από πατέρα Αρμένη λιμενεργάτη και μητέρα Γερμανίδα, δηλώνει διεθνιστής και αριστερός] είναι ακριβώς μια ταινία που δύσκολα μπορούμε να φανταστούμε να γυρίζεται στο Χόλιγουντ. Ο Μισέλ (Ζαν-Πιερ Νταρουσέν) εργάζεται σε κάποιο ναυπηγείο της Μασσαλίας. Η εταιρεία, μετά από διαπραγματεύσεις με το σωματείο, αποφασίζει να απολύσει (μετά από κλήρωση) είκοσι εργαζόμενους προκειμένου να συνεχίσει να λειτουργεί. Αν και ως συνδικαλιστής ο Μισέλ έχει "ασυλία", βάζει και το δικό του όνομα στην κληρωτίδα. Είναι στη λίστα αυτών που επιλέγονται από την τύχη - τραβάει ο ίδιος το όνομά του - να απολυθούν. Η γυναίκα του, η Μαρί-Κλερ (Αριάν Ασκαρίντ), εργάζεται σε σπίτια φροντίζοντας ηλικιωμένους. Σε σχετικά καλύτερη μοίρα από τους υπόλοιπους ανέργους και χωρίς οικογενειακές υποχρεώσεις, προσπαθούν να αναδιοργανωθούν. Ταυτόχρονα, η πολύ καλή σχέση που έχουν μεταξύ τους τούς βοηθάει να αντεπεξέλθουν στις δυσκολίες. Όταν όμως κάποιοι μπαίνουν μέσα στο σπίτι τους και τους ληστεύουν, η ζωή τους αναστατώνεται. Και τα πράγματα περιπλέκονται όταν ο Μισέλ ανακαλύπτει ποιος είναι ο δράστης.
Πρωταγωνιστής στην ταινία είναι η ίδια η Μασσαλία. Όχι μια Μασσαλία τουριστική, αλλά μια πόλη δαρμένη από τον ήλιο και τον αέρα, με τα παράθυρα να βλέπουν στους γερανούς και τα πλοία του λιμανιού. Οι εργάτες ζουν στα στενοσόκακα, μακριά από τις γειτονιές των νεόπλουτων. Κι όμως αυτή η πόλη έχει τη γοητεία της με τις μικρές καθημερινές στιγμές, τα καφέ, τις αυλές. Η σκηνοθεσία επικεντρώνεται στις ανθρώπινες σχέσεις που αναπτύσσονται. Οι φιλίες, τα παιδιά και τα εγγόνια του Μισέλ και της Μαρί-Κλερ, οι σχέσεις με τους συναδέλφους, με τους ανθρώπους που φροντίζει η Μαρί-Κλερ, με τον σερβιτόρο ενός καφέ - χαρακτηριστικότατες σκηνές με ελληνικό κονιάκ! Οι ηθοποιοί δείχνουν ελευθερία κινήσεων μέσα στο κάδρο. Υπάρχει χιούμορ και ανθρωπιά. Αναδεικνύεται η δοτικότητα του ζευγαριού, που θα δοκιμαστεί προς το τέλος αλλά θα νικήσει. Μα πάνω απ' όλα, ο Γκεντιγκιάν καταφέρνει να μας μεταφέρει τον πολιτικό προβληματισμό του σχετικά με μια εργατική τάξη χωρίς συνείδηση, βαθιά διχασμένη. Εμπνευσμένος από τον Ζορές και τον Ουγκό [η ιδέα της ταινίας οφείλεται στο ποίημά του Les Pauvres Gens] θέτει ζητήματα σχετικά με το μέλλον της κοινωνίας (και της Αριστεράς μέσα σ' αυτήν).
Συνολικά, Τα χιόνια του Κιλιμάντζαρο είναι μια "λαϊκή" ταινία που καταφέρνει να κρατήσει αμείωτο το ενδιαφέρον μέχρι το τέλος, χωρίς να καταφεύγει σε περίπλοκες λύσεις. Πλημμυρίζει ανθρωπιά και καθημερινή απλότητα. Μέσα από "ταπεινό" υλικό, ο Γκεντιγκιάν δημιουργεί τέχνη και αυτό είναι ήδη πολύ.
Τα χιόνια του Κιλιμάντζαρο του Ρομπέρ Γκεντιγκιάν [γεννήθηκε στη Μασσαλία από πατέρα Αρμένη λιμενεργάτη και μητέρα Γερμανίδα, δηλώνει διεθνιστής και αριστερός] είναι ακριβώς μια ταινία που δύσκολα μπορούμε να φανταστούμε να γυρίζεται στο Χόλιγουντ. Ο Μισέλ (Ζαν-Πιερ Νταρουσέν) εργάζεται σε κάποιο ναυπηγείο της Μασσαλίας. Η εταιρεία, μετά από διαπραγματεύσεις με το σωματείο, αποφασίζει να απολύσει (μετά από κλήρωση) είκοσι εργαζόμενους προκειμένου να συνεχίσει να λειτουργεί. Αν και ως συνδικαλιστής ο Μισέλ έχει "ασυλία", βάζει και το δικό του όνομα στην κληρωτίδα. Είναι στη λίστα αυτών που επιλέγονται από την τύχη - τραβάει ο ίδιος το όνομά του - να απολυθούν. Η γυναίκα του, η Μαρί-Κλερ (Αριάν Ασκαρίντ), εργάζεται σε σπίτια φροντίζοντας ηλικιωμένους. Σε σχετικά καλύτερη μοίρα από τους υπόλοιπους ανέργους και χωρίς οικογενειακές υποχρεώσεις, προσπαθούν να αναδιοργανωθούν. Ταυτόχρονα, η πολύ καλή σχέση που έχουν μεταξύ τους τούς βοηθάει να αντεπεξέλθουν στις δυσκολίες. Όταν όμως κάποιοι μπαίνουν μέσα στο σπίτι τους και τους ληστεύουν, η ζωή τους αναστατώνεται. Και τα πράγματα περιπλέκονται όταν ο Μισέλ ανακαλύπτει ποιος είναι ο δράστης.
Πρωταγωνιστής στην ταινία είναι η ίδια η Μασσαλία. Όχι μια Μασσαλία τουριστική, αλλά μια πόλη δαρμένη από τον ήλιο και τον αέρα, με τα παράθυρα να βλέπουν στους γερανούς και τα πλοία του λιμανιού. Οι εργάτες ζουν στα στενοσόκακα, μακριά από τις γειτονιές των νεόπλουτων. Κι όμως αυτή η πόλη έχει τη γοητεία της με τις μικρές καθημερινές στιγμές, τα καφέ, τις αυλές. Η σκηνοθεσία επικεντρώνεται στις ανθρώπινες σχέσεις που αναπτύσσονται. Οι φιλίες, τα παιδιά και τα εγγόνια του Μισέλ και της Μαρί-Κλερ, οι σχέσεις με τους συναδέλφους, με τους ανθρώπους που φροντίζει η Μαρί-Κλερ, με τον σερβιτόρο ενός καφέ - χαρακτηριστικότατες σκηνές με ελληνικό κονιάκ! Οι ηθοποιοί δείχνουν ελευθερία κινήσεων μέσα στο κάδρο. Υπάρχει χιούμορ και ανθρωπιά. Αναδεικνύεται η δοτικότητα του ζευγαριού, που θα δοκιμαστεί προς το τέλος αλλά θα νικήσει. Μα πάνω απ' όλα, ο Γκεντιγκιάν καταφέρνει να μας μεταφέρει τον πολιτικό προβληματισμό του σχετικά με μια εργατική τάξη χωρίς συνείδηση, βαθιά διχασμένη. Εμπνευσμένος από τον Ζορές και τον Ουγκό [η ιδέα της ταινίας οφείλεται στο ποίημά του Les Pauvres Gens] θέτει ζητήματα σχετικά με το μέλλον της κοινωνίας (και της Αριστεράς μέσα σ' αυτήν).
Συνολικά, Τα χιόνια του Κιλιμάντζαρο είναι μια "λαϊκή" ταινία που καταφέρνει να κρατήσει αμείωτο το ενδιαφέρον μέχρι το τέλος, χωρίς να καταφεύγει σε περίπλοκες λύσεις. Πλημμυρίζει ανθρωπιά και καθημερινή απλότητα. Μέσα από "ταπεινό" υλικό, ο Γκεντιγκιάν δημιουργεί τέχνη και αυτό είναι ήδη πολύ.
[Δείτε τρέιλερ του Τα χιόνια του Κιλιμάντζαρο με ελληνικούς υπότιτλους από το YouTube]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου