Με τον Έλβις να πηγαίνει στον στρατό (πιθανότατα σε μια προσπάθεια της RCA να απαλύνει την εικόνα του οργισμένου νέου), τον Μπάντι Χόλι νεκρό, τον Τσακ Μπέρι και τον Τζέρι Λι Λούις μπλεγμένους σε σκάνδαλα με ανήλικες, τον Λιτλ Ρίτσαρντ να έχει γίνει ιεροκήρυκας και ένα τεράστιο σκάνδαλο [Payola investigations] να έχει ξεσπάσει με καταγγελίες για δωροδοκίες ραδιοφωνικών παραγωγών ώστε να παίζουν συγκεκριμένα τραγούδια, το ροκ εν ρολ δείχνει να έχει χάσει την πρώτη νεανική ορμή του. Ο φυλετικός διαχωρισμός οργιάζει και στον χώρο της μουσικής: λευκοί μουσικοί κλέβουν ανενδοίαστα τα τραγούδια των μαύρων, που δεν έχουν εύκολη πρόσβαση στα κύρια pop charts, και τα κάνουν επιτυχίες με το όνομά τους. Οι εταιρείες προβάλλουν διάφορους ατάλαντους στην προσπάθειά τους να κατασκευάσουν έναν νέο Έλβις που θα τους αποφέρει τα κέρδη που προσδοκούν από μια κατά τα φαινόμενα ανεξάντλητη αγορά.
Στο προσκήνιο έρχονται τώρα διάφοροι συνθέτες και παραγωγοί που δεν εκτελούν οι ίδιοι τα τραγούδια τους. Ένα τέτοιο δίδυμο ήταν ο Τζέρι Γκόφιν και η Κάρολ Κινγκ (που αργότερα έγινε και πολύ επιτυχημένη τραγουδίστρια) που κάνουν επιτυχία το 1960 με το Will You Still Love Me Tomorrow και τις Σιρέλς.
Όλα μοιάζουν να προετοιμάζουν τη Βρετανική Εισβολή στην Αμερική που ίσως οφείλει πολλά σε όλα αυτά τα κοριτσίστικα γκρουπάκια της εποχής.
Ένα άλλο ντουέτο δημιουργών, οι Τζεφ Μπάρι και Έλι Γκρίνουιτς, δίνουν το Be My Baby στις Ρονέτς το 1963.
Παράλληλα, στις αρχές της δεκαετίας του '60 ανθεί και η σόουλ, στην παράδοση του Νατ Κινγκ Κόουλ, του Σαμ Κουκ, κλπ, με κυρίαρχο όνομα τους Ντρίφτερς, που έχουν βασικό τραγουδιστή τον άρτι εκλιπόντα Μπεν Ε. Κινγκ. Η σόουλ της εποχής είναι Ριθμ&Μπλουζ έντονα διανθισμένη με στοιχεία λάτιν.
Το Save the Last Dance For Me (1960) είναι παραγωγή του διάσημου ντουέτου παραγωγών Τζέρι Λίμπερ και Μάικ Στόλερ με τη φωνή του Κινγκ λίγο πριν ξεκινήσει σόλο καριέρα.
Κάπου εκεί η γενιά που πέρασε την εφηβεία της με ροκ εν ρολ αρχίζει να ενηλικιώνεται και να αναζητά νέα νοήματα. Η αμερικάνικη φολκ με ιδιαίτερη έξαρση την εποχή των Πιτ Σίγκερ, Γούντι Γκάθρι κλπ, που έμοιαζε να έχει σβήσει με τον μακαρθισμό, γνωρίζει την αναγέννηση [folk revival] εκεί γύρω στο 1960 με συγκροτήματα όπως οι Κίνγκστον Τρίο και οι Πίτερ, Πολ & Μέρι. Με στίχο ψαγμένο αλλά λιγότερο πολιτικοποιημένο αρχίζει να συγκινεί μία γενιά που επρόκειτο να βιώσει το αντιπολεμικό κίνημα και το κίνημα των πολιτικών δικαιωμάτων.
Το 500 Miles γνώρισε πολλές εκτελέσεις. Μια από τις πρώτες και πιο πετυχημένες ήταν από τους Κίγκστον Τρίο το 1962. Οι στίχοι του μιλάν για έναν ταξιδιώτη που μακριά από το σπίτι του, χωρίς δουλειά, χωρίς λεφτά, ντρέπεται να γυρίσει πίσω.
Μια σειρά καλλιτεχνών, όπως οι Έβερλι Μπράδερς, ο Ρίκι Νέλσον και ο Ρόι Όρμπισον, προχωρούν τη γραμμή του ροκαμπίλι της προηγούμενης δεκαετίας, απαλύνοντάς την σε μια πιο ποπ εκδοχή. Οι Έβερλι Μπράδερς γεφυρώνουν τις δυο δεκαετίες και σαφώς επηρεάζουν τα φωνητικά των Μπιτλς αλλά και των Σάιμον-Γκαρφάνκελ. Το 1960 κάνουν Νο1 επιτυχία σε Αμερική και Αγγλία το μάλλον ξεχασμένο σήμερα Cathy's Clown.
Στο προσκήνιο έρχονται τώρα διάφοροι συνθέτες και παραγωγοί που δεν εκτελούν οι ίδιοι τα τραγούδια τους. Ένα τέτοιο δίδυμο ήταν ο Τζέρι Γκόφιν και η Κάρολ Κινγκ (που αργότερα έγινε και πολύ επιτυχημένη τραγουδίστρια) που κάνουν επιτυχία το 1960 με το Will You Still Love Me Tomorrow και τις Σιρέλς.
Ένα άλλο ντουέτο δημιουργών, οι Τζεφ Μπάρι και Έλι Γκρίνουιτς, δίνουν το Be My Baby στις Ρονέτς το 1963.
Η μουσική βιομηχανία κατασκευάζει διάφορα ινδάλματα για τα κορίτσια της εποχής - προφανώς αγοράζανε περισσότερα δισκάκια από τα αγόρια. Έναν τύπο εξωραϊσμένου, στρογγυλεμένου, καθόλου απειλητικού (σεξουαλικά) Έλβις ώστε να μπορούν να ερωτεύονται ακίνδυνα οι Αμερικανιδούλες. Και να καταναλώνουν!
Ο ίδιος ο Έλβις μετά την επιστροφή του από τον στρατό ακολουθεί αυτό το μοντέλο. Άλλοι, με ωραία γλυκερή εμφάνιση αλλά όχι πάντα με ανάλογα φωνητικά προσόντα, είναι οι Φράνκι Άβαλον, Φάμπιαν, Μπόμπι Βι, Μπόμπι Βίντον και άλλοι.
Αν ήθελα να ξεχωρίσω κάποιον από αυτούς, ίσως αυτός να ήταν ο Μπομπι Ντάριν.
Το Save the Last Dance For Me (1960) είναι παραγωγή του διάσημου ντουέτου παραγωγών Τζέρι Λίμπερ και Μάικ Στόλερ με τη φωνή του Κινγκ λίγο πριν ξεκινήσει σόλο καριέρα.
Το 500 Miles γνώρισε πολλές εκτελέσεις. Μια από τις πρώτες και πιο πετυχημένες ήταν από τους Κίγκστον Τρίο το 1962. Οι στίχοι του μιλάν για έναν ταξιδιώτη που μακριά από το σπίτι του, χωρίς δουλειά, χωρίς λεφτά, ντρέπεται να γυρίσει πίσω.
Λίγο πριν τη Βρετανική εισβολή, η Αμερική σαρώνεται από τη μόδα της μουσικής σερφ με ρίζες στη Νότια Καλιφόρνια και στην ξένοιαστη ζωή της νεολαίας της. Επανέρχεται στο προσκήνιο η ορχηστρική μουσική και ο Ντικ Ντέιλ (λιβανέζικης καταγωγής) κάνει επιτυχία το 1962 τη Μισιρλού, ένα μουσικό κομμάτι που η καταγωγή του χάνεται κάπου στην ανατολική Μεσόγειο - μια εκδοχή του τραγουδιέται σε γάμους στο Ισραήλ. Σίγουρα πέρασε από τα χέρια του ρεμπέτη Μιχάλη Πατρινού - το ηχογράφησε δύο φορές, 1930, 1931 - αλλά και γνώρισε μια τζαζ διασκευή από τον Νικ Ρουμπάνη το 1941.
Υπάρχει βέβαια και το σερφ ροκ με στίχο, όπου αυτό που κυριαρχεί είναι το σερφινγκ, τα κορίτσια και τα αυτοκίνητα. Είναι το είδος του τραγουδιού στο οποίο διαπρέπουν οι Beach Boys με ηγετική φυσιογνωμία και βασικό τραγουδιστή τον Μπράιαν Γουίλσον και επιρροές από τζαζ - ιδίως στα φωνητικά τους. Μία από τις μεγάλες τους επιτυχίες είναι το Surfin' USA, για το οποίο κατηγορήθηκαν ότι η μελωδία του ήταν κλεμμένη από το Sweet Little Sixteen του Τσακ Μπέρι. Ο Μπέρι κέρδισε την υπόθεση και οι Beach Boys αναγκάστηκαν να προσθέσουν το όνομά του ως δημιουργού του τραγουδιού και να του δώσουν ποσοστά από τα κέρδη. Ίσως γι' αυτό στην τηλεοπτική εμφάνισή τους να φαίνονται τόσο απογοητευτικά αδέξιοι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου