Από τα πρώτα κιόλας καρέ, το Hugo του Μάρτιν Σκορτσέζε σε αρπάζει σε ένα ανεπανάληπτο ταξίδι στο Παρίσι της δεκαετίας του 1930, σε κείνο τον μαγευτικό σταθμό του Μονπαρνάς, με τις βουτιές της κάμερας να σε παρασέρνουν σε ένα απίθανο roller-coaster από τον ουρανό του χιονισμένου Παρισιού στα εκπληκτικής ομορφιάς ρολόγια και τους μηχανισμούς τους, ανάμεσα στους ταξιδιώτες των τρένων, στην πολύχρωμη πανίδα της αποβάθρας και των καφέ, βιβλιοπωλείων, παιχνιδάδικων, ανθοπωλείων και περιπτέρων του σταθμού. Κι έπειτα, αφού σταματήσει για λίγο στα μελαγχολικά και ανήσυχα γκρίζα μάτια του μικρού Χιούγκο που επιθεωρεί τον κόσμο μέσα από την κρυψώνα του, ορμάει να μας διηγηθεί την ιστορία του.
Ο 11χρονος Χιούγκο ζει μέσα στα μεγάλα ρολόγια του σταθμού, συντηρεί τους μηχανισμούς τους και προσπαθεί να ολοκληρώσει την επισκευή ενός ρομπότ που ξεκίνησε ο πατέρας του όταν το βρήκε στο πατάρι ενός μουσείου πριν ο ίδιος αργότερα πεθάνει σε μια πυρκαγιά. Ο μικρός "λαθρεπιβάτης" του ωρολογιακού κόσμου του σταθμού ζει κλέβοντας τρόφιμα για να επιβιώσει και μηχανικά εξαρτήματα για να διορθώσει το ρομπότ - που πιστεύει ότι έχει να του δώσει κάποιο μήνυμα από τον πατέρα του - ώσπου μια μέρα "συλλαμβάνεται" από τον γερο-Ζορζ (τον ιδιοκτήτη του παιχνιδομάγαζου), ο οποίος του "κατάσχει" ένα σημειωματάριο που του άφησε ο πατέρας του με οδηγίες για την επισκευή του ρομπότ. Σύμμαχος και αρωγός του θα γίνει η θετή εγγονή του γερο-Ζορζ, η Ιζαμπέλ, που θα τον συντροφέψει στις περιπέτειές του μέσα από τον κινηματογράφο και τη λογοτεχνία μέχρι την ανακάλυψη και τη "διόρθωση" που θα οδηγήσει στην αλλαγή του κόσμου του σταθμού (και του κόσμου όλου;).
Δεν ξέρω αν η ιστορία που αφηγείται ο Σκορτσέζε θα ήταν ίδια χωρίς τα καταπληκτικά σκηνικά, την ονειρική φωτογραφία και όλη την ηχητική πανδαισία που σε μαγεύουν από την αρχή μέχρι το τέλος. Και βέβαια αναρωτιέμαι πόσο πιο συγκλονιστική θα μπορούσε να είναι η ταινία αν την είχα δει σε 3D. Ακόμη όμως και στην 32" οθόνη της τηλεόρασής μου η όλη εμπειρία είναι συναρπαστική. Ίσως, αν έψαχνα να βρω ενστάσεις, να ανέφερα κάποιες αναπαραστάσεις σκηνών του βωβού, αλλά έχω την εντύπωση πως κάτι τέτοιο καθόλου δεν θα ίσχυε σε μια μεγάλη οθόνη με τεχνολογία 3D.
Χωρίς να εγκαταλείπει τους προβληματισμούς προηγούμενων ταινιών του (πχ, την αντίληψη της πραγματικότητας του Νησιού των καταραμένων), ο Σκορτσέζε δίνει μια νοσταλγική ματιά στις απαρχές του κινηματογράφου, των αδελφών Λυμιέρ και του Μελιέ. Η ταινία βρίθει αναφορών σε ταινίες του βωβού - πολλές σκηνές είναι γυρισμένες με τον τρόπο του βωβού - αλλά και στη λογοτεχνία του 19ου αιώνα (Ντίκενς, Μπροντέ, Βερν, κλπ). Πιθανότατα ο σκηνοθέτης μιλάει για τις αγάπες που καθόρισαν και τον ίδιο. Το κυρίαρχο όμως στο Hugo είναι το πάθος του δημιουργού, του τεχνίτη, του Homo faber που παλεύει να δώσει ζωή/ψυχή στα πράγματα. Είναι εύγλωττη η αναζήτηση από τον μικρό του καρδιόσχημου κλειδιού που θα κάνει το ρομπότ να δουλέψει. Χωρίς αυτή την αγάπη, την ψυχή, την ανθρωπιά - όπως θέλετε πείτε την - η τεχνολογία δεν μπορεί να λειτουργήσει. Είναι αυτός ο σκοπός που ο ίδιος ο Χιούγκο θέτει στον εαυτό του. Διαβάστε αυτό τον διάλογο ανάμεσα στον Χιούγκο και την Ιζαμπέλ και θα καταλάβετε:
(Μιλάνε για τον βιβλιοπώλη του σταθμού κ. Λαμπίς που μόλις έχει χαρίσει στον μικρό έναν τόμο με τον Ρομπέν των Δασών.)
Ι: Αυτό κάνει πάντα... "στέλνει βιβλία εκεί που ξέρει πως θα βρουν ένα φιλόξενο σπίτι" - έτσι το λέει.
Χ: Έχει έναν πραγματικό σκοπό στη ζωή του.
Ι: Τι εννοείς;
Χ: Όλα έχουν έναν σκοπό - ακόμη κι οι μηχανές: τα ρολόγια λένε την ώρα, τα τρένα σε ταξιδεύουν. Κάνουν αυτό για το οποίο προορίζονται, σαν τον κ. Λαμπίς. Ίσως γι' αυτό οι χαλασμένες μηχανές μού φέρνουν τόση θλίψη - δεν μπορούν να κάνουν αυτό για το οποίο προορίζονται. Ίσως είναι το ίδιο και με τους ανθρώπους. Αν χάσεις τον σκοπό σου είναι σαν να 'χεις χαλάσει.
Ι: Αυτός είναι ο δικός σου σκοπός; Να επισκευάζεις; Ποιος να 'ναι τάχα ο δικός μου σκοπός;
Χ: Οι μηχανές δεν έχουν ποτέ παραπανίσια εξαρτήματα, ξέρεις. Πάντα έχουν όσα ακριβώς χρειάζονται. Έτσι, σκέφτηκα... αν ο κόσμος ολόκληρος είναι μια μεγάλη μηχανή, τότε δεν μπορεί να είμαι παραπανίσιο εξάρτημά του. Θα πρέπει να είμαι εδώ για κάποιο λόγο. Κι αυτό σημαίνει πως κι εσύ είσαι εδώ για κάποιο λόγο...
Τίποτα ιδιαίτερα πρωτότυπο - θα μου πείτε - σ' αυτές τις μεταφυσικές υπαρξιακές ανησυχίες του "καθολικού" (διάβασα κάπου) Σκορτσέζε. Φανταστείτε τις όμως στα στόματα των δυο παιδιών δίπλα στα τεράστια γρανάζια και στα εκκρεμή, μπροστά στην αλλόκοσμη θέα του νυχτερινού Παρισιού κι αμέσως αποκτούν διαφορετικές διαστάσεις... Άκουσα και διάβασα τόσο ακραία αντικρουόμενες απόψεις για την ταινία αυτές τις μέρες που σκέφτομαι πως ίσως αυτός ακριβώς είναι ο ρόλος ενός μεγάλου έργου τέχνης: να μαγεύει και να προκαλεί αμφισβήτηση ακόμη και απέναντι στον εαυτό του. Και νομίζω πως η ταινία του Σκορτσέζε κάνει και τα δύο.
Το επίσημο τρέιλερ του Hugo στο YouTube
[Λεπτομέρειες για την ταινία στο imdb]
Ο 11χρονος Χιούγκο ζει μέσα στα μεγάλα ρολόγια του σταθμού, συντηρεί τους μηχανισμούς τους και προσπαθεί να ολοκληρώσει την επισκευή ενός ρομπότ που ξεκίνησε ο πατέρας του όταν το βρήκε στο πατάρι ενός μουσείου πριν ο ίδιος αργότερα πεθάνει σε μια πυρκαγιά. Ο μικρός "λαθρεπιβάτης" του ωρολογιακού κόσμου του σταθμού ζει κλέβοντας τρόφιμα για να επιβιώσει και μηχανικά εξαρτήματα για να διορθώσει το ρομπότ - που πιστεύει ότι έχει να του δώσει κάποιο μήνυμα από τον πατέρα του - ώσπου μια μέρα "συλλαμβάνεται" από τον γερο-Ζορζ (τον ιδιοκτήτη του παιχνιδομάγαζου), ο οποίος του "κατάσχει" ένα σημειωματάριο που του άφησε ο πατέρας του με οδηγίες για την επισκευή του ρομπότ. Σύμμαχος και αρωγός του θα γίνει η θετή εγγονή του γερο-Ζορζ, η Ιζαμπέλ, που θα τον συντροφέψει στις περιπέτειές του μέσα από τον κινηματογράφο και τη λογοτεχνία μέχρι την ανακάλυψη και τη "διόρθωση" που θα οδηγήσει στην αλλαγή του κόσμου του σταθμού (και του κόσμου όλου;).
Δεν ξέρω αν η ιστορία που αφηγείται ο Σκορτσέζε θα ήταν ίδια χωρίς τα καταπληκτικά σκηνικά, την ονειρική φωτογραφία και όλη την ηχητική πανδαισία που σε μαγεύουν από την αρχή μέχρι το τέλος. Και βέβαια αναρωτιέμαι πόσο πιο συγκλονιστική θα μπορούσε να είναι η ταινία αν την είχα δει σε 3D. Ακόμη όμως και στην 32" οθόνη της τηλεόρασής μου η όλη εμπειρία είναι συναρπαστική. Ίσως, αν έψαχνα να βρω ενστάσεις, να ανέφερα κάποιες αναπαραστάσεις σκηνών του βωβού, αλλά έχω την εντύπωση πως κάτι τέτοιο καθόλου δεν θα ίσχυε σε μια μεγάλη οθόνη με τεχνολογία 3D.
Χωρίς να εγκαταλείπει τους προβληματισμούς προηγούμενων ταινιών του (πχ, την αντίληψη της πραγματικότητας του Νησιού των καταραμένων), ο Σκορτσέζε δίνει μια νοσταλγική ματιά στις απαρχές του κινηματογράφου, των αδελφών Λυμιέρ και του Μελιέ. Η ταινία βρίθει αναφορών σε ταινίες του βωβού - πολλές σκηνές είναι γυρισμένες με τον τρόπο του βωβού - αλλά και στη λογοτεχνία του 19ου αιώνα (Ντίκενς, Μπροντέ, Βερν, κλπ). Πιθανότατα ο σκηνοθέτης μιλάει για τις αγάπες που καθόρισαν και τον ίδιο. Το κυρίαρχο όμως στο Hugo είναι το πάθος του δημιουργού, του τεχνίτη, του Homo faber που παλεύει να δώσει ζωή/ψυχή στα πράγματα. Είναι εύγλωττη η αναζήτηση από τον μικρό του καρδιόσχημου κλειδιού που θα κάνει το ρομπότ να δουλέψει. Χωρίς αυτή την αγάπη, την ψυχή, την ανθρωπιά - όπως θέλετε πείτε την - η τεχνολογία δεν μπορεί να λειτουργήσει. Είναι αυτός ο σκοπός που ο ίδιος ο Χιούγκο θέτει στον εαυτό του. Διαβάστε αυτό τον διάλογο ανάμεσα στον Χιούγκο και την Ιζαμπέλ και θα καταλάβετε:
(Μιλάνε για τον βιβλιοπώλη του σταθμού κ. Λαμπίς που μόλις έχει χαρίσει στον μικρό έναν τόμο με τον Ρομπέν των Δασών.)
Ι: Αυτό κάνει πάντα... "στέλνει βιβλία εκεί που ξέρει πως θα βρουν ένα φιλόξενο σπίτι" - έτσι το λέει.
Χ: Έχει έναν πραγματικό σκοπό στη ζωή του.
Ι: Τι εννοείς;
Χ: Όλα έχουν έναν σκοπό - ακόμη κι οι μηχανές: τα ρολόγια λένε την ώρα, τα τρένα σε ταξιδεύουν. Κάνουν αυτό για το οποίο προορίζονται, σαν τον κ. Λαμπίς. Ίσως γι' αυτό οι χαλασμένες μηχανές μού φέρνουν τόση θλίψη - δεν μπορούν να κάνουν αυτό για το οποίο προορίζονται. Ίσως είναι το ίδιο και με τους ανθρώπους. Αν χάσεις τον σκοπό σου είναι σαν να 'χεις χαλάσει.
Ι: Αυτός είναι ο δικός σου σκοπός; Να επισκευάζεις; Ποιος να 'ναι τάχα ο δικός μου σκοπός;
Χ: Οι μηχανές δεν έχουν ποτέ παραπανίσια εξαρτήματα, ξέρεις. Πάντα έχουν όσα ακριβώς χρειάζονται. Έτσι, σκέφτηκα... αν ο κόσμος ολόκληρος είναι μια μεγάλη μηχανή, τότε δεν μπορεί να είμαι παραπανίσιο εξάρτημά του. Θα πρέπει να είμαι εδώ για κάποιο λόγο. Κι αυτό σημαίνει πως κι εσύ είσαι εδώ για κάποιο λόγο...
Τίποτα ιδιαίτερα πρωτότυπο - θα μου πείτε - σ' αυτές τις μεταφυσικές υπαρξιακές ανησυχίες του "καθολικού" (διάβασα κάπου) Σκορτσέζε. Φανταστείτε τις όμως στα στόματα των δυο παιδιών δίπλα στα τεράστια γρανάζια και στα εκκρεμή, μπροστά στην αλλόκοσμη θέα του νυχτερινού Παρισιού κι αμέσως αποκτούν διαφορετικές διαστάσεις... Άκουσα και διάβασα τόσο ακραία αντικρουόμενες απόψεις για την ταινία αυτές τις μέρες που σκέφτομαι πως ίσως αυτός ακριβώς είναι ο ρόλος ενός μεγάλου έργου τέχνης: να μαγεύει και να προκαλεί αμφισβήτηση ακόμη και απέναντι στον εαυτό του. Και νομίζω πως η ταινία του Σκορτσέζε κάνει και τα δύο.
[Λεπτομέρειες για την ταινία στο imdb]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου